Υπό τις αποδοκιμασίες του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί στο δικαστήρια του Πύργου οδηγήθηκαν σήμερα, Τετάρτη, στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ηλείας η 43χρονη πρεσβυτέρα και ο 41χρονος εραστής της, που κατηγορούνται για τη δολοφονία του 52χρονου ιερέα, το μεσημέρι της Δευτέρας στο 21ο χιλιόμετρο Εθνικής Οδού Πύργου - Κυπαρισσίας, έξω από τους Κρουνούς της Ηλείας.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα για ανθρωποκτονία από πρόθεση κατά συναυτουργία.
«Η τοπική κοινωνία έχει συγκλονιστεί» από το περιστατικό λένε κάτοικοι της περιοχής. Ωστόσο «δεν φαίνεται να έπεσαν από τα σύννεφα», όσοι γνώριζαν εδώ και καιρό για την εξωσυζυγική σχέση της γυναίκας, παρόλα αυτά, όπως λένε, δεν περίμεναν «πως θα έφτανε έως το έγκλημα».
Κατά τις απολογίες τους στους αστυνομικούς της Ασφάλειας το ζευγάρι των δραστών παραδέχθηκε την εμπλοκή του στην υπόθεση, αν και ο ένας επιρρίπτει την ευθύνη στον άλλο για το ποιος είχε την ιδέα για την δολοφονία.
Η γυναίκα λέει ότι παρασύρθηκε από τον σύντροφο της, ο οποίος υποστηρίζει ακριβώς τα αντίθετα. Αστυνομικοί, πάντως, σημείωναν πως η πρεσβυτέρα εμφανίζεται τώρα μετανιωμένη, λέγοντας συνεχώς πως δεν έπρεπε να έχει γίνει το έγκλημα, χωρίς ωστόσο να φαίνεται να έχει αντιληφθεί την βαρύτητα της πράξης της.
Όπως προέκυψε από την έρευνα των αστυνομικών η γυναίκα, που κατάγεται από την Ηλεία, με τον 41χρονο, ο οποίος παλαιότερα είχε εκτίσει και ποινή φυλάκισης για υποθέσεις ναρκωτικών, γνωρίστηκαν πριν από περίπου 4-5 μήνες.
Η 43χρονη επικαλέστηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, οικογενειακά προβλήματα, καθώς, όπως έλεγε, το θύμα φέρεται να είχε κάποιες στιγμές βίαιη συμπεριφορά απένταντί της.
Ο 41χρονος ήταν αγρότης, ενώ περαστασιακά έκανε και άλλες δουλειές. Οι δυό τους, λέγεται, σχεδίαζαν να φύγουν στο εξωτερικό για να ζήσουν μακριά από όλους τον έρωτα τους. Ένας από τους πιθανούς προορισμούς ήταν οι ΗΠΑ, όπου ο δράστης έχει συγγενείς.
Σύμφωνα με τους αστυνομικούς «οι δύο δράστες είχαν προσχεδιάσει την εγκληματική τους ενέργεια» και «έστησαν» από κοινού την ενέδρα θανάτου στον ιερέα.
Την Κυριακή το βράδυ η πρεσβυτέρα με τον σύζυγό της, που είχαν φθάσει προ τριημέρου στην περιοχή καταγωγής της για διακοπές από τη Φωκίδα όπου ζούσαν, πήγαν με το αυτοκίνητο μέχρι το χωριό της. Η παπαδιά είχε να πληρώσει κάποιους λογαριασμούς και θα έκαναν και μια περιήγηση στην ευρύτερη περιοχή, όπως υποτίθεται είχαν κανονίσει.
Η 43χρονη ερχόταν κατά διαστήματα και μόνη της στην Ηλεία, αφήνοντας τον ιερέα με τα παιδιά τους στο σπίτι τους στη Φωκίδα με τη δικαιολογία να πληρώνει τους λογαριασμούς και να καθαρίζει το πατρικό της, καθώς οι γονείς της δεν βρίσκονται στη ζωή.
Την Δευτέρα το μεσημέρι, όπως αναφέρεται και στην ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ, η 43χρονη έπειτα από προσυνεννόηση με τον 41χρονο, στάθμευσε σε πάροδο το Ι.Χ επιβατηγό αυτοκίνητο το οποίο οδηγούσε η ίδια, με συνεπιβάτη τον 52χρονο ιερέα.
Στη συνέχεια, προφασιζόμενη σωματική της ανάγκη απομακρύνθηκε από το σημείο, όπου παραμόνευε ο 41χρονος, ο οποίος πυροβόλησε τον ιερέα με μονόκανο κυνηγετικό όπλο που κατείχε παράνομα με αποτέλεσμα να τον σκοτώσει.
Ο δράστης στη συνέχεια πέταξε το όπλο από την κορυφή ενός λοφίσκου που βρίσκεται πολύ κοντά στο σημείο της δολοφονίας σε πυκνή βλάστηση και μέχρι στιγμής δεν έχει εντοπιστεί από τους αστυνομικούς. Ακολούθως επέστρεψε στο χωριό του.
Στην ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. σημειώνεται πως κατά τη διάρκεια της προανάκρισης, «η 43χρονη επιχείρησε να παραπλανήσει τις Αρχές, ισχυριζόμενη ότι ο σύζυγός της δολοφονήθηκε από άγνωστους δράστες, με κίνητρο τη ληστεία».
Στη συνέχεια, ωστόσο, αναίρεσε το σενάριο της ληστείας, αφού οι αστυνομικοί βρήκαν πάνω στον άτυχο ιερέα τα - υποτίθεται κλεμμένα - χρήματα. Τότε υποστήριξε πως ο σύζυγος της δεχόταν απειλές από αγνώστους.
Τελικά έπεσε σε μια σειρά από αντιφάσεις και μετά από λίγες ώρες αποκάλυψε στους αστυνομικούς της Ασφάλειας τι είχε συμβεί. Παράλληλα οι αστυνομικοί της Ηλείας ενημερώθηκαν από τους συναδέλφους τους στη Φωκίδα για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε το ζευγάρι [τοβημα].