Διευκρινήσεις έδωσε στη Βουλή ο κ. Παπουτσής ύστερα από καταγγελίες Βουλευτών του ΛΑ.Ο.Σ για προσλήψεις από το παράθυρο στην πυροσβεστική.
«Κατ’ αρχήν -είπε ο αρμόδιος υπουργός- όχι μόνο δεν κρύβουμε, όπως ακούστηκε, τις αλλαγές στο Προεδρικό Διάταγμα που αφορά τη διαδικασία πρόσληψης μονίμου προσωπικού στο Πυροσβεστικό Σώμα πίσω από τη βιτρίνα του εθελοντισμού, αλλά αντιθέτως ισχυριζόμαστε ότι αδικείται αυτή η νομοθετική παρέμβαση την οποία «στριμώξαμε» σε ένα νομοσχέδιο για οικονομία χρόνου. Γιατί η απόλυτη διαφάνεια και η απόλυτη αντικειμενικότητα, κύριοι συνάδελφοι, η οποία νομοθετείται με τις διατάξεις που αφορούν την τροποποίηση του τρόπου που μέχρι σήμερα γίνονταν οι προσλήψεις στο Πυροσβεστικό Σώμα, νομίζω ότι είναι από τα πιο ισχυρά πολιτικά ζητήματα που εμπεριέχει η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία και βεβαίως το γεγονός ότι δεν υπάγεται η όλη διαδικασία εξ ολοκλήρου στο ΑΣΕΠ, όπως αναφέρθηκε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι όπως και όλες οι άλλες προσλήψεις που αφορούν το ένστολο προσωπικό των Αρχηγείων και των Σωμάτων εξαιρούνται των διαδικασιών ΑΣΕΠ, το ίδιο ισχύει και για το Πυροσβεστικό Σώμα.
Καλό είναι να αναγνωρίζουμε τα βήματα όταν γίνονται στο πλαίσιο μιας νέας πολιτικής κουλτούρας που διατεινόμαστε όλοι ότι προσπαθούμε να κατακτήσουμε αυτές τις ημέρες. Να ενθυμούμαστε πώς έγιναν όλες τις τελευταίες φορές οι προσλήψεις στο Πυροσβεστικό Σώμα μέσα από επιτροπές αμιγώς αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος, με συνεντεύξεις που είναι πανελληνίως γνωστή η σοβαρότητα και η αντικειμενικότητά τους, με γραπτές εξετάσεις που ακόμα εκδικάζονται προσφυγές και ενστάσεις για τη διαβλητότητά τους.
Ερχόμαστε τώρα και συγκροτούμε μία επιτροπή, στην οποία κανέναν δεν ορίζει ο Υπουργός. Μπαίνει ένας από το ΑΣΕΠ, τον οποίο υποδεικνύει το ίδιο το ΑΣΕΠ, ένας από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, τον οποίο υποδεικνύει το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και ένας αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος, ο οποίος προκύπτει με κλήρωση μεταξύ των αξιωματικών, διευθυντών των αρμόδιων διευθύνσεων του Πυροσβεστικού Σώματος.
Όσο δε αφορά την εξουσιοδοτική διάταξη για τη νομοθετική πληρότητα του συγκεκριμένου άρθρου στην οποία επίσης επιμείνατε ιδιαιτέρως, ότι προφανώς έχει τη δυνατότητα ο Υπουργός με απόφασή του να καθορίζει τις ακριβείς διαδικασίες, τις ημερομηνίες, τις δοκιμασίες. Αν δεν ήθελα να καταχραστώ την υπομονή και το χρόνο σας, θα σας έδινα τις παρατηρήσεις της κεντρικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, όπου σχετικά θέματα που είχαμε συμπεριλάβει στη νομοθετική πρωτοβουλία, μας υπεδείχθη ότι δεν είναι αντικείμενο του νόμου και προφανώς δεν πρέπει να αντιμετωπισθούν με εξουσιοδοτική διάταξη. Δηλαδή ποια θα είναι τα όρια στα αγωνίσματα, ποιες ακριβώς οι ψυχοτεχνικές εξετάσεις και οι υγειονομικές και γι’ αυτό το λόγο υπάρχει η συγκεκριμένη εξουσιοδοτική διάταξη στο συγκεκριμένο θέμα.
Υπάρχει το ζήτημα που είναι συναφές με αυτό, το θέμα της ποσόστωσης σε σχέση με τη μοριοδότηση. Υπήρξε και στην επιτροπή και εδώ αναλυτική παρουσίαση του πολιτικού σκεπτικού, που δεν θέλει ποσόστωση για τους εθελοντές πυροσβέστες. Γιατί δεν ξέρω αν έχετε προσέξει, κύριοι συνάδελφοι, ότι στις αλλαγές που κάνουμε στους όρους προκήρυξης του μόνιμου προσωπικού καταργούμε και όλες τις άλλες ποσοστώσεις που ήδη υπήρχαν.
