Ο κατηγουρούμενος είχε κάνει πολλά χουνέρια στους πρώην συναδέλφους του |
Ένοχοι, τον Ιούνιο του 2010, για τη ληστεία στο υποκατάστημα της Τράπεζας Alpha Bank στην Καλαμάτα που έγινε τον Οκτώβριο του 2008, κρύθηκαν ο Νικήτας Μαυρίκης και ο 27χρονος συγκατηγορούμενός του, οι οποίοι κάθισαν χθες στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, αντιμετωπίζοντας κατηγορίες σύστασης εγκληματικής οργάνωσης, ληστείας, οπλοφορίας κ.ά.
Στον Νικήτα Μαυρίκη το Δικαστήριο επέβαλε συνολικά 15 χρόνια και 1 μήνα κάθειρξης για τις κατηγορίες της ληστείας, της κλοπής μηχανής, της οπλοφορίας, της οπλοκατοχής, της σωματικής βλάβης σε αστυνομικό, της κατοχής κροτίδων και της πλαστογραφίας. Στο δε 27χρονο επιβλήθηκε ποινή 14 ετών κάθειρξης για τις κατηγορίες της ληστείας, της οπλοφορίας και της οπλοκατοχής. Κανείς, ωστόσο, από τους δύο, δεν παραδέχθηκε τη συμμετοχή του στη ληστεία.
Αθώοι κρίθηκαν η γυναίκα που είχε κατηγορηθεί μαζί με άλλον ένα νεαρό ότι είχαν επιχειρήσει να βοηθήσουν στη διαφυγή του Μαυρίκη από τη Μεσσηνία, καθώς και ανιψιός του Μαυρίκη που αντιμετώπιζε την κατηγορία ότι ήταν ο τρίτος που συμμετείχε στη ληστεία.
Αθώοι κρίθηκαν η γυναίκα που είχε κατηγορηθεί μαζί με άλλον ένα νεαρό ότι είχαν επιχειρήσει να βοηθήσουν στη διαφυγή του Μαυρίκη από τη Μεσσηνία, καθώς και ανιψιός του Μαυρίκη, ο οποίος αντιμετώπιζε την κατηγορία ότι ήταν ο τρίτος που συμμετείχε στη ληστεία.
Ο τότε διευθυντής του υποκαταστήματος της τράπεζας αναφέρθηκε στα γεγονότα της ημέρας της ληστείας και σημείωσε ότι ο σωματότυπος του Μαυρίκη πλησιάζει σε αυτόν του ληστή, αλλά δεν είδε πρόσωπο, αφού οι ληστές φορούσαν κράνη, για να είναι σίγουρος. Η προϊσταμένη στην τράπεζα, η οποία βρισκόταν στο ισόγειο, περιέγραψε τη στιγμή της ληστείας, ενώ στη συνέχεια κατέθεσε ο υπεύθυνος του κεντρικού ταμείου, από τον οποίο οι ληστές πήραν τα χρήματα.
Όπως είπε, ξαφνικά είδε δίπλα του έναν άνθρωπο με κράνος και μαύρα ρούχα ο οποίος τον σημάδευε με μια καραμπίνα και του ζήτησε τα χρήματα. Σε σάκο τού έβαλε 383.000 ευρώ και έφυγε. Ο κατηγορούμενος Νικήτας Μαυρίκης παρεμβαίνοντας ζήτησε από το μάρτυρα, αν του επιτρέπει να τον πλησιάσει, ώστε να διαπιστώσει αν το ύψος τού θυμίζει τα χαρακτηριστικά του ληστή. Ο μάρτυρας πλησίασε και απάντησε ότι δεν έχουν το ίδιο ύψος με το ληστή, καθώς θυμάται πως ήταν κοντύτερος.
