Επαναδραστηριοποίηση της οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός
Τα τρία πρώην μέλη της RAF που καταζητούνται από τις γερμανικές Αρχές όπως ήταν (επάνω) τη δεκαετία του ‘70 και όπως πιθανόν μοιάζουν σήμερα (κάτω)
Οι Μπάαντερ και Μάινχοφ είναι νεκροί από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Η διαβόητη ομάδα τους έχει αυτοδιαλυθεί, θεωρητικώς και πρακτικώς, από το 1998. Να όμως που οι σκιές της πλανώνται ακόμη στη Γερμανία: οπλισμένοι με εκτοξευτές ρουκετών και Καλάσνικοφ, τρεις 50άρηδες πρώην μέλη της ακροαριστερής τρομοκρατικής οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός (RAF) επέστρεψαν αυτές τις ημέρες με θόρυβο στη δημοσιότητα.
Για δύο δεκαετίες η RAF, ριζοσπαστικό ένοπλο παρακλάδι του κινήματος των φοιτητών του 1968, πραγματοποίησε μια βίαιη εκστρατεία βομβιστικών επιθέσεων, απαγωγών και δολοφονιών που τρομοκράτησαν τη Δυτική Γερμανία.
Τώρα η αστυνομία επιβεβαίωσε ότι τρία πρώην μέλη από τη λεγόμενη «τρίτη γενιά» της RAF συμμετείχαν σε δύο αποτυχημένες επιθέσεις σε τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς χρημάτων έξω από σουπερμάρκετ κοντά στη Βρέμη και στo Βόλφσμπουργκ, στα βόρεια της χώρας.
Και στις δύο σκηνές του εγκλήματος βρέθηκαν ίχνη DNA των τριών πρώην μελών: της 57χρονης Ντανιέλα Κλέτε, του 58χρονου Φόλκερ Στάουμπ και του 47χρονου Μπούρκχαρντ Γκάρβιγκ.
Η πρώτη απόπειρα ληστείας έγινε στις 6 Ιουνίου 2015, σε χώρο στάθμευσης σουπερμάρκετ σε προάστιο της Βρέμης. Δύο μασκοφόροι έκλεισαν τον δρόμο σε φορτηγάκι εταιρείας ασφαλείας που μετέφερε χρήματα και απείλησαν τους επιβαίνοντες με Καλάσνικοφ. Τρίτος συνεργός οδηγούσε ένα άλλο αυτοκίνητο οπλισμένος με εκτοξευτή ρουκετών.
Παρά τους πυροβολισμούς, ο οδηγός του βαν κατάφερε να πατήσει γκάζι και να ξεφύγει. Παρόμοια επίθεση τον Δεκέμβριο του 2015 έξω από άλλο κατάστημα της ίδιας αλυσίδας σουπερμάρκετ, στο Βόλφ-σμπουργκ, κατέληξε σε αποτυχία.
Τι τα θέλουν τα λεφτά;
Το ερώτημα είναι βέβαια τι τα θέλουν τα λεφτά. Μήπως σχεδιάζουν να επανενεργοποιήσουν την οργάνωση που ίδρυσαν ο Αντρέας Μπάαντερ και η Ουλρίκε Μάινχοφ το 1970; Είναι δυνατόν να στρατολογούν μια τέταρτη γενιά ακροαριστερής τρομοκρατίας στη Γερμανία του 2016;
Ολα δείχνουν πως όχι. Η RAF δημιουργήθηκε ως «αντίδραση στην καταστολή και εξουδετέρωση της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς από το γερμανικό κράτος» και κήρυξε τον ένοπλο αγώνα κατά του καπιταλιστικού και ιμπεριαλιστικού κρατικού μηχανισμού στη Δυτική Γερμανία.
Με ένα μείγμα μαρξιστικής - λενινιστικής - μαοϊκής ιδεολογίας η RAF ξεκίνησε ένοπλο αγώνα εναντίον του δυτικογερμανικού κατεστημένου το οποίο κατηγορούσε για αυταρχισμό και στενούς δεσμούς με το Τρίτο Ράιχ.