Εμάς, λοιπόν, η αντίληψή μας είναι και παραμένει ότι δεν πρέπει να υπάρχει ποσόστωση στους διαγωνισμούς, αλλά αντιθέτως η μοριοδότηση είναι απαραίτητη και αυτή είναι η διαφορά, γιατί δεν μοριοδοτείται η ιδιότητα του εθελοντή. Μοριοδοτούνται αναλόγως οι ειδικές ικανότητες που ο εθελοντής έχει ακριβώς λόγω της εμπειρίας του και της συνάφειας που έχει με το αντικείμενο, όπως αυτά μοριοδοτούνται, χωρίς αυτό να γίνεται καθ’ υπερβολή.
Τώρα έρχομαι στην επόμενη αναφορά για τη δυνατότητα άδειας από την εργασία του εθελοντή πυροσβέστη, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει γενική επιφυλακή. Η γενική επιφυλακή του μόνιμου προσωπικού υπάρχει ως προϋπόθεση. Κατ’ αρχήν θα επαναλάβω ότι αφορά το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό της τοπικής υπηρεσίας και προφανώς πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, να ενισχύσουμε, μην δημιουργήσουμε άθελά μας αντικίνητρα πρόσληψης ανθρώπων που είναι εθελοντές, στη συγκεκριμένη περίπτωση πυροσβέστες. Δηλαδή, είναι πάρα πολύ χαλαρό και χωρίς να υπάρχει ένα κανονιστικό πλαίσιο ασαφές, από την πλευρά των εργοδοτών να μην υπάρχει μία επιφύλαξη και μια καχυποψία στην πρόσληψη αυτών των ανθρώπων.
Θέλω λοιπόν να σας πω, κύριε Ροντούλη, το εξής. Είπατε «ένα τροχαίο, μια φωτιά, οτιδήποτε». Αν δεν πάει το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό της περιοχής, δεν πάνε οι εθελοντές που εκείνη την ώρα δεν είναι στη δουλειά τους, είναι μάλλον καλύτερο να τεθεί σε επιφυλακή το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος που δεν είναι εν υπηρεσία εκείνη τη στιγμή, παρά να φύγει ο εθελοντής πυροσβέστης από την εργασία του για να πάει να συνδράμει στην αντιμετώπιση του περιστατικού. Ο εθελοντισμός εξάλλου είναι μια διαδικασία δημιουργικής, αλτρουιστικής αξιοποίησης στην αντίληψη της αλληλεγγύης στα πλαίσια της διάθεσης του ελεύθερου χρόνου και μόνο σε έκτακτες και ιδιαίτερες ανάγκες εις βάρος της κύριας εργασίας του κάθε ατόμου. Αυτή την πρόνοια και αυτή τη λογική έχει και αυτή η διάταξη.
Επίσης, στο άρθρο 20 σε σχέση με την παράγραφο 3 που θεωρείτε ότι ουσιαστικά αναιρεί τις δεσμεύσεις για τις προδιαγραφές του ατομικού εξοπλισμού και των εφοδίων των εθελοντών, θέλω να σας πω ότι και πάλι οι εξουσιοδοτικές διατάξεις γίνονται για νομοθετική πληρότητα και για να αντιμετωπίζουν πράγματα και καταστάσεις. Λέμε στην παράγραφο 1, κύριε Ροντούλη, «ίδιες προδιαγραφές με τις στολές του Πυροσβεστικού Σώματος». Αν λοιπόν αύριο αλλάξουν οι προδιαγραφές των μονίμων πυροσβεστών, δεν μπορεί να έχει τη δυνατότητα ο Υπουργός να βγάλει μια υπουργική απόφαση και να αναπροσαρμόσει τη στολή των εθελοντών στις νέου τύπου στολές του Πυροσβεστικού Σώματος; Θα πρέπει να έρθουμε στη Βουλή γι’ αυτό;
Επανέρχομαι στο επόμενο θέμα που αφορά την υποστελέχωση όπου υπάρχει μεγαλύτερη παρεξήγηση από όσα ακούσαμε σε αυτή την Αίθουσα. Τα πέντε χιλιάδες κενά του Πυροσβεστικού Σώματος που άκουσα σε σχέση με τις οργανικές θέσεις, δεν καταργούνται, κύριε συνάδελφε. Πληρούνται. Σε λίγους μήνες με την ολοκλήρωση της προκήρυξης των τεσσάρων χιλιάδων πυροσβεστών πενταετούς υποχρέωσης και του διαγωνισμού, με αυτό το νομοσχέδιο που θα γίνει νόμος του κράτους και θα διέπεται από τις νέες διατάξεις πρόσληψης μόνιμου προσωπικού, θα βγουν επτακόσιες πενήντα θέσεις μόνιμων πυροσβεστών και εκατόν πενήντα θέσεις ειδικών αξιωματικών και έτσι υπερκαλύπτονται οι προβλεπόμενες οργανικές θέσεις του Πυροσβεστικού Σώματος για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες. Δεν θα έχει καμιά κενή οργανική θέση το Πυροσβεστικό Σώμα όχι γιατί τις καταργούμε αλλά γιατί τις στελεχώνουμε. Επομένως, υπ’ αυτήν την έννοια η επόμενη αντιπυρική περίοδος σε ό,τι αφορά τα θέματα τουλάχιστον του προσωπικού –και για τα άλλα υπάρχει ήδη ο αντίστοιχος σχεδιασμός και η μέριμνα- θα βρει την πυροσβεστική υπηρεσία αλλά και το ελληνικό κράτος υπό πολύ καλύτερες προϋποθέσεις από ότι τη φετινή αντιπυρική περίοδο.
