1/12/15

O «Μαύρος Δεκέμβρης» του Ρωμανού

Απαντά και για το «βραχιολάκι» μιλώντας για «συμμορία παλιάτσων του ΣΥΡΙΖΑ»

Επιστολή Ν. Ρωμανού με ιστορική αναδρομή για τον «Μαύρο Δεκέμβρη»
Από τη μεταφορά του Ν. Ρωμανού στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Κοζάνης 

Για «συμμορία παλιάτσων του ΣΥΡΙΖΑ που τον κοροϊδεύει» μιλά στην τελευταία επιστολή του από τη φυλακή ο κρατούμενος αντιεξουσιαστής Νίκος Ρωμανός σχετικά με το ενδεχόμενο εξόδου από τη φυλακή, με βάση σχεδιαζόμενη ρύθμιση του υπουργείου Δικαιοσύνης από την οποία θα μπορεί να επωφεληθεί. Επανέρχεται στις αναφορές του για τον «μαύρο Δεκέμβρη», ενώ εξιστορεί τα γεγονότα της 6ης Δεκεμβρίου 2008 και όσα προηγήθηκαν της εν ψυχρώ δολοφονίας του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Ολόκληρη η επιστολή

Όπως αναφέρει ο Ν. Ρωμανός στο υστερόγραφο της επιστολής του, «για να τελειώσει η κοροϊδία των τελευταίων ημερών με την υποτιθέμενη "φωτογραφική" τροπολογία της συμμορίας παλιάτσων του Σύριζα για τις εκπαιδευτικές άδειες ας ξεκαθαριστεί ότι εδώ και τρία χρόνια που είμαι φυλακή δεν έχω πατήσει ποτέ το πόδι μου εκτός και ούτε προβλέπεται κάτι τέτοιο αφού είναι φανερό ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μου δοθεί άδεια από κανέναν εισαγγελέα είτε λέγεται Νικόπουλος είτε Περιμένη. Οπότε τα επικοινωνιακά τρικ του σύριζα είναι κινήσεις εκ του πονηρού για την καλλιέργεια θετικών εντυπώσεων σε όσους αριστερούς ψηφοφόρους του έχουν απομείνει και εκ του ασφαλούς αφού έτσι και αλλιώς σε ένα μήνα τελειώνει το δικαστήριο που με κρατάει υπόδικο και μου έχει γίνει πολύ ξεκάθαρο από την υπηρεσία της φυλακής ότι όσο συνεχίζω να βγάζω κείμενα και να "ενοχλώ" μέσα από την φυλακή πράγμα που θα συνεχίσω να κάνω γιατί δεν σκοπεύω να κάνω εκπτώσεις στην στάση μου το αποτέλεσμα θα παραμένει μονίμως αρνητικό».

Παράλληλα ο Ν. Ρωμανός εξιστορεί τον τρόπο γνωριμίας και τις συνθήκες θανάτου του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου και μιλά για την ανάγκη αυτοδικίας για τον θάνατο του. Όπως σημειώνει, «με τον Αλέξανδρο γνωρίστηκα στο σχολείο, αρχίσαμε να κάνουμε πολλή παρέα καθώς μέναμε σχετικά κοντά. Ήταν ένας άνθρωπος που σιχαίνονταν τους καθωσπρεπισμούς και την υποκρισία που επικρατούσε στο σχολικό μας περιβάλλον. Πάντα έψαχνε να βρει διεξόδους απέναντι σε αυτή τη συνθήκη και κάπου εκεί ταίριαξαν τα χνώτα μας. Γνωριστήκαμε καλά μέσα από τις κοπάνες που κάναμε δραπετεύοντας από τη ρουτίνα της σχολικής πλήξης, τους ατελείωτους περιπάτους μας εξερευνώντας άγνωστα για εμάς σημεία της πόλης, τις καθημερινές μας κουβέντες και τις συζητήσεις μας για όλα όσα μας προβλημάτιζαν.

