Με αφορμή τα συνεχή και εντεινόμενα επεισόδια μεταξύ των οπαδών αθλητικών συλλόγων και τις συνεχείς εκδηλώσεις «αθλητικής βίας» ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Χρήστος Παπουτσής, απευθύνει ανοιχτή επιστολή προς τους παράγοντες και τους φιλάθλους .
«Για πάρα πολλά χρόνια, η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί, καταδικάζει και προβληματίζεται για τα όσα απαράδεκτα και επικίνδυνα συμβαίνουν στον ευρύτερο αθλητικό χώρο.
Οργανωμένοι ή μη οπαδοί των πλέον δημοφιλών ομαδικών αθλημάτων, έχοντας σταδιακά γαλουχηθεί, όχι χωρίς ευθύνη κάποιων εκ των διοικούντων των ομάδων, σε αντιαθλητικές λογικές. Επιδίδονται σε πράξεις βίας και καταστροφής, αδιαφορώντας όχι μόνον για το συμφέρον του Σωματείου στο οποίο πρόσκεινται αλλά και για τις επιπτώσεις των πράξεων τους στους ίδιους, τους συνανθρώπους τους και στη χώρα γενικότερα.
Οι κατ’ ευφημισμόν αυτοί φίλαθλοι, προτάσσουν πάντοτε το φανατισμό και το τυφλό οπαδικό μίσος. Δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται και να συμμερίζονται την κοινή αγωνία, τον κοινό προβληματισμό, την κυρίαρχη λογική κοινωνική αντίληψη ότι βασικές προτεραιότητες της χώρας και των πολιτών αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο είναι η σύμπνοια, η αλληλεγγύη, η κοινή εθνική προσπάθεια.
Τα άτομα που συμμετέχουν στις ομάδες αυτές έχουν, καιρό τώρα, εγκλωβιστεί στην απόρριψη κάθε ανθρώπου που δεν συμφωνεί μαζί τους. Αντί να ανοιχτούν στη ζωή, και να την αντιμετωπίσουν με την περιέργεια της ηλικίας τους, κυριεύονται από φόβο, κλείνονται απέναντι σε ό,τι θεωρούν διαφορετικό, και αποζητούν την ασφάλεια στο μικρόκοσμο της Ομάδας τους. Η ομάδα γίνεται συνώνυμο της κοινωνίας που φοβούνται να γνωρίσουν. Η ζωή στις κερκίδες γίνεται συνώνυμο της ζωής που φοβούνται να ζήσουν. Έχουν αντικαταστήσει λοιπόν, την κοινωνική αλληλεγγύη με τη συμμετοχή σε οργανωμένες «εχθροπραξίες» σε βάρος των οπαδών της αντίπαλης Ομάδας, την πρόοδο με την βελτίωση των καταστροφικών συνεπειών της οπαδικής τους δράσης, τη συνεργασία με την ανταλλαγή χουλιγκανικού τύπου πρακτικών, τον αλληλοσεβασμό και την εκτίμηση για τον συνάνθρωπο με το οπαδικό μίσος, τον εγωισμό, την αδιαφορία για τα κοινά, και τον φανατισμό.
Αυτοί οι μικροί φανατικοί οπαδικοί «στρατοί», επί σειρά ετών αφήνουν τα αρνητικά τους αποτυπώματα στο σώμα του επαγγελματικού, ιδίως, αθλητισμού της χώρας μας και πολλοί συνάνθρωποι μας έχουν βιώσει κατά τρόπο οδυνηρό και, σε κάποιες περιπτώσεις, ανεπανόρθωτο τη βιαιότητα και τα καταστροφικά αποτελέσματα από την εγκληματική τους δράση.
Άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους ή έμειναν μόνιμα σημαδεμένοι από το οπαδικό μένος, πόλεις ολόκληρες αναγκάζονται να περιορίσουν τον ρυθμό ζωής τους ή να υποστούν ζημιές από εκδηλώσεις και ενέργειες οπαδικού φανατισμού.
Τα γήπεδα έχουν πάψει προ πολλού να αποτελούν χώρους αθλητικών συναντήσεων στην αντίληψη των οπαδών και θεωρούνται ως αρένες όπου πρέπει να επικρατήσει ο ισχυρότερος στη βία και όχι ο καλύτερος στην αθλητική απόδοση.