Επίσης, ο κ. Τσούκαλης είχε μια λανθασμένη αντίληψη σε σχέση με το άρθρο 33. Στους πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης στο αρχικό σχέδιο νόμου δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη αύξησης του ορίου ηλικίας στους διαγωνισμούς του Πυροσβεστικού Σώματος. Τώρα με τη δήλωση και τις τροποποιήσεις που σήμερα κατέθεσε ο Υπουργός ακολουθούν την προβλεπόμενη αύξηση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται και για τους εθελοντές πυροσβέστες.
Κλείνοντας θέλω να κάνω δυο σύντομα σχόλια στις αναφορές που έκανε ο κ. Δρίτσας. Η πρόθεσή μας αλλά και το αποτέλεσμα που παράγει η νομοθετική πρωτοβουλία δεν είναι προφανώς να παρέμβουμε, να χειραγωγήσουμε ούτε καν να οργανώσουμε αυστηρά τη διαδικασία εθελοντισμού είτε στη θάλασσα είτε στη δασοπυρόσβεση. Κάθε άλλο.
Αλλά θεωρούμε και είναι αυτονόητο για εμάς ότι πρέπει, ειδικά για εθελοντικές δράσεις που έρχονται να συμπράξουν, να συνεργήσουν σε αρμοδιότητες που βρίσκονται πολύ κοντά στον πυρήνα των κρατικών αρμοδιοτήτων, να υπάρχει ένα όσο γίνεται πιο σαφές κανονιστικό πλαίσιο. Να βοηθάμε μέσα από την οργάνωση, τη λειτουργικότητα και την αποτελεσματικότητα των ανθρώπων που έχουν τη διαθεσιμότητα, την ευγένεια να στέκονται κοινωνικά αλληλέγγυοι σε πολύ δύσκολες συνήθως περιπτώσεις και αυτό κάνουμε.
Εξάλλου, μου προκαλεί τεράστια απορία, γιατί αντελήφθην ότι ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι περίπου χωρίς να υπάρχει καμιά υπαρκτή κοινωνική βάση στην πραγματική ζωή εμπνευστήκαμε ένα δημιούργημα, την επικουρική ακτοφυλακή. Λες και δεν γνωρίζουμε ότι κάθε μέρα, κάθε νύχτα, τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες το χρόνο άνθρωποι, με τα σκάφη τους βοηθούν όταν πνίγονται συνάνθρωποί τους, όταν υπάρχει περιβαλλοντική θαλάσσια ύπαρξη, συνδράμουν τις λιμενικές αρχές σε πάρα πολλές περιπτώσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και εμείς σε αυτό το πράγμα το υπαρκτό, όπως και σε πολλά άλλα κράτη του κόσμου εξάλλου, νομοθετικά παρεμβαίνουμε για να δώσουμε ένα οργανωτικό κανονιστικό πλαίσιο που να μπορεί να αποδώσει καλύτερα.