[...] Γύρω στα 14 είχαμε την πρώτη μας επαφή με τους αναρχικούς, μας άρεσε όταν βλέπαμε στην τηλεόραση εικόνες από συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας, ήταν κάτι που με τις άγουρες αντιλήψεις μας που είχαμε αρχίσει να σχηματίζουμε το θεωρούσαμε ως έναν τρόπο αντίστασης στην καθημερινή αδικία των κοινωνικών ανισοτήτων. Εξάλλου για εμάς που όλη την ημέρα αλητεύαμε σε πάρκα και πλατείες δεν ήταν και δύσκολο να αντιπαθήσουμε την αστυνομία ακόμα και από ένστικτο μπορούμε να πούμε.

[...]θυμάμαι ακόμα η πρώτη πορεία που είχαμε κατέβει ήταν εκείνη της 17ης Νοεμβρίου το 2007. Τότε είχαν υπάρξει συγκρούσεις με τους μπάτσους στις οποίες είχαμε συμμετάσχει και εμείς. Βέβαια τότε ήμασταν πολύ διστακτικοί, απλώς ακολουθούσαμε και αντιγράφαμε τις κινήσεις των ανθρώπων που συγκρούονταν με την αστυνομία.

[...] Ένα σημαντικό σημείο αναφοράς υπήρξε για εμάς η αντιφασιστική πορεία στις 2 Φεβρουαρίου του 2008, τότε είχε καλεστεί συγκέντρωση από την Χρυσή Αυγή για τα Ίμια και οι αναρχικοί είχαν καλέσει σε αντισυγκέντρωση με στόχο να συγκρουστούν με τους φασίστες.
Ήμασταν και εμείς εκεί και είδαμε τους φασίστες να βγαίνουν πίσω από τις γραμμές των ΜΑΤ για να μαχαιρώσουν συντρόφους, είδαμε τα γουρούνια της αστυνομίας να συντονίζουν τις εφόδους τους μαζί τους. Είδαμε συντρόφους να μαχαιρώνονται και φασίστες να τσακίζονται από τα τσεκούρια και τα παλούκια των συντρόφων. Και για να μην ξεχνιόμαστε οι άνθρωποι που βρισκόντουσαν στην εμπροσθοφυλακή των φασιστών είναι τώρα βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου, αναφέρομαι στον Ηλία Παναγιώταρο, τον Γιάννη Λαγό και τον Ηλία Κασιδιάρη πριν αποκηρύξουν το παρελθόν τους και επικαλεστούν την νομιμότητα και την δημοκρατία.

[...] Επόμενο καρέ σε αυτή την αφήγηση είναι εκείνη η καταραμένη νύχτα της 6ης Δεκεμβρίου. Καθόμουν εγώ, ο Αλέξανδρος και κάποια άλλα παιδιά στον πεζόδρομο της Μεσολογγίου όπως κάναμε σχεδόν σε καθημερινή βάση.
Μετά από λίγη ώρα ήρθε ένας σύντροφος και μας πρότεινε να πάμε στην Χαριλάου Τρικούπη να περιμένουμε να περάσει κάποιο περιπολικό για να του πετάξουμε κάτι πέτρες που είχε μαζέψει. Όντως λοιπόν πήγαμε και περιμέναμε ενώ ο Αλέξανδρος καθόταν πιο πίσω. Μετά από λίγη ώρα πέρασε το περιπολικό με τον Κορκονέα και τον Σαραλιώτη.
Χωρίς να το ξέρω το πλήρωμα του χρόνου είχε φτάσει για όλους μας, ήταν η στιγμή που θα άλλαζε τα πάντα. Η κλεψύδρα της ζωής γύρισε την στιγμή που η πέτρα έπεφτε πάνω στο περιπολικό του Κορκονέα. Στην συνέχεια γυρίσαμε και καθίσαμε στον πεζόδρομο μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά ενώ ο Κορκονέας με τον Σαραλιώτη πέρασαν με το περιπολικό από την Ζωοδόχου Πηγής για να δουν ποιοι τους επιτέθηκαν εκεί ξαναπετάχτηκαν από μας προς το περιπολικό κάποια μικροαντικείμενα, αφού λοιπόν είδαν την παρέα μας πήγαν πάρκαραν το περιπολικό στην διμοιρία των ΜΑΤ που φυλούσε τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ και κατέβηκαν πεζοί στην συμβολή των οδών Τζαβέλα και Ζωοδόχου Πηγής.
Μόλις είδαμε τους μπάτσους σηκωθήκαμε για να φύγουμε καθώς πιστέψαμε ότι μαζί με αυτούς θα είχε έρθει και η διμοιρία των ΜΑΤ όπως γίνετε συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις. Εκείνη την στιγμή οι δυο μπάτσοι άρχισαν να βρίζουν και τότε παρατηρήσαμε ότι είχαν έρθει μόνοι τους χωρίς κάποια υποστηρικτική αστυνομική δύναμη. Έτσι κάποιοι από εμάς κινήθηκαν προς το μέρος τους και ο Αλέξανδρος ο οποίος είχε πάει πιο μπροστά τους πέταξε κάτι μπουκάλια μπύρας από αυτά που πίναμε. Μετά από ελάχιστα δευτερόλεπτα ο Κορκονέας έβγαλε το όπλο του και ολοκλήρωσε με σφαίρες την συγκεκριμένη αντιπαράθεση που είχε ξεκινήσει πριν λίγη ώρα.