Θα περίμενε κάποιος ότι τουλάχιστον αυτή την εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο τα φαινόμενα αθλητικής βίας θα υποχωρούσαν, η λογική θα υπερίσχυε του οπαδισμού. Όμως, αυτό που η κοινή λογική επιτάσσει ο οπαδικός νους το αρνείται. Έτσι, οι εχθροπραξίες μεταξύ οπαδών συνεχίζονται με κάθε ευκαιρία, το αθλητικό μίσος εκτονώνεται σε βάρος της αντίπαλης ομάδας, σε βάρος των αστυνομικών δυνάμεων αλλά και σε βάρος αθώων πολιτών και η κοινωνία δικαίως αναρωτιέται και προβληματίζεται για το πότε επιτέλους θα σταματήσει αυτός ο καταστροφικός «αθλητικός» πόλεμος.
Μάλιστα, τα τελευταία γεγονότα κατά τις πρόσφατες ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις αποδεικνύουν ότι η κατάσταση επιδεινώνεται περισσότερο και τείνει να εξελιχθεί σε μείζονος σημασίας πρόβλημα, σε μια περίοδο που οι προτεραιότητες και οι ανάγκες της χώρας και της κοινωνίας είναι εκ διαμέτρου αντίθετες, με εκείνες των αδιάφορων για το κοινό συμφέρον, οπαδών.
Είναι γεγονός ότι η Πολιτεία προσπάθησε και προσπαθεί να βρει λύσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Εκδηλώθηκαν και εξακολουθούν να εκδηλώνονται προς το σκοπό αυτό συνεργασίες των αρμοδίων κρατικών φορέων με τους εκπροσώπους των αθλητικών Σωματείων, ανταλλάσσονται απόψεις, υπήρξαν νομοθετικές παρεμβάσεις, κ.α.
Στο πλαίσιο αυτό, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Ελληνική Αστυνομία έχουν αναπτύξει ιδιαίτερη δραστηριότητα και έχουν εκδηλώσει πολύπλευρες πρωτοβουλίες για την επίλυση του προβλήματος. Έχουν υποβάλλει συγκεκριμένες τεκμηριωμένες προτάσεις, έχουν αναλάβει νομοθετικές πρωτοβουλίες στο χώρο ευθύνης τους (υπενθυμίζεται η πρόσφατη ίδρυση Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένης Αθλητικής Βίας στις Διευθύνσεις Ασφάλειας Αττικής και Θεσσαλονίκης, η προγενέστερη χρονικά θεσμοθέτηση των Αθλητικών Συνδέσμων ώστε να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των ομάδων και της Ελληνικής Αστυνομίας στην αντιμετώπιση της βίας από οπαδούς τους κ.τ.λ.) και διαθέτουν μεγάλο αριθμό αστυνομικών δυνάμεων και μέσων σε κάθε αθλητική συνάντηση για τη λήψη μέτρων τάξης, ασφάλειας και τροχαίας και για την προστασία και τη διευκόλυνση των αθλητικών αποστολών, των διαιτητών και των φιλάθλων.
Όμως οι προσπάθειες αυτές, όπως αποδεικνύεται, δεν είναι, στο σύνολο τους, όσο πρέπει αποτελεσματικές. Και δεν είναι αποτελεσματικές γιατί η πρόθεση, η αντίληψη και η ενεργός συμμετοχή όλων των μερών δεν είναι κοινές και ισόρροπες.
