13/3/12

Το «αταίριαστο ζευγάρι» της Artisti Italiani

Συνελήφθη για χρέη 2,2 εκατ. ευρώ ο 55χρονος Τσαγκαμίλης Γιώργος της εταιρείας ρούχων Artisti Italiani.

Διαβάστε όμως και τι είχε γίνει το χειμώνα του 1997 με τη δικαστική διαμάχη ανάμεσα στον κ. Τσαγκαμίλη και το συνέταιρό του Αχιλλεά Μπακαρό:

ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟ του 1995 η ολλανδική τράπεζα ΑΒΝ AMRO Bank, με την ευθύνη της ως συμβούλου της εταιρείας Artisti Italiani στη διάθεση μετοχών της σε χρηματιστηριακές εταιρείες και αμοιβαία κεφάλαια, δίνει τη δυνατότητα σε όλους όσοι αγοράσουν μετοχές να τις γυρίσουν πίσω ­ παίρνοντας τα λεφτά τους και με τόκο 13,90% ­ σε περίπτωση όπου η γνωστή φίρμα ενδυμάτων δεν καταφέρει να μπει ώς το τέλος του 1996 στο Χρηματιστήριο. Η παροχή αυτού του δικαιώματος επαναγοράς των μετοχών λειτούργησε καταλυτικά υπέρ της συμμετοχής των θεσμικών επενδυτών στην ιδιωτική τοποθέτηση με την οποία η εταιρεία ενίσχυσε τα κεφάλαιά της με ποσόν περίπου 1 δισ. δρχ. Το παρασκήνιο αλλά και οι παρενέργειες αυτής της ιδιωτικής τοποθέτησης, αν και αποτελούν ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο, «ρίχνουν φως» στις βασικές πτυχές της επιχειρηματικής υπόθεσης που έφθασε την περασμένη εβδομάδα στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων, με τους άλλοτε Διόσκουρους μετόχους (Αχιλλέας Μπακαρός και Γιώργος Τσαγκαμίλης) να αλληλοκατηγορούνται για τα πιο απίθανα πράγματα ­ αν και πριν από έναν περίπου χρόνο και οι δύο έδιναν όρκους αιώνιας πίστης σε μια προσωπική - επιχειρηματική σχέση που άρχισε την άνοιξη του 1993.
«Δεν έχω σκεφθεί ποτέ ότι θα χωρίσουμε. Το μόνο που μπορώ να φαντασθώ είναι δυο γερόντια να διηγούνται μετά από χρόνια όσα έζησαν μαζί. Σαν τον Τζακ Λέμον και τον Γουόλτερ Ματάου στην ταινία "Αταίριαστο ζευγάρι"», έλεγε ο κ. Γ. Τσαγκαμίλης σε κοινή τους συνέντευξη («Το Βήμα», 25.2.1996), για να συμπληρώσει ο κ. Α. Μπακαρός: «Μας βγήκε σε καλό η γνωριμία μας ­ και προσωπικά γιατί γίναμε φίλοι αλλά και επιχειρηματικά γιατί η εταιρεία προόδευσε».
Σήμερα ο «Τζακ Λέμον» και ο «Γουόλτερ Ματάου» είναι απλώς δύο αντίδικοι αποφασισμένοι να περάσουν μήνες ή και χρόνια στις παγερές αίθουσες των δικαστικών μεγάρων όπου θα ακουσθούν ιστορίες για «ροζ χαρτάκια» συναλλάγματος, για «φορολογικούς παραδείσους», για εταιρείες - «βιτρίνες» ή για εταιρείες - «μαϊμούδες», για «δισεκατομμύρια που πέταξαν από τα ταμεία», για «υπερτιμολογήσεις και υποτιμολογήσεις», για τον ρόλο των φίλων και των συγγενών. Το ρήγμα όμως των επιχειρηματικών αλλά και των προσωπικών τους σχέσεων αφήνει στον... αέρα ιδιώτες και θεσμικούς επενδυτές που τοποθέτησαν τα κεφάλαιά τους στην εταιρεία Artisti Italiani.