Στη συνέχεια κατέθεσαν αστυνομικοί, οι οποίοι περιέγραψαν γεγονότα και στοιχεία της έρευνας που ακολούθησαν τη ληστεία. Όπως είπαν, υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες που είχαν δει μια ημέρα πριν τη ληστεία ένα αυτοκίνητο μάρκας Golf να παρατηρεί τη χρηματαποστολή στην τράπεζα. Όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια ανήκε στο Μαυρίκη, ενώ την ημέρα της ληστείας ένας άντρας παρατηρούσε την τράπεζα, ήρθαν οι δύο με τη μοτοσυκλέτα, του έδωσαν κράνος και γάντια και μετά εισήλθαν. Ωστόσο, στις επανειλημμένες ερωτήσεις των δικηγόρων, ποια είναι τα στοιχεία τους και γιατί τα ονόματά τους δεν υπάρχουν στην δικογραφία, οι αστυνομικοί απάντησαν ότι πίστεψαν ότι θα τα είχαν πάρει άλλοι αστυνομικοί! Η μοτοσυκλέτα που χρησιμοποιήθηκε στη ληστεία είχε κλαπεί αρχές Οκτωβρίου από την Καλαμάτα και βρέθηκε εγκαταλελειμμένη λίγο πιο πάνω από τα συνεργεία της ΔΕΥΑΚ στο ποτάμι. Μάλιστα, εκεί υπήρχαν ίχνη αυτοκινήτου που είχε φύγει. Υπήρξαν δε μαρτυρίες εργαζομένων στη ΔΕΥΑΚ προς τους αστυνομικούς για τη μηχανή και το αυτοκίνητο, τα οποία είχαν δει νωρίτερα. Επίσης, οι αστυνομικοί κατέθεσαν ότι στο σπίτι της μητέρας του Μαυρίκη στην Καλαμάτα βρέθηκε η μπαγκαζιέρα από την κλεμμένη μηχανή. Την επόμενη ημέρα, το αυτοκίνητο με οδηγό το Μαυρίκη και συνοδηγό τη γυναίκα που κατηγορούνταν, εντοπίσθηκε από αστυνομικούς της Ασφάλειας στην πλατεία της Θουρίας. Ο κατηγορούμενος κάνοντας όπισθεν χτύπησε τα αυτοκίνητα της Αστυνομίας, παρέσυρε και τραυμάτισε ελαφρά έναν αστυνομικό και τράπηκε σε φυγή. Μάλιστα, την ώρα που κατέθετε ο αστυνομικός που τραυματίστηκε, ο Νικήτας Μαυρίκης τού ζήτησε συγγνώμη, σημειώνοντας ότι δεν κατάλαβε ότι ήταν αστυνομικοί, διότι φορούσαν πολιτικά και είχαν συμβατικά οχήματα. Στην πλατεία βρέθηκε το αυτοκίνητο της κατηγορούμενης, όπου είχε αφήσει την τσάντα της, με αστυνομική ταυτότητα και επιστολή που της είχε στείλει από τη φυλακή ο Μαυρίκης.
Το αυτοκίνητο βρέθηκε λίγο αργότερα εγκαταλελειμμένο σε ελαιοπερίβολο στου Σιάμου. Έτερος αστυνομικός που συμμετείχε σε μπλόκα στην διασταύρωση Κατσαρού είδε ύποπτο αυτοκίνητο, το οποίο άλλαξε πορεία όταν τους αντιλήφθηκε και έτσι ειδοποίησε το επόμενο μπλόκο. Εκεί το σταμάτησαν. Στο όχημα επέβαινε ο νεαρός κατηγορούμενος που αθωώθηκε χθες και ο οποίος είπε πως είχε ειδοποιηθεί από τη γυναίκα για να τη μεταφέρει στην Αθήνα. Μάλιστα, μετέφερε και ύποπτη συνομιλία που είχε με άγνωστο, ο οποίος ρωτούσε γιατί δεν έχει πάει να τους πάρει ακόμα, όταν σήκωσε το τηλέφωνο του νεαρού.
Αρκετές φορές κατά τη διαδικασία τέθηκαν στοιχεία που είχαν προκύψει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, το οποίο έδειχνε επικοινωνίες μεταξύ των κατηγορουμένων.
Επίσης, κατέθεσαν μάρτυρες υπεράσπισης, ενώ στις απολογίες τους όλοι οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στη ληστεία.Όπως είπε, ξαφνικά είδε δίπλα του έναν άνθρωπο με κράνος και μαύρα ρούχα ο οποίος τον σημάδευε με μια καραμπίνα και του ζήτησε τα χρήματα. Σε σάκο τού έβαλε 383.000 ευρώ και έφυγε. Ο κατηγορούμενος Νικήτας Μαυρίκης παρεμβαίνοντας ζήτησε από το μάρτυρα, αν του επιτρέπει να τον πλησιάσει, ώστε να διαπιστώσει αν το ύψος τού θυμίζει τα χαρακτηριστικά του ληστή. Ο μάρτυρας πλησίασε και απάντησε ότι δεν έχουν το ίδιο ύψος με το ληστή, καθώς θυμάται πως ήταν κοντύτερος.