Επίσης, ανέμενα ότι είναι σαφές ότι η δράση των ψαράδων -παραδείγματος χάριν στην περίπτωση του ναυαγίου που επικαλέστηκε ο κ. Δρίτσας- και όλων των άλλων όσων συνέβαλαν στη διάσωση των επιβατών και την αντιμετώπιση του περιστατικού έγινε σε αυτήν την περίπτωση στη βάση όχι κάποιου εθελοντισμού ανοργάνωτου και αυθόρμητου, αλλά στη βάση κάποιου υπαρκτού σχεδίου αντιμετώπισης ναυαγίων που εφαρμόζουν τα κατά τόπους Λιμεναρχεία στο πλαίσιο αντιμετώπισης –επαναλαμβάνω- βάσει σχεδίου των αντίστοιχων περιστατικών.
Και βέβαια, επειδή έγινε μια αναφορά, να διευκρινίσω κάτι για τους εθελοντές πυροσβέστες. Κατανάλωσε δυο - τρία λεπτά για να μας πείσει γι’ αυτό στην τοποθέτησή του ο κ. Δρίτσας, μιλώντας για προστασία των δασών που μπορούν να κάνουν τα σχολεία, οι νέοι άνθρωποι ή άλλου είδους οργανώσεις. Θα ήθελα να πω ότι οι εθελοντές πυροσβέστες δεν ασχολούνται με την προληπτική προστασία των δασών ούτε καθαρίζουν τα χόρτα. Η δράση τους είναι να σβήνουν φωτιές, τις οποίες προφανώς δεν μπορούν να σβήνουν τα παιδάκια των σχολείων και τις οποίες προφανώς δεν μπορούν να σβήνουν ανεκπαίδευτοι άνθρωποι και άνθρωποι που δεν έχουν τις δυνατότητες και την καλή συνεργασία με το Πυροσβεστικό Σώμα, ούτως ώστε να λειτουργούν συμπληρωματικά.
Με αυτές τις σκέψεις θέλω και εγώ να ευχαριστήσω ειλικρινά όλους τους συναδέλφους γιατί την καλή δική μας αρχική διάθεση την ενίσχυσαν με την ουσιαστική τους συμβολή, ούτως ώστε να κατατείνουμε σήμερα σ’ ένα νομοσχέδιο που για τη δική του μικρή στόχευση ή μεγάλη -ο καθένας την αξιολογεί και την κρίνει- έχει γίνει πιο ολοκληρωμένο, πιο αποτελεσματικό. Αυτό είναι μια κοινή κατάκτηση μιας ουσιαστικής κοινοβουλευτικής διαδικασίας η οποία, όπως και εσείς αναγνωρίσατε, θα μπορούσε να είναι πρότυπο και για τα –κατά τη γνώμη μου λεγόμενα- μεγαλύτερα ζητήματα που από κοινού καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
«Καταρχήν σε ό,τι αφορά τις στολές, αυτό που λέει η παράγραφος 1 του σχετικού άρθρου είναι ότι οι στολές των εθελοντών είναι ίδιων προδιαγραφών, δηλαδή θα απολαμβάνουν της ίδιας προστασίας και θα έχουν την ίδια δυνατότητα επαφής με τη φωτιά όπως και οι μόνιμοι. Δεν λέει «όμοιες». Ακούσατε και πολλούς συναδέλφους και είναι και αίτημα των ίδιων των εθελοντών…
Όταν αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχουν απαντήσεις σε αυτά που σας φαίνονταν αυτονόητα, δεν είναι ανάγκη να αντιδράτε με αυτό τον τρόπο. Ακούστε με.
Οι ίδιοι οι εθελοντές, αλλά και η κοινή λογική και η επιχειρησιακή ανάγκη λένε ότι ίδιων προδιαγραφών στολές μπορούν να έχουν εκείνη τη διακριτότητα και τη διαφορετικότητα που η εξουσιοδοτική διάταξη παρέχει στον Υπουργό τη δυνατότητα να καθορίζει με απόφασή του ούτως ώστε να μπορεί να ξεχωρίσει κανείς την ώρα του περιστατικού ποιος είναι ο πυροσβέστης και ποιος ο εθελοντής.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο θέμα που θέσατε, θέλω να σας πληροφορήσω ότι στην παράγραφο 4 του άρθρου 15 ορίζεται ρητώς ότι σε περίπτωση που λειτουργεί μόνο εθελοντική πυροσβεστική υπηρεσία χωρίς να υπάρχει στην ίδια περιοχή πυροσβεστική υπηρεσία δεν χρειάζεται η συνθήκη της γενικής επιφυλακής για να φύγουν εν ώρα εργασίας από τη δουλειά τους οι εθελοντές πυροσβέστες.
Όπου είναι εθελοντική υπηρεσία, χωρίς να υπάρχει Πυροσβεστική Υπηρεσία μόνιμου προσωπικού, δεν χρειάζεται η προϋπόθεση της γενικής επιφυλακής».
