Την περαιτέρω διερεύνηση των συνθηκών της επίθεσης στον πρώην υπουργό Γιώργο Βουλγαράκη, τον Μάιο του 2006, ζητούν οι κατηγορούμενοι Παναγιώτα Ρούπα και Νίκος Μαζιώτης, δύο εκ των τριών κατηγορουμένων που έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή στην οργάνωση «Επαναστατικός Αγώνας».
Ζητούν μάλιστα να καταθέσουν ως μάρτυρες δύο αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής που είχαν εξετάσει τα υπολείμματα του εκρηκτικού μηχανισμού αφού εκείνος εξερράγη.
Στόχος τους είναι να αποδείξουν ότι ο εκρηκτικός μηχανισμός πυροδοτήθηκε με τηλεχειρισμό, επομένως το γεγονός ότι η βόμβα δεν έπληξε τον πρώην υπουργό οφείλεται σε επιλογή της οργάνωσης προκειμένου να μην κινδυνεύουν διερχόμενοι πολίτες και όχι σε αστοχία του εγχειρήματος.
Υπενθυμίζεται ότι στην κατάθεσή του στην προηγούμενη συνεδρίαση, ο πρώην υπουργός, περιγράφοντας το πώς έζησε ο ίδιος το περιστατικό είχε αναφέρει πως διαπίστωσε ότι είχε ξεχάσει το χαρτοφύλακα του, για αυτό το λόγο επέστρεψε στο σπίτι του τη στιγμή της έκρηξης. Παράλληλα αναφερόμενος στην φύση της οργάνωσης είχε κάνει λόγο για «σκληρή οργάνωση που επιθυμούσε αίμα». «Τόσο ο Βουλγαράκης όσο και το κατηγορητήριο, το οποίο ψεύδεται μιλώντας για ορολογιακό μηχανισμό, ενώ παρακάτω αναφέρει ότι ο μηχανισμός ήταν τηλεχειριζόμενος, προσπαθούν να συκοφαντήσουν τον Επαναστατικό Αγώνα και να τον παρουσιάσουν σαν οργάνωση που χτυπούσε "τυφλά"», είπε η Π. Ρούπα. «Στη συγκεκριμένη ενέργεια στόχος ήταν ο Βουλγαράκης. O Επαναστατικός Αγώνας δε θα διακινδύνευε ποτέ τη ζωή ενός πολίτη, γι αυτό και αποφασίστηκε η ματαίωση της ενέργειας και η πυροδότηση του μηχανισμού σε μια στιγμή που δε θα διακινδύνευε κανείς, έστω και αν αυτό δε μας βοηθούσε πολιτικά», συμπλήρωσε.
Το δικαστήριο δέχτηκε να καλέσει τους δύο αστυνομικούς ως μάρτυρες στην επόμενη συνεδρίαση, καθώς και έναν αξιωματικό του Τμήματος Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών, ο οποίος ήταν επίσης παρών στο περιστατικό.