Δεν είναι δυνατόν Πολιτεία, Σωματεία, Αστυνομία να συζητούν, να συμφωνούν, να επικυρώνουν τη βούληση τους για την πάταξη της βίας στους αθλητικούς χώρους και τις αμέσως επόμενες ημέρες:
- οι οργανωμένοι οπαδικοί στρατοί να συμπλέκονται μεταξύ τους, να αναστατώνουν ολόκληρες συνοικίες και πόλεις και να καταστρέφουν δημόσιες και ιδιωτικές περιουσίες
- οι συγκροτημένες ομάδες χούλιγκανς να μεταφέρονται και να εισέρχονται σε γήπεδα αντίπαλης ομάδας παρά τη σχετική απαγόρευση των μετακινήσεων
- οι Σύνδεσμοι των οργανωμένων οπαδών όχι μόνον να μη διαλύονται αλλά, αντιθέτως, να αναβαθμίζονται, να διευρύνουν και να ενισχύουν την καταστροφική τους δράση, να προσελκύουν νέα και ανήλικα ακόμη μέλη, και τα Γραφεία τους να μεταβάλλονται σε «γιάφκες» απόκρυψης «πολεμικού» υλικού και ορμητήρια ταραξιών
- οι ίδιοι οπαδοί να μετατρέπονται σε νυχτερινούς σαμποτέρ προκειμένου να πλήξουν τον αντίπαλο «εχθρό» τοποθετώντας εκρηκτικούς μηχανισμούς σε Γραφεία, καταστήματα και αυτοκίνητα
- διοικητικά στελέχη και εκπρόσωποι μεγάλων και ιστορικών Σωματείων, αντί να κάνουν αυτοκριτική για τις ευθύνες τους, να καταδεικνύουν υποκριτικά ως υπεύθυνους, δήθεν, της απαράδεκτης αυτής κατάστασης Υπουργούς και στελέχη της Κυβέρνησης και Κρατικών Υπηρεσιών επειδή εφαρμόζουν το νόμο, αλλά δεν εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της Ομάδας – Εταιρείας τους
- οπαδικά έντυπα, αντί να αμβλύνουν τις επικίνδυνες οπαδικές αντιθέσεις, να επιχειρούν να τις οξύνουν περισσότερο
- αθλητές να επιτίθενται φραστικά σε διαιτητές, παράγοντες να βρίζουν και να χειροδικούν σε βάρος αντιπάλων
- «φονικά» ραντεβού μεταξύ οπαδών να ματαιώνονται την τελευταία στιγμή χάρη στην άμεση και καίρια παρέμβαση της Ελληνικής Αστυνομίας
- εκρηκτικοί μηχανισμοί να τοποθετούνται σε οχήματα, καταστήματα ή σπίτια διαιτητών και να εκτοξεύονται απειλές ή υπονοούμενα σε βάρος τους με σκοπό τον εκφοβισμό τους
Δεν είναι δυνατόν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες και οι υπεύθυνοι παράγοντες των Συλλόγων αντί να νουθετούν, να συγκρατούν, να αποτρέπουν τους οπαδούς τους από πράξεις μίσους, βίας και καταστροφής να συντάσσονται με αυτούς, να δικαιολογούν τις πράξεις τους και να αδιαφορούν στο γεγονός ότι με τον τρόπο αυτό υποβαθμίζεται εντέλει το αθλητικό προϊόν που διαθέτουν και κατ’ επέκταση τα σχετικά συμφέροντα τους.
Δεν είναι, επίσης, δυνατόν το ζήτημα της αθλητικής βίας, ένα ζήτημα το οποίο θα έπρεπε, αν όχι αποκλειστικά τουλάχιστον κατά κύριο λόγο, να αποτελεί υπόθεση των αρμοδίων Αθλητικών Αρχών, Σωματείων και Εταιρειών, να μετατρέπεται μονίμως σε αστυνομικό πρόβλημα, αλλοιώνοντας με τον τρόπο αυτό τα ουσιαστικά αίτια που το προκαλούν, μεταφέροντας τεχνηέντως τις πραγματικές ευθύνες σε άλλο χώρο και υποσκάπτοντας τις προσπάθειες εξεύρεσης μιας αποτελεσματικής και πάγιας λύσης.
Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Ελληνική Αστυνομία έχουν επωμιστεί ένα σημαντικό για τη χώρα και την κοινωνία έργο. Το οποίο, ειδικά την περίοδο αυτή, αποτελεί ζήτημα ύψιστης εθνικής και κοινωνικής προτεραιότητας. Ένα έργο που αφορά στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, στην προστασία του κράτους και των πολιτών χάρη στη διαμόρφωση και διασφάλιση ενός περιβάλλοντος ευνομίας, ευταξίας και ασφάλειας που θα επιτρέψει στη χώρα και στην κοινωνία να ανατάξουν τις δυνάμεις τους, να ξεπεράσουν την κρίση, να υπερασπιστούν όσα με κόπο και ιδρώτα απέκτησαν και να οργανώσουν το μέλλον τους σε πιο στέρεες και ορθολογικές βάσεις.
Αυτή είναι η κυρίαρχη προτεραιότητα μας, αυτοί είναι οι στόχοι μας, αυτό απαιτεί η χώρα από εμάς.
Αυτό είμαστε υποχρεωμένοι να πράξουμε και θα πράξουμε. Με αποφασιστικότητα, υπευθυνότητα και αποτελεσματικότητα.
Στην προσπάθειά μας αυτή δεν έχουμε ούτε τη διάθεση, ούτε την πολυτέλεια, ούτε το δικαίωμα να αναλώνουμε τους πόρους που η Πολιτεία μας διαθέτει, είτε έμψυχο δυναμικό είτε υλικοτεχνικό εξοπλισμό και μέσα, για την ατέρμονη αυτή και επιτρέψτε μου την έκφραση «ανόητη» διελκυστίνδα μεταξύ των διαφόρων οπαδικών και Σωματειακών συμφερόντων.