«Κατ’ αρχήν -είπε ο αρμόδιος υπουργός- όχι μόνο δεν κρύβουμε, όπως ακούστηκε, τις αλλαγές στο Προεδρικό Διάταγμα που αφορά τη διαδικασία πρόσληψης μονίμου προσωπικού στο Πυροσβεστικό Σώμα πίσω από τη βιτρίνα του εθελοντισμού, αλλά αντιθέτως ισχυριζόμαστε ότι αδικείται αυτή η νομοθετική παρέμβαση την οποία «στριμώξαμε» σε ένα νομοσχέδιο για οικονομία χρόνου. Γιατί η απόλυτη διαφάνεια και η απόλυτη αντικειμενικότητα, κύριοι συνάδελφοι, η οποία νομοθετείται με τις διατάξεις που αφορούν την τροποποίηση του τρόπου που μέχρι σήμερα γίνονταν οι προσλήψεις στο Πυροσβεστικό Σώμα, νομίζω ότι είναι από τα πιο ισχυρά πολιτικά ζητήματα που εμπεριέχει η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία και βεβαίως το γεγονός ότι δεν υπάγεται η όλη διαδικασία εξ ολοκλήρου στο ΑΣΕΠ, όπως αναφέρθηκε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι όπως και όλες οι άλλες προσλήψεις που αφορούν το ένστολο προσωπικό των Αρχηγείων και των Σωμάτων εξαιρούνται των διαδικασιών ΑΣΕΠ, το ίδιο ισχύει και για το Πυροσβεστικό Σώμα.
Καλό είναι να αναγνωρίζουμε τα βήματα όταν γίνονται στο πλαίσιο μιας νέας πολιτικής κουλτούρας που διατεινόμαστε όλοι ότι προσπαθούμε να κατακτήσουμε αυτές τις ημέρες. Να ενθυμούμαστε πώς έγιναν όλες τις τελευταίες φορές οι προσλήψεις στο Πυροσβεστικό Σώμα μέσα από επιτροπές αμιγώς αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος, με συνεντεύξεις που είναι πανελληνίως γνωστή η σοβαρότητα και η αντικειμενικότητά τους, με γραπτές εξετάσεις που ακόμα εκδικάζονται προσφυγές και ενστάσεις για τη διαβλητότητά τους.
Ερχόμαστε τώρα και συγκροτούμε μία επιτροπή, στην οποία κανέναν δεν ορίζει ο Υπουργός. Μπαίνει ένας από το ΑΣΕΠ, τον οποίο υποδεικνύει το ίδιο το ΑΣΕΠ, ένας από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, τον οποίο υποδεικνύει το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και ένας αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος, ο οποίος προκύπτει με κλήρωση μεταξύ των αξιωματικών, διευθυντών των αρμόδιων διευθύνσεων του Πυροσβεστικού Σώματος.
Όσο δε αφορά την εξουσιοδοτική διάταξη για τη νομοθετική πληρότητα του συγκεκριμένου άρθρου στην οποία επίσης επιμείνατε ιδιαιτέρως, ότι προφανώς έχει τη δυνατότητα ο Υπουργός με απόφασή του να καθορίζει τις ακριβείς διαδικασίες, τις ημερομηνίες, τις δοκιμασίες. Αν δεν ήθελα να καταχραστώ την υπομονή και το χρόνο σας, θα σας έδινα τις παρατηρήσεις της κεντρικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, όπου σχετικά θέματα που είχαμε συμπεριλάβει στη νομοθετική πρωτοβουλία, μας υπεδείχθη ότι δεν είναι αντικείμενο του νόμου και προφανώς δεν πρέπει να αντιμετωπισθούν με εξουσιοδοτική διάταξη. Δηλαδή ποια θα είναι τα όρια στα αγωνίσματα, ποιες ακριβώς οι ψυχοτεχνικές εξετάσεις και οι υγειονομικές και γι’ αυτό το λόγο υπάρχει η συγκεκριμένη εξουσιοδοτική διάταξη στο συγκεκριμένο θέμα.
Υπάρχει το ζήτημα που είναι συναφές με αυτό, το θέμα της ποσόστωσης σε σχέση με τη μοριοδότηση. Υπήρξε και στην επιτροπή και εδώ αναλυτική παρουσίαση του πολιτικού σκεπτικού, που δεν θέλει ποσόστωση για τους εθελοντές πυροσβέστες. Γιατί δεν ξέρω αν έχετε προσέξει, κύριοι συνάδελφοι, ότι στις αλλαγές που κάνουμε στους όρους προκήρυξης του μόνιμου προσωπικού καταργούμε και όλες τις άλλες ποσοστώσεις που ήδη υπήρχαν.
