Από την Έλλη Ισμαηλίδου
Ως πολιτικά ζήτησαν να αναγνωριστούν τα εγκλήματα που τους αποδίδονται οι κατηγορούμενοι για συμμετοχή στην οργάνωση «Συνωμοσία της Φωτιάς». Παράλληλα υπέβαλαν δικονομικές ενστάσεις για κακή σύνθεση του δικαστηρίου καθώς και για κήρυξη του κατηγορητηρίου ως αορίστου. Οι ενστάσεις τους απορρίφθηκαν διαδοχικά από το Τριμελές Εφετείο, το οποίο διέκοψε την εκδίκαση της υπόθεσης για την επόμενη Δευτέρα.
Ο δικηγόρος του Α. Μητρούσια, κ. Κ. Παπαδάκης, υπέβαλε συνολικά τρεις δικονομικές ενστάσεις οι οποίες υποστηρίχθηκαν και από τους συνηγόρους των παρόντων κατηγορουμένων κ.κ. Ε. Ράλλη, Ν. Βογιατσάκη, Ε. Γιόσπα και Κωνσταντίνα Καρακατσάνη.
Πρώτον, υποβλήθηκε ένσταση κακής σύνθεσης του δικαστηρίου, εξαιτίας του γεγονότος ότι το τριμελές εφετείο συγκροτήθηκε στην υπόθεση των «Πυρήνων της Φωτιάς» με τη διαδικασία του ειδικού νόμου 3090/2002.
Ο εν λόγω νόμος εισάγει παρέκκλιση από τη συνήθη διαδικασία κλήρωσης των δικαστών μιας δίκης. Προβλέπει ειδική κληρωτίδα στην οποία συμμετέχουν μόνο ορισμένοι από τους δικαστές του εφετείου και, όπως ισχυρίστηκαν οι συνήγοροι, δεν προσδιορίζει τα κριτήρια με τα οποία κάποιοι δικαστές αποκλείονται και άλλοι όχι. «Καθότι δεν αναφέρονται ρητώς τα κριτήρια με τα οποία κάποιοι δικαστές εντάχθηκαν στην κληρωτίδα και άλλοι όχι, είναι πολύ πιθανό ορισμένοι δικαστές να αποκλείστηκαν για λόγους που σχετίζονται με την πολιτική τους άποψη», ισχυρίστηκε ο κ. Κ. Παπαδάκης. Προσέθεσε, μάλιστα, ότι η εν λόγω διαδικασία αντίκειται στην αρχή του φυσικού δικαστή, η οποία κατοχυρώνεται από το ίδιο το Σύνταγμα.
Δεύτερον, οι συνήγοροι υπέβαλαν ένσταση αναρμοδιότητας του δικαστηρίου, επειδή πρόκειται, όπως ισχυρίστηκαν, για πολιτικά εγκλήματα, και όχι για εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Σύνταγμα τα πολιτικά εγκλήματα εκδικάζονται από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, στο οποίο συμμετέχουν εκτός από τους τακτικούς δικαστές και ένορκοι. Ωστόσο, όπως ορίζει ο Ποινικός Κώδικας και ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, όταν πρόκειται για «τρομοκρατικές πράξεις», αρμόδιο δικαστήριο να εκδικάσει την υπόθεση είναι το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, το οποίο αποτελείται μόνο από τακτικούς δικαστές. Ο χαρακτηρισμός του εγκλήματος ως πολιτικού ή απλού ποινικού καθορίζει εν προκειμένω την αρμοδιότητα του δικαστηρίου και γι’ αυτό οι συνήγοροι ζήτησαν να χαρακτηριστούν τα αποδιδόμενα εγκλήματα ως πολιτικά, να κηρυχθεί το Τριμελές Εφετείο ως αναρμόδιο και ολόκληρη η διαδικασία να επαναληφθεί από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο.
Οι συνήγοροι επεσήμαναν ότι ο ορισμός της τρομοκρατικής πράξης, σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα, συμπίπτει με τον ορισμό του πολιτικού εγκλήματος, όπως αυτός έχει δοθεί από τη νομολογία. Ο εισαγγελέας, αντιθέτως, τόνισε ότι σύμφωνα με τη με τον Άρειο Πάγο μόνο το πραξικόπημα ή η απόπειρα πραξικοπήματος θεωρούνται πολιτικά εγκλήματα. Σε αυτό το σημείο πήρε το λόγο ο κατηγορούμενος Α. Μητρούσιας και σχολίασε ότι είναι αντιφατικό το νομικό σύστημα να αναγνωρίζει την ιδιότητα του πολιτικού εγκληματία μόνο στα «ανώτερα» ιεραρχικά του στρώματα, όπως για παράδειγμα σε συνταγματάρχες που επιχειρούν πραξικόπημα, αλλά να μη την αναγνωρίζει σε απλές ομάδες πολιτών που έχουν διαφορετική ιδεολογία και επιθυμούν να αλλάξουν την καθεστηκυία τάξη.
Τρίτον, ο συνήγορος του Α. Μητρούσια, κ. Κ. Παπαδάκης υπέβαλε ένσταση αοριστίας του κατηγορητηρίου με την αιτιολογία ότι εμπεριέχει ασάφειες και αοριστίες ως προς τα βασικά στοιχεία των εγκληματικών πράξεων που καταλογίζει στους κατηγορουμένους. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι το κατηγορητήριο δεν ορίζει με σαφήνεια τις αποδιδόμενες εγκληματικές πράξεις, τον τόπο, το χρόνο, τον τρόπο καθώς και τα πρόσωπα από τα οποία αυτές τελέστηκαν.
Το δικαστήριο απέρριψε και αυτή την ένσταση ως απαράδεκτη. Υπενθυμίζεται ότι ανάλογη ένσταση υποβλήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου από τη δικηγόρο της Κωνσταντίνας Καρακατσάνη, κυρία Ζωή Κωνσταντοπούλου και απορρίφθηκε επίσης ως απαράδεκτη [tovima.gr].