Παρουσίαση του Διοικητή Ασφάλειας Αττικής, Ταξίαρχου Παναγιώτη Στάθη και του Εκπρόσωπου Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Αστυνόμου Β΄ Κλεάνθη Παπαγιαννόπουλου, για την εξάρθρωση εγκληματικής ομάδας που ενέχεται σε πλήθος εκβιάσεων και εκρήξεων
Εκπρόσωπος Τύπου Ελληνικής Αστυνομίας, Αστυνόμος Β’ Κλεάνθης Παπαγιαννόπουλος:
«Κυρίες και Κύριοι καλησπέρα σας.
Σας καλέσαμε εδώ απόψε για να σας ενημερώσουμε σχετικά με ακόμη μία σημαντική επιτυχία της Ελληνικής Αστυνομίας.
Μετά
από συστηματική έρευνα εξαρθρώθηκε από τη Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής
εγκληματική οργάνωση που εμπλέκεται σε υποθέσεις εκβιάσεων και εκρήξεων.
Για την εν λόγω υπόθεση κατηγορούνται τριάντα επτά (37) άτομα, ενώ έχουμε συλλάβει δεκαεπτά (17).
Από
τις μέχρι στιγμής έρευνες έχουν κατασχεθεί, μεταξύ άλλων, το χρηματικό
ποσό των τριακοσίων τριάντα επτά χιλιάδων (337.000) ευρώ, τέσσερα (4)
οχήματα και διάφορα είδη οπλισμού.
Τις λεπτομέρειες της υπόθεσης θα σας παρουσιάσει ο Διοικητής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Ταξίαρχος Παναγιώτης Στάθης.
Κύριε Ταξίαρχε έχετε το λόγο».
Διοικητής Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Ταξίαρχος Παναγιώτης Στάθης :
«Καλησπέρα σας.
Στο
πλαίσιο υπηρεσιακής και διαλειτουργικής συνεργασίας, των Υπηρεσιών του
Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, με
τη συνδρομή της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, της Διεύθυνσης Διαχείρισης
Πληροφοριών, της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών και Υπηρεσιών της
Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, διενεργήθηκε ευρείας κλίμακας
επιχείρηση, κατά την οποία εξιχνιάστηκε η υπόθεση της τοποθέτησης
εκρηκτικού μηχανισμού σε κατοικία προσώπου, που έλαβε χώρα στη
Μεταμόρφωση Αττικής, την 01.01.2015 και ώρα 05.00.
Υπενθυμίζω
ότι είχε τοποθετηθεί εκρηκτικός μηχανισμός αποτελούμενος από 15 κιλά
αμμωνιοδυναμίτιδας, 3 πυροκροτητές, 2 κομμάτια βραδύκαυστο πυραγωγό
σχοινίο και κομμάτια στουπιού. Το σπίτι ανήκει σε συγγενικό πρόσωπο
ποινικού καταδίκου. Σημειώνεται ότι ο συγκεκριμένος βαρυποινίτης είχε
αποδώσει σε πρόσφατη δίκη για την απόπειρα απόδρασής του, στο συγγενικό
του αυτό πρόσωπο, το γεγονός ότι είχε απωλέσει χρηματικό ποσό της τάξεως
των 250.000 ευρώ, λύτρα από έκνομη δραστηριότητά του - αρπαγή.
Στο
πλαίσιο της έρευνας, εξιχνιάστηκαν υποθέσεις όπως η βομβιστική επίθεση
που συνέβη το Νοέμβριο του 2012 σε κατοικία στην περιοχή του Χαλανδρίου,
δικαστικού, Προέδρου Δικαστηρίου που είχε επιβάλλει ποινές σε δράστες
αρπαγής - απαγωγής επιχειρηματία.
Εξιχνιάστηκε
η βομβιστική επίθεση τον Ιούλιο του 2013 σε σπίτι δικαστικής
λειτουργού, σε περιοχή εκτός Αθηνών, που επίσης είχε ασχοληθεί με
απόπειρα απόδρασης δύο βαρυποινιτών, με ελικόπτερο.