Εμάς, λοιπόν, η αντίληψή μας είναι και παραμένει ότι δεν πρέπει να υπάρχει ποσόστωση στους διαγωνισμούς, αλλά αντιθέτως η μοριοδότηση είναι απαραίτητη και αυτή είναι η διαφορά, γιατί δεν μοριοδοτείται η ιδιότητα του εθελοντή. Μοριοδοτούνται αναλόγως οι ειδικές ικανότητες που ο εθελοντής έχει ακριβώς λόγω της εμπειρίας του και της συνάφειας που έχει με το αντικείμενο, όπως αυτά μοριοδοτούνται, χωρίς αυτό να γίνεται καθ’ υπερβολή.
Τώρα έρχομαι στην επόμενη αναφορά για τη δυνατότητα άδειας από την εργασία του εθελοντή πυροσβέστη, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει γενική επιφυλακή. Η γενική επιφυλακή του μόνιμου προσωπικού υπάρχει ως προϋπόθεση. Κατ’ αρχήν θα επαναλάβω ότι αφορά το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό της τοπικής υπηρεσίας και προφανώς πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, να ενισχύσουμε, μην δημιουργήσουμε άθελά μας αντικίνητρα πρόσληψης ανθρώπων που είναι εθελοντές, στη συγκεκριμένη περίπτωση πυροσβέστες. Δηλαδή, είναι πάρα πολύ χαλαρό και χωρίς να υπάρχει ένα κανονιστικό πλαίσιο ασαφές, από την πλευρά των εργοδοτών να μην υπάρχει μία επιφύλαξη και μια καχυποψία στην πρόσληψη αυτών των ανθρώπων.
Θέλω λοιπόν να σας πω, κύριε Ροντούλη, το εξής. Είπατε «ένα τροχαίο, μια φωτιά, οτιδήποτε». Αν δεν πάει το μόνιμο πυροσβεστικό προσωπικό της περιοχής, δεν πάνε οι εθελοντές που εκείνη την ώρα δεν είναι στη δουλειά τους, είναι μάλλον καλύτερο να τεθεί σε επιφυλακή το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος που δεν είναι εν υπηρεσία εκείνη τη στιγμή, παρά να φύγει ο εθελοντής πυροσβέστης από την εργασία του για να πάει να συνδράμει στην αντιμετώπιση του περιστατικού. Ο εθελοντισμός εξάλλου είναι μια διαδικασία δημιουργικής, αλτρουιστικής αξιοποίησης στην αντίληψη της αλληλεγγύης στα πλαίσια της διάθεσης του ελεύθερου χρόνου και μόνο σε έκτακτες και ιδιαίτερες ανάγκες εις βάρος της κύριας εργασίας του κάθε ατόμου. Αυτή την πρόνοια και αυτή τη λογική έχει και αυτή η διάταξη.
Επίσης, στο άρθρο 20 σε σχέση με την παράγραφο 3 που θεωρείτε ότι ουσιαστικά αναιρεί τις δεσμεύσεις για τις προδιαγραφές του ατομικού εξοπλισμού και των εφοδίων των εθελοντών, θέλω να σας πω ότι και πάλι οι εξουσιοδοτικές διατάξεις γίνονται για νομοθετική πληρότητα και για να αντιμετωπίζουν πράγματα και καταστάσεις. Λέμε στην παράγραφο 1, κύριε Ροντούλη, «ίδιες προδιαγραφές με τις στολές του Πυροσβεστικού Σώματος». Αν λοιπόν αύριο αλλάξουν οι προδιαγραφές των μονίμων πυροσβεστών, δεν μπορεί να έχει τη δυνατότητα ο Υπουργός να βγάλει μια υπουργική απόφαση και να αναπροσαρμόσει τη στολή των εθελοντών στις νέου τύπου στολές του Πυροσβεστικού Σώματος; Θα πρέπει να έρθουμε στη Βουλή γι’ αυτό;
Επανέρχομαι στο επόμενο θέμα που αφορά την υποστελέχωση όπου υπάρχει μεγαλύτερη παρεξήγηση από όσα ακούσαμε σε αυτή την Αίθουσα. Τα πέντε χιλιάδες κενά του Πυροσβεστικού Σώματος που άκουσα σε σχέση με τις οργανικές θέσεις, δεν καταργούνται, κύριε συνάδελφε. Πληρούνται. Σε λίγους μήνες με την ολοκλήρωση της προκήρυξης των τεσσάρων χιλιάδων πυροσβεστών πενταετούς υποχρέωσης και του διαγωνισμού, με αυτό το νομοσχέδιο που θα γίνει νόμος του κράτους και θα διέπεται από τις νέες διατάξεις πρόσληψης μόνιμου προσωπικού, θα βγουν επτακόσιες πενήντα θέσεις μόνιμων πυροσβεστών και εκατόν πενήντα θέσεις ειδικών αξιωματικών και έτσι υπερκαλύπτονται οι προβλεπόμενες οργανικές θέσεις του Πυροσβεστικού Σώματος για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες. Δεν θα έχει καμιά κενή οργανική θέση το Πυροσβεστικό Σώμα όχι γιατί τις καταργούμε αλλά γιατί τις στελεχώνουμε. Επομένως, υπ’ αυτήν την έννοια η επόμενη αντιπυρική περίοδος σε ό,τι αφορά τα θέματα τουλάχιστον του προσωπικού –και για τα άλλα υπάρχει ήδη ο αντίστοιχος σχεδιασμός και η μέριμνα- θα βρει την πυροσβεστική υπηρεσία αλλά και το ελληνικό κράτος υπό πολύ καλύτερες προϋποθέσεις από ότι τη φετινή αντιπυρική περίοδο.