Ας αναλάβουν όλοι τις ευθύνες τους. Κυρίως οι παράγοντες των Ομάδων. Ας καταλάβουν, ότι ο αθλητισμός είναι θέαμα, είναι χαρά, είναι γιορτή. Δεν είναι πόλεμος, δεν είναι πεδίο εχθροπραξιών και αντιπαράθεσης. Ας σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Ας νουθετήσουν το κοινό τους, ας αποκηρύξουν, επιτέλους τις καταστροφικές και επικίνδυνες πρακτικές των οργανωμένων οπαδών τους.
Δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί η διαχρονική αυτή παθογένεια.
Δεν είναι δυνατόν να χάνονται ανθρώπινες ζωές, να καταστρέφονται περιουσίες, να βλέπουμε νέα παιδιά να καταστρέφουν τις ζωές τους επειδή ποτέ κανείς δεν τα μύησε στο αθλητικό ήθος, δεν τα απέτρεψε από τη βία, επειδή κάποιοι εκμεταλλευόμενοι τον νεανικό ενθουσιασμό και την αγάπη για την ομάδα τους, τα έσπρωξαν στο συλλογικό μίσος και στην ανομία.
Πρέπει επιτέλους να δοθεί ένα τέλος σ’ αυτόν τον κλιμακούμενο πόλεμο. Αν οι παράγοντες δεν θέλουν ή δεν μπορούν να το πράξουν, ας το πράξει η Πολιτεία μέσω των αρμοδίων θεσμικών οργάνων. Δεν αρκεί να τιμωρούνται αυστηρά μόνο οι φυσικοί αυτουργοί. Πρέπει να αυστηροποιηθούν και να εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση οι προβλεπόμενες ποινές και σε βάρος των ηθικών αυτουργών και των Συλλόγων. Όλων των Συλλόγων, χωρίς καμία εξαίρεση.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το πρόβλημα δεν είναι αστυνομικό και δεν δύναται να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με τα αστυνομικά μέτρα, με αστυνομική καταστολή.
Το ζήτημα της αθλητικής βίας είναι ζήτημα αθλητικής παιδείας, είναι ζήτημα κοινωνικό, ζήτημα που απαιτεί κοινή βούληση, κοινή προσπάθεια. Μπορεί η ανάδειξη των αστυνομικών παραμέτρων του προβλήματος να αποτελεί για ορισμένους βολική λύση, όμως σίγουρα αυτή δεν είναι η καλύτερη λύση. Είναι απλώς ένας σκόπιμος αποπροσανατολισμός προκειμένου να καλυφθούν τα πραγματικά αίτια και οι υπεύθυνοι αυτής της απαράδεκτης κατάστασης .
Βεβαίως, η Ελληνική Αστυνομία θα εξακολουθήσει να πράττει το καθήκον της. Θα εξακολουθήσει να προστατεύει την τάξη και τους πολίτες. Θα εξακολουθήσει να προστατεύει τους φιλάθλους, τις αθλητικές αποστολές, τους διαιτητές, τους παράγοντες των ομάδων από πράξεις βίας εναντίον τους.
Όμως, για μια πολιτισμένη και δημοκρατική χώρα, είναι εθνικά επιζήμιο και κοινωνικά απαράδεκτο, κάθε Σαββατοκύριακο και κάθε εμβόλιμη αγωνιστική, πολλές περιοχές της χώρας να τελούν υπό κατάληψη από οργανωμένους οπαδούς, να βρίσκονται σε συνθήκες «εμπόλεμης κατάστασης» και η Ελληνική Αστυνομία να απασχολείται σχεδόν αποκλειστικά στη λήψη μέτρων τάξης για την αποτροπή ή την καταστολή επεισοδίων, την ώρα που οι πραγματικές αστυνομικές και κοινωνικές ανάγκες επιβάλλουν την παρουσία και τη δράση της και σε άλλους χώρους και για σημαντικότερους λόγους και αιτίες.