Στη συνέχεια κατέθεσαν αστυνομικοί, οι οποίοι περιέγραψαν γεγονότα και στοιχεία της έρευνας που ακολούθησαν τη ληστεία. Όπως είπαν, υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες που είχαν δει μια ημέρα πριν τη ληστεία ένα αυτοκίνητο μάρκας Golf να παρατηρεί τη χρηματαποστολή στην τράπεζα. Όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια ανήκε στο Μαυρίκη, ενώ την ημέρα της ληστείας ένας άντρας παρατηρούσε την τράπεζα, ήρθαν οι δύο με τη μοτοσυκλέτα, του έδωσαν κράνος και γάντια και μετά εισήλθαν. Ωστόσο, στις επανειλημμένες ερωτήσεις των δικηγόρων, ποια είναι τα στοιχεία τους και γιατί τα ονόματά τους δεν υπάρχουν στην δικογραφία, οι αστυνομικοί απάντησαν ότι πίστεψαν ότι θα τα είχαν πάρει άλλοι αστυνομικοί! Η μοτοσυκλέτα που χρησιμοποιήθηκε στη ληστεία είχε κλαπεί αρχές Οκτωβρίου από την Καλαμάτα και βρέθηκε εγκαταλελειμμένη λίγο πιο πάνω από τα συνεργεία της ΔΕΥΑΚ στο ποτάμι. Μάλιστα, εκεί υπήρχαν ίχνη αυτοκινήτου που είχε φύγει. Υπήρξαν δε μαρτυρίες εργαζομένων στη ΔΕΥΑΚ προς τους αστυνομικούς για τη μηχανή και το αυτοκίνητο, τα οποία είχαν δει νωρίτερα. Επίσης, οι αστυνομικοί κατέθεσαν ότι στο σπίτι της μητέρας του Μαυρίκη στην Καλαμάτα βρέθηκε η μπαγκαζιέρα από την κλεμμένη μηχανή. Την επόμενη ημέρα, το αυτοκίνητο με οδηγό το Μαυρίκη και συνοδηγό τη γυναίκα που κατηγορούνταν, εντοπίσθηκε από αστυνομικούς της Ασφάλειας στην πλατεία της Θουρίας. Ο κατηγορούμενος κάνοντας όπισθεν χτύπησε τα αυτοκίνητα της Αστυνομίας, παρέσυρε και τραυμάτισε ελαφρά έναν αστυνομικό και τράπηκε σε φυγή. Μάλιστα, την ώρα που κατέθετε ο αστυνομικός που τραυματίστηκε, ο Νικήτας Μαυρίκης τού ζήτησε συγγνώμη, σημειώνοντας ότι δεν κατάλαβε ότι ήταν αστυνομικοί, διότι φορούσαν πολιτικά και είχαν συμβατικά οχήματα. Στην πλατεία βρέθηκε το αυτοκίνητο της κατηγορούμενης, όπου είχε αφήσει την τσάντα της, με αστυνομική ταυτότητα και επιστολή που της είχε στείλει από τη φυλακή ο Μαυρίκης.
Το αυτοκίνητο βρέθηκε λίγο αργότερα εγκαταλελειμμένο σε ελαιοπερίβολο στου Σιάμου. Έτερος αστυνομικός που συμμετείχε σε μπλόκα στην διασταύρωση Κατσαρού είδε ύποπτο αυτοκίνητο, το οποίο άλλαξε πορεία όταν τους αντιλήφθηκε και έτσι ειδοποίησε το επόμενο μπλόκο. Εκεί το σταμάτησαν. Στο όχημα επέβαινε ο νεαρός κατηγορούμενος που αθωώθηκε χθες και ο οποίος είπε πως είχε ειδοποιηθεί από τη γυναίκα για να τη μεταφέρει στην Αθήνα. Μάλιστα, μετέφερε και ύποπτη συνομιλία που είχε με άγνωστο, ο οποίος ρωτούσε γιατί δεν έχει πάει να τους πάρει ακόμα, όταν σήκωσε το τηλέφωνο του νεαρού.
Αρκετές φορές κατά τη διαδικασία τέθηκαν στοιχεία που είχαν προκύψει από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, το οποίο έδειχνε επικοινωνίες μεταξύ των κατηγορουμένων.