Οι μέτοχοι που έβαλαν 1 δισ. δρχ. τον Δεκέμβριο του 1995 ­ χρηματιστές, αμοιβαία κεφάλαια και επώνυμοι επιχειρηματίες των Αθηνών ­ όχι μόνο δεν πήραν πίσω τα χρήματά τους αλλά δεν βρήκαν ούτε καν το δίκιο τους. Ο μόνος από όλους όσοι είχαν ευθύνη για την πώληση των μετοχών ο οποίος εμφανίστηκε ενώπιόν τους, όπως οι ίδιοι οι θεσμικοί επενδυτές βεβαιώνουν, και προθυμοποιήθηκε να συμβάλει στο μέτρο των δυνατοτήτων του στην εκκαθάριση αυτής της οικονομικής - ηθικής εκκρεμότητας ήταν ο κ. Μπακαρός· ούτε ο πρόεδρος της εταιρείας κ. Τσαγκαμίλης, που έκανε από την αρχή ώς το τέλος τις διαπραγματεύσεις με τους επενδυτές, ούτε πολύ περισσότερο τα νυν και πρώην στελέχη της ολλανδικής τράπεζας που περιέβαλε τη συγκεκριμένη πράξη με το διεθνές κύρος, την αξιοπιστία και τη φερεγγυότητά της.
Η ΑΒΝ AMRO ουδέποτε, όπως προκύπτει από επίσημα έγγραφα, θέλησε να δώσει ουσιαστική απάντηση για την τύχη του δικαιώματος ­ που αποτελεί ένα ιδιαίτερο χρηματοοικονομικό προϊόν ­ που η ίδια είχε παράσχει σε θεσμικούς επενδυτές. Το δικαίωμα που είχε δοθεί προέβλεπε τα εξής: «Η εταιρεία προτίθεται να ολοκληρώσει τη διαδικασία εισαγωγής των μετοχών της εντός του 1996 και έχει έλθει σε συμφωνία με την τράπεζα ΑΒΝ AMRO να δώσει... τη δυνατότητα (option) να πωλήσουν στην εταιρεία τις μετοχές που τους αντιστοιχούν στην τιμή αγοράς (1.300 δρχ. ανά μετοχή) πλέον ενός ποσοστού ίσου με 13,90% ετησίως. Οι πελάτες σας διατηρούν αυτό το δικαίωμα αν η εισαγωγή των μετοχών της εταιρείας δεν έχει ολοκληρωθεί την 31η Δεκεμβρίου 1996 και δύνανται να το εξασκήσουν οποιαδήποτε στιγμή μετά την 1η Ιανουαρίου 1997».
Η εταιρεία Artisti Italiani δεν έφθασε στις καθορισμένες προθεσμίες στον προορισμό της, δηλαδή στη χρηματιστηριακή αγορά της Σοφοκλέους, και το δικαίωμα που είχαν στα χέρια τους οι θεσμικοί επενδυτές ήλθε η στιγμή να «εξαργυρωθεί». Κάτι τέτοιο όμως δεν έγινε ποτέ. Οι πρώτες εργάσιμες ημέρες του 1997 πέρασαν άπρακτες αφού ουδείς εκ των θεσμικών επενδυτών κλήθηκε στα γκισέ της ολλανδικής τράπεζας να επιστρέψει τις μετοχές και να πάρει πίσω τα λεφτά του μαζί με τους τόκους.
«Ούτε φωνή ούτε ακρόαση» από τους Ολλανδούς και οι θεσμικοί επενδυτές, που κατείχαν το 14% περίπου των μετοχών της γνωστής εμπορικής φίρμας, στράφηκαν προς τους δύο μετόχους που διηύθυναν τις τύχες της. Από τους δύο μετόχους, που εν τω μεταξύ είχαν δεχθεί να ενεχυριάσουν το μεγαλύτερο μέρος των μετοχών τους στην Τράπεζα Εργασίας η οποία ήταν και συνεχίζει να είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής τους, ο μόνος που προσφέρθηκε με προσωπικές εγγυήσεις να δώσει πίσω τα χρήματα των επενδυτών ήταν ο κ. Μπακαρός.