Προκειμένου να αντιληφθεί κάποιος το εύρος της απασχόλησης της Ελληνικής Αστυνομίας για τη λήψη μέτρων τάξης – ασφάλειας – τροχαίας σε αθλητικές συναντήσεις, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα ακόλουθα στοιχεία:
- κατά την αγωνιστική περίοδο 2009 – 2010 διατέθηκαν συνολικά 107.024 αστυνομικοί,
- κατά την αγωνιστική περίοδο 2010 – 2011 διατέθηκαν 132.015 αστυνομικοί, ήτοι αύξηση κατά 22,55%,
- από τους διατεθέντες κατά την προηγούμενη αγωνιστική περίοδο (2010 – 2011) αστυνομικούς, 48.297 διατέθηκαν στην περιοχή της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, 32.892 στην περιοχή της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Θεσσαλονίκης και 48.826 στην υπόλοιπη χώρα,
- κατά την ίδια αγωνιστική περίοδο από την Ελληνική Αστυνομία ελήφθησαν μέτρα τάξης – ασφάλειας – τροχαίας σε 3.665 αθλητικές συναντήσεις και συνελήφθησαν για διάφορα αδικήματα 394 άτομα από τα οποία 76 καταδικάστηκαν, 24 αθωώθηκαν, σε 12 επιβλήθηκαν παρεπόμενες ποινές και για 321 εκκρεμούν οι ποινικές δίκες,
- το συνολικό κόστος αυτών των μέτρων της προηγούμενης αγωνιστικής περιόδου ανήλθε στο ποσό των 12.673.440 ευρώ μόνο για τις προγραμματισμένες αθλητικές συναντήσεις.
Το πιο ανησυχητικό. Μεγάλο ποσοστό των συλληφθέντων είναι νέα παιδιά.
Είναι καιρός πια να πρυτανεύσει η λογική. Είναι καιρός η έννοια του αθλητισμού να επανέλθει στη σωστή της διάσταση. Είναι καιρός ο ίδιος ο αθλητικός χώρος, να αποβάλλει ό,τι τον καταστρέφει, ό,τι τον λερώνει, ό,τι τον απειλεί. Είναι καιρός οι υπεύθυνες αθλητικές αρχές να δράσουν όπως επιβάλλεται, όπως μπορούν και όπως οφείλουν. Είναι καιρός, είναι ανάγκη πλέον, όλοι μαζί και καθένας χωριστά, να προστατέψουμε αυτή τη χώρα και τους εαυτούς μας από φαινόμενα σήψης, παρακμής και πολιτισμικής κατάπτωσης.
Δεν είναι δυνατόν η χώρα που γέννησε την αθλητική ιδέα και την πραγματική δημοκρατία και προσδιόρισε την έννοια του ευ αγωνίζεσθαι να υφίσταται φαινόμενα και συμπεριφορές που αμαυρώνουν την αθλητική ιστορία και τον πολιτισμό της, βλάπτουν την οικονομία της και απειλούν τη συνοχή της κοινωνίας της.
Ας κοιτάξουμε λοιπόν κατευθείαν, χωρίς να εθελοτυφλούμε, το πρόβλημα και ας το αντιμετωπίσουμε ριζικά και αποφασιστικά. Ας αποφασίσουν επιτέλους οι αθλητικές αρχές να επιδείξουν την επιβαλλόμενη αυστηρότητα και οι υπεύθυνοι παράγοντες των Ομάδων την ειλικρίνεια, την ευθύτητα και τη βούλησή τους να παρέμβουν στην επίλυση του προβλήματος, απέχοντας από μεθόδους και συμπεριφορές που οξύνουν την ένταση και το φανατισμό στους αθλητικούς χώρους και αποκηρύσσοντας ενεργά και με σαφήνεια τις πράξεις βίας και καταστροφής των οργανωμένων οπαδών τους. Είναι στο χέρι τους. Υποχρεούνται να το πράξουν. Μπορούν να το πράξουν.
Ας συνδράμουμε όλοι στην προσπάθεια αυτή. Γονείς, δάσκαλοι, κοινωνία. Ας σκύψουμε πάνω στα νέα παιδιά. Να τα διδάξουμε, να τα κατευθύνουμε, να τα νουθετήσουμε. Να τους μάθουμε την πραγματική έννοια του αθλητισμού, να τους εξηγήσουμε το νόημα και τη σημασία του ευ αγωνίζεσθαι, να τους αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται μια αθλητική αναμέτρηση. Να επανασυνδέσουμε την αθλητική ιδέα με την άμιλλα, την ευγένεια, το δίκαιο, τη χαρά, το θέαμα. Να εξασφαλίσουμε στην ελληνική οικογένεια τη δυνατότητα να απολαμβάνει τη χαρά του κάθε αθλήματος. Να σμίξουμε ξανά τον αθλητισμό με τον πολιτισμό».