18/8/11

Aυτοί βγήκαν νικητές

Είναι απαράδεκτο ο πρώην χρήστης να κινδυνεύει να πάει στη φυλακή για μικροεγκληματικότητα που διέπραξε προκειμένου να εξασφαλίσει τη δόση του» λέει ο κ. Νίκος Μπαβέλλας, που είναι "καθαρός" εδώ και περίπου δυόμιση χρόνια (φωτογραφία Γιώργος Οικονομόπουλος)
Στις 16 Σεπτεμβρίου ξεκινά το πρόγραμμα χορήγησης μεθαδόνης και άλλων υποκατάστατων σε χρήστες ναρκωτικών από τα δημόσια νοσοκομεία της Αττικής, με στόχο την μείωση του αριθμού των ανθρώπων που βρίσκονται στις λίστες αναμονής.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, περίπου 300 θάνατοι ετησίως συνδέονται με την κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών, ενώ περίπου το 40% των κρατουμένων στις φυλακές έχουν καταδικαστεί είτε για υποθέσεις ναρκωτικών είτε για εγκλήματα που συνδέονται με την διακίνηση τους. Υπάρχουν όμως και οι άνθρωποι που πέρασαν από αυτή την ιστορία και -προς το παρόν- αφού «ποτέ δεν μπορείς να είσαι σίγουρος όπως παραδέχονται ακόμα και οι ίδιοι» βγήκαν νικητές.
Το «Βήμα» μίλησε με δυο ανθρώπους που πέρασαν από την θεραπευτική κοινότητα του 18 ΑΝΩ και ζήτησε τις απόψεις τους για τις διαφαινόμενες αλλαγές στη νομοθεσία, αλλά και την προσωπική τους ιστορία.
«Η κάνναβη είναι ναρκωτικό»

Τον κ. Νίκο Μπαβέλλα, 30 ετών, τον συναντήσαμε σε καφετέρια στο κέντρο της Αθήνας, τη μέρα που έχει συμπληρώσει «914 μέρες καθαρός». Έχει υπάρξει χρήστης για περίπου 16 χρόνια. «Μεγάλωσα στην Πετρούπολη. Σχεδόν όλοι οι γνωστοί συνομήλικοι μου έκαναν χρήση, είτε στο σχολείο, είτε στο γήπεδο που πήγαινα, ιδιαίτερα όμως στο στρατό. Ήταν κάτι περίπου φυσιολογικό». Η συζήτηση μαζί του ξεκινά από τα κυβερνητικά σχέδια περί αποποινικοποίησης της χρήσης των ναρκωτικών ή ακόμα και της καλλιέργειας της κάνναβης. «Σε αυτό είμαι 100% αντίθετος. Η κάνναβη είναι ναρκωτικό. Σου δημιουργεί εξάρτηση», λέει. «Αυτό που έχει σημασία είναι η όποια νομοθεσία να μην στέλνει τον χρήστη στη φυλακή αλλά σε πρόγραμμα απεξάρτησης. Και αυτό που είναι τελείως απαράδεκτο και άδικο είναι ο πρώην χρήστης που κάνει προσπάθεια, να έρχεται να αντιμετωπίσει τον νόμο για πράξεις που έκανε όσο ήταν χρήστης για να βρει την δόση του», προσθέτοντας όμως πως «δεν πιστεύω ότι αυτό είναι εύκολο να αλλάξει ριζικά. Από όλο αυτό το σύστημα ζουν ένα σωρό άνθρωποι, δικηγόροι, αστυνομικοί, πραγματογνώμονες ιατροί. Δεν είναι τυχαίο που τα στέκια των εξαρτημένων είναι στο κέντρο της πόλης και εμείς αντιδρούμε σαν να μην τρέχει τίποτα».
Η ζωή για επτά μήνες στο «κλειστό» πρόγραμμα του 18 ΑΝΩ υπήρξε ίσως η πιο ενδιαφέρουσα εμπειρία της ζωής του. Έμαθε, όπως λέει, τον εαυτό του ύστερα και από εκατοντάδες ώρες ψυχοθεραπείας, ατομικής και ομαδικής. «Η ζωή στην κοινότητα έχει ό,τι έχει και σε κάθε άλλη κοινωνία. Και εκεί υπάρχουν φιλίες, έχθρες, συμπάθειες και αντιπάθειες. Αυτό που γίνεται εκεί όμως, και που δεν συμβαίνει πουθενά αλλού, είναι πως τα θέματα δεν θάβονται κάτω από το χαλί, αλλά συζητιόνται. Είναι μια διαφορά που βλέπω πλέον και στους γονείς μου, στις σχέσεις τους με μένα αλλά και μεταξύ τους. Ήταν ένα ζευγάρι που δεν συζητούσε ποτέ. Από τη στιγμή που εξαιτίας της δικής μου κατάστασης έκαναν ψυχοθεραπεία, αυτό έχει αλλάξει».
Αυτή τη στιγμή σπουδάζει βοηθός νοσηλευτής στην ΕΠΑΣ του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, και εργάζεται περιστασιακά, κυρίως ως διανομέας φυλλαδίων. «Την πρώτη περίοδο που τελείωσα το πρόγραμμα, και περνούσα από την Τοσίτσα και την Κουμουνδούρου, τις διάφορες πιάτσες, ένιωθα μίσος για αυτούς τους ανθρώπους, ήθελα να τους πλακώσω στο ξύλο. Τώρα νιώθω διάθεση αλληλεγγύης, ελπίζω κάποια στιγμή να εργαστώ σε μονάδες απεξάρτησης. Η σχόλη δεν μου προσφέρει όμως μόνο αυτό. Κυρίως μου προσφέρει τη δυνατότητα να γνωρίσω -μετά από πάρα πολύ καιρό- κόσμο που δεν έχει σχέση ούτε με την χρήση ούτε με την απεξάρτηση. Κατά καιρούς σκέφτομαι: Όταν έκανα χρήση ήμουν στο περιθώριο. Τώρα αν ακολουθούσα κατά γράμμα τον τρόπο ζωής στην κοινότητα, πάλι στο περιθώριο θα ήμουν».