Ο διακανονισμός με τους θεσμικούς επενδυτές ­ προκειμένου να καταβληθούν τα χρήματά τους ­ ήταν και η βασική αιτία που οδήγησε τον έτερο των Διόσκουρων μετόχων στα δικαστήρια πίσω από το άρμα της μικρής σε μέγεθος αυστριακής τράπεζας Central Wechsel und Creditbank Α.G, που ελέγχεται κατά 100% από την ουγγρική τράπεζα Magyar Nemzeti Bank. Και αυτό γιατί, αν ο κ. Μπακαρός τα καταφέρει και ξεπληρώσει τις υποχρεώσεις της εταιρείας προς τους θεσμικούς επενδυτές, θα είναι εκείνος που θα γίνει ο κυρίαρχος του παιχνιδιού καθώς θα διαθέτει πολύ περισσότερες μετοχές από τον μέχρι πρότινος συνεταίρο και φίλο του. Με δυο λόγια, το ποσοστό των θεσμικών επενδυτών ­ το 14% περίπου του συνόλου των μετοχών ­ όχι μόνο αξίζει χρυσάφι αλλά ήταν και παραμένει το «κουμπί» της όλης υπόθεσης. Τα υπόλοιπα των αστικών ή ποινικών παραμέτρων της υπόθεσης θα ξεκαθαριστούν από τα δικαστήρια. Το μυστικό των μετόχων
Η μετοχική σύνθεση της Artisti Italiani είναι γνωστή και στις πιστώτριες τράπεζες και στους θεσμικούς επενδυτές αλλά και στα δικαστήρια. Από αυτή τη μετοχική σύνθεση προκύπτει ότι η αυστριακή τράπεζα ουγγρικών συμφερόντων, η οποία κίνησε και τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, παρ' ότι εμφανίζεται να κατέχει το 5% περίπου των μετοχών της γνωστής φίρμας, δεν έχει περάσει ποτέ στα βιβλία των μετόχων. Το όνομά της δεν υπάρχει στο μετοχολόγιο της εταιρείας (ούτε πριν ούτε μετά την ιδιωτική τοποθέτηση), αν και οι μετοχές της Artisti Italiani ήταν και παραμένουν ονομαστικές.
Πρώτος σε δύναμη μέτοχος είναι ο κ. Μπακαρός με 2.555.000 μετοχές και ακολουθεί ο κ. Τσαγκαμίλης με 2.500.000 μετοχές. Από τις μετοχές που κατέχουν οι πρώην συνεταίροι και φίλοι 2.932.500 μετοχές (το 51% περίπου του συνόλου του μετοχικού κεφαλαίου) είναι ενεχυριασμένες στην Τράπεζα Εργασίας, η οποία έχει και μπορεί ανά πάσα στιγμή να ασκεί και τα δικαιώματα ψήφου αυτών των μετοχών. Τρίτος σε δύναμη μέτοχος της εταιρείας είναι το Ιονική Μετοχικό Αμοιβαίο Κεφάλαιο (με 100.000 μετοχές) και ακολουθούν αρκετοί θεσμικοί, όπως η εταιρεία επενδύσεων χαρτοφυλακίου Επενδύσεις Εργασίας (50.000 μετοχές), δύο αμοιβαία κεφάλαια της ασφαλιστικής εταιρείας Ασπίς Πρόνοια (από 50.000 μετοχές το καθένα), η Ασπίς Επενδυτική (με 40.000 μετοχές), το αμοιβαίο κεφάλαιο Αξιών Εισοδήματος της Αγροτικής Τράπεζας (που πήρε 40.000 μετοχές από δεύτερο χέρι), ο χρηματιστής κ. Βασίλης Χατζηλίας, η εισηγμένη στο Χρηματιστήριο εταιρεία Μυτιληναίος ΑΕ και πάνω από δέκα ιδιώτες επενδυτές.
Οι περισσότεροι από τους μετόχους που δέχθηκαν να μπουν στην εταιρεία με την προοπτική της εισόδου της στο Χρηματιστήριο δεν είχαν για μήνες την παραμικρή ενημέρωση για τα διαδραματιζόμενα στα ενδότερα της Artisti Italiani. Ετσι αγνοούσαν και τις προσωπικές συγκρούσεις των βασικών μετόχων που ασκούσαν τη διοίκηση της εταιρείας αλλά και τις σχέσεις των βασικών μετόχων με τις πιστώτριες τράπεζες. Οσα συνέβησαν τους μήνες όπου υπήρχε διαδεδομένη η αντίληψη στην αγορά ότι η Artisti Italiani οδεύει προς τη Σοφοκλέους έγιναν γνωστά εκ των υστέρων και μόνον όταν ο κ. Μπακαρός πήρε το πηδάλιο της διοίκησης, στο τέλος του περασμένου Οκτωβρίου. Οι μέτοχοι που είχαν βάλει το ζεστό χρήμα για την ανάπτυξη της γνωστής φίρμας δεν είχαν κληθεί ούτε σε μία από τις γενικές συνελεύσεις που έγιναν την κρίσιμη περίοδο.
