Ο Βασίλης Ξηρός που αποφυλακίστηκε από τις αγροτικές φυλακές της Κασσάνδρας,γεννήθηκε το 1972 στην Κοζάνη. Πρόκειται για το μικρότερο γιο της πολυμελούς οικογένειας του πατέρα Τριαντάφυλλου και της Μοσχούλας που καταδικάστηκε σε 25ετη κάθειρξη, ως μέλος της 17Ν. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου ασκούσε κατά διαστήματα το επάγγελμα του τεχνίτη μοτοσικλετών.
Το 1995 βρέθηκε στην Αθήνα, φιλοξενούμενος στην κατοικία του αδελφού του, Σάββα, ο οποίος τον στρατολόγησε στην 17Ν. Αργότερα, διέμεινε σε άλλο σπίτι, στο οποίο συγκατοικούσε με τον φίλο του, Διονύση Γεωργιάδη, ο οποίος φέρεται να ήταν περιφερειακό στέλεχος στην οργάνωση. Το 2000 ο Βασίλης Ξηρός επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, και συνέχισε κατά διαστήματα να επισκέπτεται την Αθήνα. Μερικές ημέρες μετά από την έκρηξη στο λιμάνι του Πειραιά, προσήχθη -μαζί με τα αδέλφια του Νίκο και Δημήτρη- από τους άνδρες της αντιτρομοκρατικής, αρχικά στην αστυνομική διεύθυνση Θεσσαλονίκης, και κατόπιν με C-130 στη ΓΑΔΑ.
Ο Β.Ξηρός έλαβε για πρώτη φορά μέρος σε ενέργεια της 17Ν, με το κωδικό όνομα «Παναής», ως οδηγός του αυτοκινήτου διαφυγής για τη ληστεία του υποκαταστήματος των ΕΛΤΑ στο Βύρωνα. Έκτοτε συμμετείχε σε σειρά επιθέσεων, όπως δολοφονίες, εκρήξεις και ληστείες, μαζί με τον Σάββα Ξηρό και τον Δημήτρη Κουφοντίνα.
Σύμφωνα με το αμετάκλητο βούλευμα, κατηγορείται για συμμετοχή στην τρομοκρατική οργάνωση, διακεκριμένη οπλοκατοχή και συνέργια σε συνολικά 28 ενέργειες, ορισμένες εκ των οποίων επισύρουν ποινές ισόβιας κάθειρξης. Μεταξύ άλλων, κατηγορείται για απλή συνέργια στις ανθρωποκτονίες των Στ.Σόντερς και Κ.Περατικού, στις επιθέσεις με ρουκέτα εναντίον της οικίας του Γερμανού πρέσβη και των γραφείων του ΠΑΣΟΚ, σε τοποθετήσεις βομβών και ληστείες, καθώς και για κλοπές οχημάτων και μοτοσικλετών.
Όπως και τα υπόλοιπα αδέλφια του, ο Βασίλης Ξηρός αρχικά ομολόγησε τη συμμετοχή του στην 17Ν και αναφέρθηκε εκτενώς στις ενέργειες που έλαβε μέρος, ωστόσο τώρα αρνείται κάθε σχέση με την οργάνωση, και κάνει λόγο για κατασκευασμένες κατηγορίες.