Οι ακροαριστεροί αντάρτες πόλεων ήταν πίσω από σειρά επιθέσεων, δολοφονιών, απαγωγών και ληστειών τραπεζών σε μια αιματηρή δράση που έφτασε στο αποκορύφωμά της το φθινόπωρο του 1977.
Απολογισμός; Συνολικά 69 νεκροί σε 28 χρόνια (1970-1998): 41 θύματα των τρομοκρατών και 28 μέλη της οργάνωσης.
Η ηγετική ομάδα, ο Αντρέας Μπάαντερ, η φίλη του Γκούντρουν Ενσλιν και η δημοσιογράφος Ουλρίκε Μάινχοφ άφησαν την τελευταία τους πνοή πίσω από τα σίδερα της φυλακής. Δεκάδες μέλη που καταδικάστηκαν εξέτισαν τις ποινές τους και ζουν σήμερα κατά το πλείστον «αμετανόητοι» στις πεποιθήσεις τους αλλά ανενεργοί ως συνταξιούχοι τρομοκράτες. Ορισμένοι έχουν εκδώσει απομνημονεύματα και μόνο οι Κλέτε, Στάουμπ και Γκάρβιγκ καταζητούνται ακόμη από τις Αρχές.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 μια δεύτερη και τρίτη γενιά συνέχισε τη δράση των Μπάαντερ-Μάινχοφ. Αυτή η τελευταία πραγματοποίησε πολλές επιθέσεις υψηλού προφίλ, όπως το 1989, με τη δολοφονία του προέδρου της Deutsche Bank Αλφρεντ Χέρχαουζεν.
Εννέα χρόνια αργότερα, στις 20 Απριλίου 1998, με ένα έγγραφο οκτώ σελίδων που έστειλε με φαξ στο πρακτορείο Reuters η οργάνωση ανακοίνωσε ότι «το αντάρτικο πόλης με τη μορφή της RAF είναι πλέον παρελθόν».
Κομπόδεμα για τα γεράματα
Η αστυνομία καταζητεί τους τρεις «παππούδες» της RAF από το 1999, όταν το DNA τους βρέθηκε στη σκηνή μιας επιτυχημένης ληστείας χρημάτων, πάλι κατά τη μεταφορά με φορτηγάκι, στο Ντούιζμπουργκ. Η λεία ήταν της τάξεως του ενός εκατομμυρίου μάρκων και πολλοί φοβήθηκαν τότε ότι τα χρήματα θα πήγαιναν στη στρατολόγηση νέων μελών.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν όμως δεν υπήρξε αναζωπύρωση της αριστερής τρομοκρατίας, αν και κάποια πρώην μέλη της RAF παραμένουν σκιώδεις φιγούρες που ζουν στην παρανομία.
Οι περισσότεροι πάντως πιστεύουν ότι οι πρόσφατες απόπειρες ληστείας δεν έχουν στόχο την επανεκκίνηση της επανάστασης. Λένε πως τα «απομεινάρια» της RAF μάλλον θέλουν ένα κομπόδεμα για τα γεράματα. «Οι άνθρωποι που έχουν ζήσει για χρόνια στην παρανομία δεν παίρνουν σύνταξη από πουθενά» όπως το έθεσε ένας ειδικός σε χθεσινή εκπομπή της γερμανικής τηλεόρασης.
Ρεύμα ή συμπάθεια στη γερμανική κοινωνία υπέρ της RAF δεν ανιχνεύεται σήμερα. Σε αντίθεση με το 1971, όταν ένας στους τέσσερις Δυτικογερμανούς κάτω των 30 ετών έτρεφε «συμπάθεια» για τη Φράξια Κόκκινος Στρατός. Και ένας στους πέντε έλεγε ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις θα φιλοξενούσε για μια νύχτα έναν «παράνομο αγωνιστή» της οργάνωσης.