Επιπλέον
έχουν προκύψει σαφείς ενδείξεις για σχέσεις των δύο ατόμων για
τοποθέτηση εκρηκτικών μηχανισμών σε κατοικίες μελών οικογένειας ατόμου,
προφυλακισμένου προσώπου, για υπόθεση εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Συνολικά αποδίδονται αξιόποινες πράξεις και κατηγορίες σε 37 πρόσωπα για
σωρεία αδικημάτων, εκβιάσεων, υποθέσεων αρπαγών, τοποθετήσεων
εκρηκτικών μηχανισμών, απόπειρας ανθρωποκτονιών.
Συνελήφθησαν
17 άτομα, μέλη της εγκληματικής οργάνωσης με κεντρικό – συμμετοχικό,
καθώς και περιφερειακό – βοηθητικό ρόλο. Μεταξύ αυτών ένας απότακτος
αστυνομικός , ο οποίος κρατείται ήδη από την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία
για ενεργή συμμετοχή του στην εγκληματική οργάνωση, ένας αστυνομικός,
καθώς και ένας σωφρονιστικός υπάλληλος κατηγορούμενοι για δωροληψία
υπαλλήλου.
Κατηγορούνται τρία αρχηγικά
μέλη, έγκλειστοι Φυλακών και 10 ακόμα πρόσωπα, έγκλειστοι Φυλακών, ως
μέλη της εγκληματικής οργάνωσης. Καταζητείται ένα μέλος της
εγκληματικής οργάνωσης με κεντρικό ρόλο, το οποίο φυγοδικεί.
Υπενθυμίζεται, ότι αναζητείται, με ανοικτή ανακοίνωση του Αρχηγείου της
Ελληνικής Αστυνομίας από τις 28.8.2014 για τη ληστεία του Διστόμου
Βοιωτίας.
Ειδικότερα, για την εν λόγω οργανωμένη εγκληματική ομάδα, αναφέρονται τα εξής :
Όλοι
οι κατηγορούμενοι σε απροσδιόριστο παρελθόντα χρόνο συγκρότησαν
οργανωμένη εγκληματική ομάδα, η οποία με βεβαιότητα εξακριβώθηκε ότι
δρούσε αδιάκοπα συντονισμένα και συγκροτημένα, τουλάχιστον από τον Μάιο
του 2011 και δραστηριοποιείτο έκνομα στις ευρύτερες περιοχές του νομού
Αττικής και σε διάφορες επαρχιακές πόλεις – Τρίκαλα, Λάρισα, περιοχή
Ηλείας.
Οι τρεις έγκλειστοι κατάδικοι
είναι τα αρχηγικά μέλη της ομάδας, οι οποίοι συγκρότησαν ιεραρχικά
δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα, αναλαμβάνοντας οι ίδιοι τους
αρχηγικούς ρόλους και αναθέτοντας στα υπόλοιπα μέλη επιμέρους καθήκοντα,
που εξυπηρετούν τους παράνομους σκοπούς.
Βασικά
χαρακτηριστικά, η επιχειρησιακή δομή, η διάρκεια συγκρότησης, η σαφής
κατανομή των ρόλων, η ύπαρξη αφθονίας τεχνικών οικονομικών μέσων και η
στοχοθεσία επίτευξης μεγάλης έκτασης πλουτισμού.
Ειδικότεροι
σκοποί ήταν να αποκομίζουν από την παράνομη δραστηριότητα χρηματικά
ποσά προβαίνοντας σε αρπαγές προσώπων, εκβιάσεις με το πρόσχημα της
παροχής προστασίας, εκρήξεις, απόπειρες ανθρωποκτονιών και
ανθρωποκτονίες αντιπάλων και άλλων προσώπων, «συμβόλαια» δηλαδή,
νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, προστασία
καταστημάτων, χορήγηση τοκογλυφικών δανείων.
Περαιτέρω, προσάρμοσαν τη μεθοδολογία δράσης τους ( modus operandi )
και εφάρμοσαν κανόνες συνωμοτικότητας, δηλαδή θωράκισαν τον τρόπο
επικοινωνίας δίνοντας προφορικές και γραπτές εντολές στα περιφερειακά ή
στα διασυνδεμένα μέλη της ομάδας και τη διάταξη παράνομων πράξεων και
κατόπιν, έως τις τελευταίες λεπτομέρειες, κανόνιζαν αυτοί συμπληρωματικά
ή με συνθηματικό τρόπο, μέσω τηλεφωνικών επικοινωνιών, κυρίως με
διάφορα κινητά τηλέφωνα που εισάγοντο με τη βοήθεια σωφρονιστικών
υπαλλήλων στις φυλακές ή από τα καρτοτηλέφωνα των φυλακών ή με την
αλληλογραφία μηνυμάτων.
