Αρθρο του Σταύρου Ν. Γεωργίου
Ποινικολόγου
Το 2008 καιγότανε η
Αθήνα, καταστρεφόντουσαν οι περιουσίες των Ελλήνων πολιτών, εμπρησμοί
καθημερινά με κίνδυνο κατά της σωματικής ακεραιότητας και της ζωής ανθρώπων, με
αποτέλεσμα να νεκρώσει για μεγάλο
χρονικό διάστημα το εμπορικό κέντρο της Αθήνας με ανυπολόγιστη οικονομική ζημία
σε βάρος της εθνικής οικονομίας.
Όλοι θυμόμαστε την αιτία του κακού εκείνο τον Δεκέμβρη. Ήταν
η δολοφονία, καταδικαστέα από κάθε άποψη, ενός νέου παιδιού, του Αλέξη
Γρηγορόπουλου.
Αυτό όμως δεν έδινε το δικαίωμα σε «οργανωμένες ομάδες
πολιτών» που τότε, όλως συμπτωματικά, ανήκαν στην άκρα αριστερά και όχι μόνο,
να επιδίδονται σε παντός είδους παρανομίες. Τελέσθηκαν πότε σοβαρότατα
αδικήματα, πολλά μάλιστα σε βαθμό κακουργήματος, μπροστά στα οποία να φαντάζουν
πταίσματα, αυτά για τα οποία εκδόθηκε η παρούσα εγκύκλιος.
Τότε βέβαια η εισαγγελία του Αρείου Πάγου δεν εξέδωσε
παρόμοια εγκύκλιο, «με διευκρινήσεις και οδηγίες» για να μην «δημιουργείται
σύγχυση».
Η τέλεση κάθε αδικήματος, ανεξάρτητα από την ιδεολογική
πολιτική προβιά που φοράει ο δράστης, παραβιάζει τη νομιμότητα και τραυματίζει
την δημοκρατία.
Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Πράγματι «Το Σύνταγμα επιτάσσει
τον σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου». Το σύνταγμα ομως είναι
ελληνικό και είναι λογικό πρωταρχικά να αναφέρεται στην ανθρώπινη αξία εκείνων,
που τυχαίνει να είναι Ελληνες πολίτες.
Γεννώνται λοιπόν ερωτήματα και γίνονται συγκρίσεις, κυρίως
με αφορμή την δικαιολογία της έκδοσης αυτής της εγκυκλίου.
Αλλά και η νομική ερμηνεία που δίδει η εγκύκλιος αυτή, στο
αδίκημα της αντιποίησης αρχής, όπως προκύπτει από μια επισκόπηση των Ποινικών
Χρονικών της τελευταίας εικοσαετίας, δεν φαίνεται να συμβαδίζει με την
νομολογία του Αρείου Πάγου. Εξάλλου δεν υπάρχουν και πολλές αποφάσεις.
(βλ. Ενδεικτικά: Α.Π. 1053/1998,
π.Χρ. ΜΘ’ σελ. 582. Α.Π. 917/2005,
Π.Χρ. ΝΣΤ’, σελ. 46, Α.Π. 1527/2007,
Π.Χρ. ΝΗ’, σελ. 441).
Η εγκύκλιος αυτή την οποία φυσικά καλούνται να εφαρμόσουν οι
ασκούντες τις ποινικές διώξεις εισαγγελείς, με απλά λόγια, φέρεται να θεωρεί
π.χ ότι τελεί το αδίκημα της αντιποίησης δικηγορικού επαγγέλματος, κάποιος ο
οποίος ατημέλητος, χωρίς την απαιτούμενη αξιοπρεπή αμφίεση, εμφανίζεται ενώπιον
δικαστηρίου και χωρίς να δηλώσει καν ότι είναι δικηγόρος, αρχίζει να μιλάει.
Υπάρχουν βέβαια και πιο ακραία παραδείγματα δεν ενδείκνυνται όμως για λόγους
σεβασμού, να αναφερθούν στο παρόν.
Δυστυχώς, η έκδοση της εγκυκλίου αυτής, δεν πρέπει να
θεωρείται και από τις ευτυχέστερες στιγμές, της θητείας του κου Ιωάννη Τέντε
στον θώκο του εισαγγελέως του Αρείου Πάγου.