Επίσης, ο κ. Τσούκαλης είχε μια λανθασμένη αντίληψη σε σχέση με το άρθρο 33. Στους πυροσβέστες εποχικής απασχόλησης στο αρχικό σχέδιο νόμου δεν υπήρχε καμία πρόβλεψη αύξησης του ορίου ηλικίας στους διαγωνισμούς του Πυροσβεστικού Σώματος. Τώρα με τη δήλωση και τις τροποποιήσεις που σήμερα κατέθεσε ο Υπουργός ακολουθούν την προβλεπόμενη αύξηση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται και για τους εθελοντές πυροσβέστες.
Κλείνοντας θέλω να κάνω δυο σύντομα σχόλια στις αναφορές που έκανε ο κ. Δρίτσας. Η πρόθεσή μας αλλά και το αποτέλεσμα που παράγει η νομοθετική πρωτοβουλία δεν είναι προφανώς να παρέμβουμε, να χειραγωγήσουμε ούτε καν να οργανώσουμε αυστηρά τη διαδικασία εθελοντισμού είτε στη θάλασσα είτε στη δασοπυρόσβεση. Κάθε άλλο.
Αλλά θεωρούμε και είναι αυτονόητο για εμάς ότι πρέπει, ειδικά για εθελοντικές δράσεις που έρχονται να συμπράξουν, να συνεργήσουν σε αρμοδιότητες που βρίσκονται πολύ κοντά στον πυρήνα των κρατικών αρμοδιοτήτων, να υπάρχει ένα όσο γίνεται πιο σαφές κανονιστικό πλαίσιο. Να βοηθάμε μέσα από την οργάνωση, τη λειτουργικότητα και την αποτελεσματικότητα των ανθρώπων που έχουν τη διαθεσιμότητα, την ευγένεια να στέκονται κοινωνικά αλληλέγγυοι σε πολύ δύσκολες συνήθως περιπτώσεις και αυτό κάνουμε.
Εξάλλου, μου προκαλεί τεράστια απορία, γιατί αντελήφθην ότι ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ότι περίπου χωρίς να υπάρχει καμιά υπαρκτή κοινωνική βάση στην πραγματική ζωή εμπνευστήκαμε ένα δημιούργημα, την επικουρική ακτοφυλακή. Λες και δεν γνωρίζουμε ότι κάθε μέρα, κάθε νύχτα, τριακόσιες εξήντα πέντε ημέρες το χρόνο άνθρωποι, με τα σκάφη τους βοηθούν όταν πνίγονται συνάνθρωποί τους, όταν υπάρχει περιβαλλοντική θαλάσσια ύπαρξη, συνδράμουν τις λιμενικές αρχές σε πάρα πολλές περιπτώσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και εμείς σε αυτό το πράγμα το υπαρκτό, όπως και σε πολλά άλλα κράτη του κόσμου εξάλλου, νομοθετικά παρεμβαίνουμε για να δώσουμε ένα οργανωτικό κανονιστικό πλαίσιο που να μπορεί να αποδώσει καλύτερα.