Είχαν ορίσει προς
τούτο συνθηματικές εκφράσεις, γνωστές στη γλώσσα των κακοποιών (αργκό),
τις οποίες χρησιμοποιούσαν κάθε φορά για τη διάπραξη των αδικημάτων.
Συμπεριλαμβάνεται, ειδικό γλωσσάρι στη δικογραφία, η οποία είναι
τεράστια σε όγκο, υπερβαίνει τις 120 σελίδες, μόνο το διαβιβαστικό,
είναι πάνω από 800, κοντά στις 900 σελίδες όλο το πραγματολογικό υλικό,
πειστήρια και αποδείξεις.
Τις εντολές, τις
γραπτές και προφορικές τις έδιναν πάντα δια ζώσης, σε κρατουμένους που
λάμβαναν άδειες ή αποφυλακίζονταν, σε συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα, σε
άτομα τα οποία διατηρούσαν κοινωνικές σχέσεις, σε συνεργαζόμενους
δικηγόρους, σε επίορκους σωφρονιστικούς ή και αστυνομικούς και μέσω
γραπτής και εικονικής αλληλογραφίας, μετέφεραν τις εντολές στους
αποδέκτες για την υλοποίηση του σχεδιασμού διάπραξης των κακουργημάτων.
Άτομα
που συμμετείχαν στην επιμέρους διάπραξη κάθε έκνομης ενέργειας,
λειτουργούσαν σαν «πυρήνες», δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους. Αυτός που
λάμβανε την εντολή τη μετάφερε σε τρίτο πρόσωπο, μοιράζοντας τους ρόλους
υπό τη συνεχή τηλεφωνική, γραπτή καθοδήγηση των αρχηγών μέσα από τη
φυλακή.
Τα μέλη υπόκειντο σε ιεραρχία και
σε θέση ανάλογα με την εμπιστοσύνη στο πρόσωπο ενός εκάστου. Στο πλαίσιο
αυτό, το ενδιαφέρον είναι ότι διαφαίνεται αυτό που εγκληματολογικά έχει
οριστεί ως crime terror nexus , δηλαδή
σύνδεσμος, τουλάχιστον σύνδεσμος ή εδραίωση αυτού του συνδέσμου, μεταξύ
των ατόμων αυτού του εγκλήματος και ατόμων που κατηγορούνται για
εγκληματικές πράξεις του άρθρου 187 - τρομοκρατικές ενέργειες, με
αλληλεπίδραση αυτών και με αυτές επαφές είτε με “ad hoc” συμμαχία, είτε με ανάπτυξη βραχυπρόθεσμου ή μακροπρόθεσμου σχέσης.
Από
τις τηλεφωνικές επικοινωνίες, κυρίως από τα κοινόχρηστα τηλέφωνα, τα
αρχηγικά μέλη ανέφεραν εσκεμμένα διαφορετικά πράγματα επειδή θεωρούσαν
ότι οι συνομιλίες καταγράφονται με σκοπό τον αποπροσανατολισμό των
διωκτικών Αρχών.
Περαιτέρω ασκούσαν
ψυχολογική βία και εκτόξευαν απειλές σε βάρος ζωής ατόμων, όπως
δικαστών, εισαγγελέων, αστυνομικών και σωφρονιστικών υπαλλήλων, με σκοπό
να κάμψουν τις αντιστάσεις αυτών και σε περίπτωση μη συμμορφώσεως να
προβαίνουν σε εγκληματικές πράξεις, εκρήξεις, απόπειρες ανθρωποκτονιών
κλπ.
Στο πλαίσιο αυτό, χρησιμοποιούσαν
δωροδοκίες σωφρονιστικών υπαλλήλων, αστυνομικών, καθώς και εκείνων των
ατόμων, τα οποία διευκόλυναν την ευρύτερη δράση της ομάδας - πρόσωπα
έμπιστα κυρίως με συγγενικό ή ειδικότερο συνεκτικό δεσμό.