«Την πρώτη δόση ηρωίνης την αφιέρωσα στην... μητέρα μου»
Η Μαρία 29 χρονών, καθηγήτρια γερμανικών, από την Κέρκυρα τελείωσε πριν από 3 μήνες το κλειστό πρόγραμμα του 18 ΑΝΩ και σήμερα βρίσκεται στην φάση της επανένταξης. «Κατά κάποιο τρόπο εγώ είμαι από τους "τυχερούς" της ιστορίας. Ξεκίνησα την χρήση μετά το τέλος των σπουδών μου, έτσι τουλάχιστον έχω κάποιες δυνατότητες να βρω δουλειά στον τομέα μου. Στην ηρωίνη δεν με έφεραν ούτε οι επιρροές, ούτε οι κακές παρέες. Ίσα ίσα, τα τέσσερα χρόνια που σπούδαζα και ζούσα μόνη μου στην Αθήνα ήταν τα καλύτερα της ζωής μου. Έκανα για πρώτη φορά χρήση ηρωίνης όταν γύρισα στην Κέρκυρα, και έμεινα ξανά με τους γονείς μου. Είχα συγγενείς χρήστες, ήξερα και τους κινδύνους και τις συνέπειες. Το έκανα σχεδόν αποκλειστικά για να πληγώσω τους γονείς μου και ειδικά την μητέρα μου που θεωρούσα ότι με καταπίεζε. Την πρώτη δόση ηρωίνης που έκανα της την αφιέρωσα».

Και η Μαρία είναι αρνητική στην αποποινικοποίηση των ναρκωτικών. «Εξυπακούεται πως ο χρήστης δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εγκληματίας. Όμως το να τα αφήσεις να κυκλοφορούν ελεύθερα, είναι εγκληματικό, αφού ειδικά στην επαρχία υπάρχει τρομερή έλλειψη ενημέρωσης». Η συζήτηση διακόπτεται από το τηλέφωνο. «Είναι μια από τις κοπέλες που ήμασταν μαζί στο "κλειστό" πρόγραμμα», εξηγεί. «Ξανάρχισε να "πίνει". Αποφεύγω να την συναντήσω, όχι τόσο γιατί φοβάμαι ότι θα ξανακυλήσω,
όσο γιατί μου θυμίζει την περίοδο που έκανα και εγώ χρήση».
Και οι δύο συνομιλητές μας είναι τελείως αρνητικοί στα προγράμματα υποκατάστασης της ηρωίνης με άλλες ουσίες. «Για έξι μήνες επισκεπτόμουν την μονάδα του ΟΚΑΝΑ στην Κέρκυρα και μου χορηγούσαν βουπρενορφίνη», λέει η Μαρία. «Το απόγευμα συνέχιζα τη χρήση της ηρωίνης κανονικά. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πως έξω από τις μονάδες του ΟΚΑΝΑ είναι το στέκι του εμπορίου ναρκωτικών».
Και ο Νίκος και η Μαρία ξέρουν πως ο δρόμος που ξεκίνησαν δεν έχει τελειώσει ακόμα. Ξέρουν πως ο δρόμος που ξεκίνησαν δεν έχει τελειώσει ακόμα. «Προφανώς και δεν μπορώ να πω, ό,τι και να γίνει, πως έχω τελειώσει με τα ναρκωτικά», λέει ο Νίκος. «Υπάρχουν στιγμές που σκέφτομαι να "πιω". Πρέπει να βρεις ένα τρόπο να μην αφήνεις να σε πάρει από κάτω. Για μένα η λύση είναι να πάρω τηλέφωνο κάποιους ανθρώπους τους οποίους εμπιστεύομαι και να προσπαθήσω να επικοινωνήσω μαζί τους».