Επίσης, ανέμενα ότι είναι σαφές ότι η δράση των ψαράδων -παραδείγματος χάριν στην περίπτωση του ναυαγίου που επικαλέστηκε ο κ. Δρίτσας- και όλων των άλλων όσων συνέβαλαν στη διάσωση των επιβατών και την αντιμετώπιση του περιστατικού έγινε σε αυτήν την περίπτωση στη βάση όχι κάποιου εθελοντισμού ανοργάνωτου και αυθόρμητου, αλλά στη βάση κάποιου υπαρκτού σχεδίου αντιμετώπισης ναυαγίων που εφαρμόζουν τα κατά τόπους Λιμεναρχεία στο πλαίσιο αντιμετώπισης –επαναλαμβάνω- βάσει σχεδίου των αντίστοιχων περιστατικών.
Και βέβαια, επειδή έγινε μια αναφορά, να διευκρινίσω κάτι για τους εθελοντές πυροσβέστες. Κατανάλωσε δυο - τρία λεπτά για να μας πείσει γι’ αυτό στην τοποθέτησή του ο κ. Δρίτσας, μιλώντας για προστασία των δασών που μπορούν να κάνουν τα σχολεία, οι νέοι άνθρωποι ή άλλου είδους οργανώσεις. Θα ήθελα να πω ότι οι εθελοντές πυροσβέστες δεν ασχολούνται με την προληπτική προστασία των δασών ούτε καθαρίζουν τα χόρτα. Η δράση τους είναι να σβήνουν φωτιές, τις οποίες προφανώς δεν μπορούν να σβήνουν τα παιδάκια των σχολείων και τις οποίες προφανώς δεν μπορούν να σβήνουν ανεκπαίδευτοι άνθρωποι και άνθρωποι που δεν έχουν τις δυνατότητες και την καλή συνεργασία με το Πυροσβεστικό Σώμα, ούτως ώστε να λειτουργούν συμπληρωματικά.
Με αυτές τις σκέψεις θέλω και εγώ να ευχαριστήσω ειλικρινά όλους τους συναδέλφους γιατί την καλή δική μας αρχική διάθεση την ενίσχυσαν με την ουσιαστική τους συμβολή, ούτως ώστε να κατατείνουμε σήμερα σ’ ένα νομοσχέδιο που για τη δική του μικρή στόχευση ή μεγάλη -ο καθένας την αξιολογεί και την κρίνει- έχει γίνει πιο ολοκληρωμένο, πιο αποτελεσματικό. Αυτό είναι μια κοινή κατάκτηση μιας ουσιαστικής κοινοβουλευτικής διαδικασίας η οποία, όπως και εσείς αναγνωρίσατε, θα μπορούσε να είναι πρότυπο και για τα –κατά τη γνώμη μου λεγόμενα- μεγαλύτερα ζητήματα που από κοινού καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
«Καταρχήν σε ό,τι αφορά τις στολές, αυτό που λέει η παράγραφος 1 του σχετικού άρθρου είναι ότι οι στολές των εθελοντών είναι ίδιων προδιαγραφών, δηλαδή θα απολαμβάνουν της ίδιας προστασίας και θα έχουν την ίδια δυνατότητα επαφής με τη φωτιά όπως και οι μόνιμοι. Δεν λέει «όμοιες». Ακούσατε και πολλούς συναδέλφους και είναι και αίτημα των ίδιων των εθελοντών…
Όταν αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχουν απαντήσεις σε αυτά που σας φαίνονταν αυτονόητα, δεν είναι ανάγκη να αντιδράτε με αυτό τον τρόπο. Ακούστε με.
Οι ίδιοι οι εθελοντές, αλλά και η κοινή λογική και η επιχειρησιακή ανάγκη λένε ότι ίδιων προδιαγραφών στολές μπορούν να έχουν εκείνη τη διακριτότητα και τη διαφορετικότητα που η εξουσιοδοτική διάταξη παρέχει στον Υπουργό τη δυνατότητα να καθορίζει με απόφασή του ούτως ώστε να μπορεί να ξεχωρίσει κανείς την ώρα του περιστατικού ποιος είναι ο πυροσβέστης και ποιος ο εθελοντής.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο θέμα που θέσατε, θέλω να σας πληροφορήσω ότι στην παράγραφο 4 του άρθρου 15 ορίζεται ρητώς ότι σε περίπτωση που λειτουργεί μόνο εθελοντική πυροσβεστική υπηρεσία χωρίς να υπάρχει στην ίδια περιοχή πυροσβεστική υπηρεσία δεν χρειάζεται η συνθήκη της γενικής επιφυλακής για να φύγουν εν ώρα εργασίας από τη δουλειά τους οι εθελοντές πυροσβέστες.
Όπου είναι εθελοντική υπηρεσία, χωρίς να υπάρχει Πυροσβεστική Υπηρεσία μόνιμου προσωπικού, δεν χρειάζεται η προϋπόθεση της γενικής επιφυλακής».