Ειδικότερα
διαφαίνεται, ότι εξέδωσαν «συμβόλαιο θανάτου» για Πρόεδρο Εφετών καθώς
και αστυνομικών της συνοδείας της. Επειδή το πρόσωπο που ανέλαβε την
ανθρωποκτονία συνελήφθη λίγες μέρες πριν εκτελέσει αυτό το σχέδιο
αποπειράθηκαν, με άλλο τρόπο, δηλ. την τοποθέτηση ισχυρού εκρηκτικού
μηχανισμού στη κατοικία, για να πραγματοποιήσουν τον σκοπό τους. Το
συμβάν αυτό έλαβε χώρα στις 22/11/2012.
Σε
άλλη περίπτωση τοποθέτησαν εκρηκτικό μηχανισμό σε Εισαγγελικό λειτουργό
την 20/07/2013 με τον ίδιο σκοπό, ενώ ερευνάται μια περίπτωση
τοποθέτησης εκρηκτικού μηχανισμού σε διευθυντή καταστήματος κράτησης με
τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού στο αυτοκίνητο του.
Τοποθέτησαν
3 εκρηκτικούς μηχανισμούς σε οικίες 16/04 ,15/05, 16/07/2014
προκειμένου να αποκομίσουν εκβιαστικά χρήματα από κρατούμενο του
καταστήματος κράτησης Κορυδαλλού, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για
συμμετοχή σε υπόθεση εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Ενδιαφέρον
είναι ότι τα μέλη της ομάδας που συλλαμβάνονται ή άλλα που βρίσκονται
έγκλειστα, αντικαθίσταται με άλλα μέλη, με σκοπό η εγκληματική
δραστηριότητα να συνεχίζεται απρόσκοπτα. Η συνεχής εγκληματική δράση
εκτιμάται ότι έχει αποφέρει στους αρχηγούς και στα μέλη της οργάνωσης
τεράστια οικονομικά έσοδα και υλικά οφέλη, τα οποία στην συνέχεια όπως
έχει αποδειχθεί μετουσιώνονται σε περιουσιακά στοιχεία, μέσω υπόπτων
συναλλαγών.
Έχει κατατεθεί ότι ένα εκ των
αρχηγικών μελών διαπραγματευόταν την αγορά πλοίου, προκειμένου προφανώς
να μεταφέρει είτε παράνομους μετανάστες, είτε ναρκωτικά και όπλα.
Νομιμοποίηση παράνομων εσόδων γινόταν είτε με την μορφή επενδύσεων, είτε
με τοκογλυφικά δάνεια.
Τα υπόλοιπα μέλη
της ομάδας αμείβονταν ανάλογα με την συμμετοχή τους σε παράνομες έπραξες
π.χ. τοποθέτηση ενός χαμηλής –ενδεχομένως- ισχύος εκρηκτικού
μηχανισμού, κοστίζει 2.000 ευρώ στο τιμολόγιο τους.
Περαιτέρω
στοιχεία εξειδικευμένα δεν είναι δυνατόν να παραχθούν, λόγω ακριβώς του
τεράστιου εύρους των εγκληματικών δράσεων, της μυστικότητας της
υπόθεσης ως προς τον τρόπο που πρέπει να καλυφθούν άνθρωποι που είναι insider στην
οργάνωση. Ήδη όλοι οι συλληφθέντες βρίσκονται στον Εισαγγελέα,
ασκήθηκαν ποινικές διώξεις σε βάρος τους και μάλιστα βρίσκονται στον
Ειδικό Ανακριτή.
Για άλλη μια φορά θα
τονίσω το υψηλό επίπεδο συνεργατικότητας και διαλειτουργικότητας των
αστυνομικών υπηρεσιών. Την πρωτοβουλία είχε η Διεύθυνση Ασφάλειας
Αττικής, με τη συνεργασία πολλών άλλων αστυνομικών υπηρεσιών. Αυτό
δείχνουν ακριβώς οι δράσεις: αφενός τη σύμπλευση του Σώματος, εν γένει
αλλά και την αντιμετώπιση της οργανωμένης εγκληματικότητας και των
δεσμών που αυτή αναπτύσσει και με άλλες επάλληλες δραστηριότητες
εγκληματικών οργανώσεων.
Σας ευχαριστώ.»