Οι μέτοχοι του 14% ήταν κυριολεκτικά, όπως λένε οι ίδιοι, σε βαθύ σκοτάδι και, όπως ήταν φυσικό, έμαθαν την αλήθεια μετά από μήνες, ακόμη και για τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας στην οποία είχαν τοποθετήσει τα κεφάλαιά τους. Οπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, ένα από τα βασικά σημεία τριβής των δύο πρώην φίλων και συνεταίρων ήταν και το θέμα του ελέγχου των εταιρειών που ήλεγχαν αρκετά από τα καταστήματα της Artisti Italiani. Τόσο ο κ. Τσαγκαμίλης όσο και ο κ. Μπακαρός γνώριζαν την αλήθεια, αλλά απέφυγαν να αποκαλύψουν οτιδήποτε την ώρα που έπρεπε και είχαν την υποχρέωση έναντι των άλλων μετόχων. Σαν να μην έφθανε αυτό, σε σχέδιο ενημερωτικού δελτίου που αφορούσε την εισαγωγή των μετοχών της εταιρείας στην παράλληλη αγορά του Χρηματιστηρίου και είχε «κυκλοφορήσει» στα γραφεία χρηματιστηριακών εταιρειών και θεσμικών επενδυτών τους πρώτους μήνες του 1996 υπάρχει λίστα των 24 καταστημάτων της Artisti Italiani, από το παλαιότερο κατάστημα της Δροσοπούλου ως το νεότερο της Γλυφάδας, χωρίς την παραμικρή αναφορά στο ιδιαίτερο ιδιοκτησιακό καθεστώς τους.
Σε αυτή τη λίστα φιγουράρουν, μεταξύ άλλων, δύο από τα νεότερα καταστήματα της φίρμας στην Αθήνα ­ το κατάστημα της Ερμού και το κατάστημα της Σόλωνος ­ που δεν ανήκουν στην ίδια την Artisti Italiani, αλλά σε άλλες εταιρείες που ελέγχονται από τους βασικούς μετόχους (σε προσωπική βάση) και από συνεργάτες τους. Η ιδιότυπη αλλά όχι και άγνωστη στα καθ' ημάς επιχειρηματική πρακτική συνεχίζεται σε όλο το διάστημα όπου η εταιρεία επιδιώκει να περάσει το κατώφλι της Σοφοκλέους και βρίσκει εφαρμογή στο μοναδικό κατάστημα που δημιουργείται εκτός της ελληνικής επικράτειας. Συγκεκριμένα το κατάστημα της Βιέννης που φέρει τη φίρμα της εταιρείας ανήκει σε εταιρεία συμφερόντων του κ. Γ. Τσαγκαμίλη.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των καταστημάτων εξακολουθούσε να είναι μια «ιδιωτική υπόθεση», ένα μυστικό που γνώριζαν μόνον οι βασικοί μέτοχοι και οι συνεργάτες τους. Αλλά δεν ήταν μόνον η υποχρέωση ενημέρωσης των υπολοίπων μετόχων (όσων δηλαδή είχαν βάλει τα ωραία τους λεφτά στην ιδιωτική τοποθέτηση του Δεκεμβρίου 1995) που πήγε... περίπατο. Φαίνεται ότι επιχειρήθηκε και η εξαπάτηση όλων όσοι θα αγόραζαν μετοχές όταν η εταιρεία θα έφθανε στη Σοφοκλέους. Και αυτό θα συνέβαινε γιατί τα κέρδη των μεγάλων καταστημάτων θα περνούσαν, μέσω των προσωπικών τους εταιρειών, στις τσέπες των βασικών μετόχων. Το τι θα γινόταν με αυτές τις «προσωπικές» εταιρείες οι νέοι μέτοχοι θα το μάθαιναν κατόπιν εορτής, όταν θα είχαν βάλει και πάλι χρήματα για να αγοράσει η Artisti Italiani πίσω αυτές τις εταιρείες. Σήμερα οι μετοχές αυτών των εταιρειών βρίσκονται ενεχυριασμένες στην Τράπεζα Εργασίας.
Το τι θα γίνει με την τύχη της γνωστής φίρμας το γνωρίζουν και πάλι οι πρώην συνεταίροι και φίλοι που βρίσκονται ως αντίδικοι στα δικαστήρια. Ο καθένας εξ αυτών διαθέτει το δικό του οπλοστάσιο επιχειρημάτων και θα δώσει τη μάχη του μέχρι τέλους.