[...] Πιστεύω στην επαναστατική αυτοδικία και στην προσπάθεια του κάθε ανθρώπου να λύνει μόνος του τους λογαριασμούς του μακριά από την διαμεσολάβηση των μπάτσων, των δικαστών, των νόμων, των φυλακών, της επιστημονικά μελετημένης καταστολής, της τεχνοκρατικής ασχήμιας που λερώνει την ομορφιά των άγριων ενστίκτων και της ελεύθερης βούλησης. Κατά συνέπεια για μένα στους μπάτσους-δολοφόνους αξίζει μια χαοτική πιθανότητα μιας προοπτικής να παρθεί εκδίκηση για όλες τις χαμένες ψυχές που αναζητούν την δική τους βίαιη λύτρωση. Αυτό είναι το μόνο δίκαιο στο δικό μου σύστημα αξιών.

[...] Καθώς νέοι κύκλοι ριζοσπαστικών εμπειριών ανοίγονται δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για την επανεκκίνηση της αναρχικής εξέγερσης από την σύνδεση της με το σημείο αναζωπύρωσης της. Γιατί είναι κοινή παραδοχή ότι ένα κομμάτι της γενιάς των αναρχικών με τις μικρές και μεγάλες διαφωνίες τους που οπλίστηκε μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 και τώρα βρίσκετε κλειδωμένο στα κελιά των ελληνικών φυλακών είχε ως σημείο αφετηρίας της τις νύχτες όπου οι εξεγερμένοι βρισκόντουσαν πίσω από τα οδοφράγματα και η αναρχία ανέπνεε ζωντανή ανάμεσα στα κατεστραμμένα σύμβολα της εξουσίας.

[...] Γιατί ο Μαύρος Δεκέμβρης δεν αποτελεί μια σκηνοθετική επανάληψη προηγούμενων εξεγερτικών γεγονότων αλλά ένα κύκλο αγώνα που συνδέει το παρελθόν με το παρόν αναζητώντας ένα μέλλον όπου η καθημερινότητα μας θα κατακλύζεται από πράξεις επίθεσης και ανταρσίας ενάντια στην εξουσία.

[...] Δεν μετανιώνω για κάτι και εξακολουθώ να πιστεύω ότι η μόνη αξιοπρεπής επιλογή στις μέρες μας είναι αυτή του πολύμορφου ανατρεπτικού αγώνα για την αναρχία. Για όλους τους λόγους του κόσμου η αναμέτρηση μεταξύ του κόσμου της ελευθερίας και του κόσμου της υποδούλωσης θα συνεχιστεί μέχρις εσχάτων.
Τιμή για πάντα σε όλους τους νεκρούς του απελευθερωτικού αγώνα!
Για έναν Μαύρο Δεκέμβρη!»