Ο Νικήτας Μαυρίκης αναφέρθηκε σε προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε η μητέρα του και τα οποία τον είχαν φέρει στην Καλαμάτα, καθώς και στο θάνατο του πατέρα του την περίοδο εκείνη. Σημείωσε ότι 11.30 το πρωί την ημέρα της ληστείας αναχώρησε από Καλαμάτα για να πάει εξετάσεις της μητέρας του σε γιατρό στην Αθήνα. Στις 2.27 τηλεφώνησε στη μητέρα του και ήδη βρισκόταν στην Αργολίδα (η ληστεία συνέβη στις 12.20).
Ενώ βρισκόταν στην Αθήνα, άγνωστος του τηλεφώνησε το μεσημέρι και του είπε ότι τον αναζητούν για τη ληστεία. Έτσι, αποφάσισε να γυρίσει πίσω για να μην υπάρξει πρόβλημα με τη μητέρα του. Ωστόσο, δήλωσε ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στην Αστυνομία, ενώ ακόμα και χθες άκουσε κατασκευασμένα στοιχεία, τονίζοντας ότι δε γνώριζε για την μπαγκαζιέρα της κλεμμένης μηχανής στο σπίτι του. Μάλιστα, είπε ότι υπάρχει εμπάθεια στο πρόσωπό του και, όταν συμβεί μια ληστεία, πάντα τον αναζητούν. Ανέφερε, επίσης, πως τηλεφώνησε στη συγκατηγορούμενή του, που ήταν φίλη χρόνια, να κατέβει Καλαμάτα να κρατήσει τη μητέρα του. Όμως, τη μητέρα του την είχαν πάρει στην Αστυνομία για κατάθεση και ζήτησε από τη φίλη του να πάει στη Θουρία να τον πάρει με το δικό της αυτοκίνητο. Εκεί έγινε η καταδίωξη με τους αστυνομικούς.
Ο ανιψιός του που αθωώθηκε τόνισε πως δεν έχει καμία σχέση με τη ληστεία και πως ως συγγενής είναι λογικό να βρεθούν αποτυπώματά του στο αυτοκίνητο και το πατρικό του σπίτι στην Αρκαδία, έστω και από τις λίγες επαφές που είχαν.
Ο 27χρονος που καταδικάστηκε υποστήριξε ότι γνωρίζει τον ανιψιό του Μαυρίκη. Κατέβηκαν μαζί στην Αρκαδία για την κηδεία του πατέρα του Μαυρίκη και κοιμήθηκε στο πατρικό του, γι’ αυτό και βρέθηκε αποτύπωμά του. Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις και τις τηλεφωνικές επικοινωνίες με το Μαυρίκη τις ημέρες της ληστείας, είπε ότι είχε κατέβει 3 συνεχόμενες ημέρες στην Καλαμάτα για να του δείξει μια μοτοσυκλέτα που πουλούσε και ο Μαυρίκης ενδιαφερόταν.
Η γυναίκα κατέθεσε ότι κατέβηκε Καλαμάτα δεχόμενη το αίτημα του Μαυρίκη να προσέξει τη μητέρα του, την οποία όμως δε βρήκε σπίτι. Όταν τηλεφώνησε στο Μαυρίκη, της είπε να πάει στη Θουρία να τον συναντήσει. Εκεί και μετά την καταδίωξη με τους αστυνομικούς, της εξήγησε ότι τον κυνηγούν για τη ληστεία, αλλά είναι αθώος. Μάλιστα, τσακώθηκαν που την έμπλεξε και έφυγε μόνη της. Φοβόταν, όμως, να επιστρέψει να πάρει το αυτοκίνητό της και έτσι τηλεφώνησε σε φίλο της Αθήνα (έτερος κατηγορούμενος που αθωώθηκε) να έρθει να την πάρει.
Ο τελευταίος κατηγορούμενος υποστήριξε ότι δε γνωρίζει κανέναν από τους υπολοίπους, λέγοντας ότι δέχτηκε τηλεφώνημα από τη γυναίκα ότι έχει σοβαρό πρόβλημα και να έρθει να την πάρει από την Καλαμάτα.
Μετά τις απολογίες, η εισαγγελέας κα Μουζάκη ζήτησε στην αγόρευσή της την ενοχή όλων όπως κατηγορούνταν. [εφημ.ΘΑΡΡΟΣ].