«Η θέση του εξαρτημένου δεν είναι στη φυλακή»
«Αυτή τη στιγμή η λίστα αναμονής του ΟΚΑΝΑ αριθμεί 7500 μέλη, ενώ ο χρόνος αναμονής είναι στα 7 χρόνια και 4 μήνες. Ελπίζουμε ως το τέλος του χρόνου όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται στη λίστα να έχουν ενταχθεί στα προγράμματα υποκατάστασης», λέει η κυρία Μένη Μαλλιώρη, πρόεδρος του ΟΚΑΝΑ.«Και βέβαια αυτό πρέπει να γίνει χωρίς να υπάρξει μείωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών», συμπληρώνει.
Για το σχέδιο της κυβέρνησης για την αλλαγή της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά με έναν από τους βασικούς άξονες να κινείται γύρω από την αποποινικοποίηση της χρήσης ή ακόμα και της καλλιέργειας της κάνναβης όταν πρόκειται για προσωπική χρήση επισημαίνει: «Αυτά που είδαν το φως της δημοσιότητας για φυτείες με δενδρύλλια κλπ. δεν έχουν βάση. Απλά η χρήση και η κατοχή μικροποσότητας για προσωπική χρήση, γίνεται από πλημμέλημα, πταίσμα. Είναι κάτι που το θεωρώ τολμηρό και προς τη σωστή κατεύθυνση. Η θέση του εξαρτημένου δεν είναι στη φυλακή». Η κυρία Μαλλιώρη συμμετείχε στην νομοπαρασκευαστική επιτροπή για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. «Η πιο σημαντική εξέλιξη είναι ότι γίνεται σαφέστερος διαχωρισμός ανάμεσα στον χρήστη και στον έμπορο. Οι ποινές για τον χρήστη γίνονται ελαφρύτερες, ενώ αντιθέτως για τον έμπορο βαρύτερες. Επιπλέον όσοι αποδεικνύονται μεγαλέμποροι δεν θα μπορούν να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης, ακόμα και αν επικαλεστούν εξάρτηση, μέσω "αγορασμένης" πραγματογνωμοσύνης, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν. Ακόμα δίνεται η δυνατότητα στον χρήστη που βρίσκεται στη φυλακή και το επιθυμεί, να ενταχθεί σε θεραπευτικά προγράμματα. Η χώρα μας ήταν από τις τελευταίες χώρες στην Ευρώπη που κάτι τέτοιο δεν ίσχυε. Πρόσφατα, είδαν το φως της δημοσιότητας περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν απεξαρτηθεί και καταδικάστηκαν σε φυλάκιση για πράξεις που έκαναν όσο ήταν χρήστες, όπως μικροκλοπές. Αν εφαρμοστεί ο καινούργιος νόμος αυτό θα εκλείψει».

Η συζήτηση έρχεται και στο θέμα της συνεργασίας του ΟΚΑΝΑ με τα «στεγνά» θεραπευτικά προγράμματα, όπως το ΚΕΘΕΑ και το 18ΑΝΩ. «Αυτό που θα μπορούσε να κάνει καλύτερη την συνεργασία μας είναι η καθιέρωση μιας κοινής τράπεζας θεραπευτικών αιτημάτων. Έτσι οι διάφοροι φορείς , θα είχαν εικόνα της κάθε περίπτωσης και θα μπορούσαν να αξιολογήσουν στο που θα πρέπει να ενταχθεί», λέει η κυρία Μαλλιώρη και συμπληρώνει πως «ο μέσος όρος ηλικίας των 5500 ανθρώπων που εξυπηρετούνται αυτή τη στιγμή από τα προγράμματα υποκατάστασης του ΟΚΑΝΑ είναι 30-35 έτη, και έχουν υπάρξει χρήστες για τουλάχιστον δέκα χρόνια. Όσοι γίνονται δεκτοί στις λίστες αναμονής μας τηρούν τις προϋποθέσεις, δηλαδή είναι άνω των 25 ετών και έχουν προηγουμένως προσπαθήσει να απεξαρτηθούν σε κάποιο "στεγνό" πρόγραμμα. Δεν αμφισβητώ ότι κάποιοι από τους ανθρώπους που κάνουν αίτηση σε εμάς θα μπορούσαν να ενταχθούν σε "στεγνό" πρόγραμμα, εμείς τους παρακινούμε σε αυτή την κατεύθυνση. Όμως αυτό -σε τελική ανάλυση- είναι και απόφαση του ίδιου του χρήστη» [τοβημα].