17/1/12

Έφεραν και έκαναν μόδα τις απαγωγές



"Εισαγόμενο" είναι το φαινόμενο στην Ελλάδα με τις γνωστές απαγωγές Πακιστανών, Αφγανών και Ιρακινών. Από τη Μανωλάδα, το Μαραθώνα μέχρι και τη Λειβαδιά έχουν πιαστεί δράστες-εκβιαστές.

Αξιωματικοί πάντως των σωμάτων ασφαλείας του Ιράκ συστηματικά συλλαμβάνουν πολίτες με ψεύτικες κατηγορίες προκειμένου να τους βασανίσουν, εκβιάζοντας με αυτό τον τρόπο τους συγγενείς τους να πληρώσουν για την απελευθέρωσή τους, αποκαλύπτει δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας Guardian. Για ένα τυπικό παράδειγμα της ενδημικής διαφθοράς που μαστίζει τη χώρα: ανώτατοι αξιωματικοί αγοράζουν τον έλεγχο σε συγκεκριμένες γειτονιές δωροδοκώντας πολιτικούς και χαμηλόβαθμοι αστυνομικοί, με τη σειρά τους, δωροδοκούν τους ανωτέρους τους.
Oλοι, «αποζημιώνονται» αποσπώντας χρήματα από τις οικογένειες των πολιτών που συλλαμβάνουν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ουμ Χουσέιν, μίας 60χρονης γυναίκας από τη Βαγδάτη, η οποία υποχρεώθηκε να καταβάλει ένα πολύ μεγάλο ποσό προκειμένου οι Αρχές να αποφυλακίσουν τον μικρότερο γιο της, Γιασίρ.

Η Ουμ Χουσέιν είχε έξι παιδιά. Ο μεγαλύτερος γιος της σκοτώθηκε από σουνίτες αντάρτες το 2005, ενώ τρεις άλλοι απήχθησαν από τη σιιτική πολιτοφυλακή όταν βγήκαν από τα όρια της γειτονιάς τους για να βρουν δουλειά. Eκτοτε δεν τους ξαναείδε. Σήμερα ζει με την υπόλοιπη οικογένειά της - την κόρη της, τον Γιασίρ και τα έξι ορφανά εγγόνια της - σε ένα μικρό διαμέρισμα στην ιρακινή πρωτεύουσα.

Ο Γιασίρ συνελήφθη το 2007. Επί τρία χρόνια η Ουμ δεν είχε νέα του με αποτέλεσμα να πιστέψει ότι ήταν νεκρός όπως και τα αδέλφια του. Αυτό μέχρι την ημέρα που η γυναίκα έλαβε ένα τηλεφώνημα από κάποιον αξιωματικό, που της είπε ότι μπορούσε να τον επισκεφθεί αν κατέβαλε ένα ποσό. Η Ουμ δανείστηκε τα χρήματα από έναν γείτονα και ξεκίνησε για τις φυλακές. «Περιμέναμε να τον φέρουν» είπε η γυναίκα στον Guardian.

«Τα πόδια και τα χέρια του ήταν δεμένα με αλυσίδες σαν να ήταν εγκληματίας. Δεν μπορούσα να τον αναγνωρίσω από τα βασανιστήρια που είχε υποστεί. Δεν ήταν ο γιος μου, ήταν κάποιος άλλος. Eκλαψα: "Η μητέρα σου πεθαίνει για σένα, αγαπημένε μου γιε". Με έσυραν έξω και δεν με άφησαν να τον ξαναδώ. Eχασα τέσσερα παιδιά. Τους είπα ότι δεν θα έχανα και αυτό» συνέχισε. Στη συνέχεια, οι αξιωματικοί τηλεφώνησαν από τη φυλακή, απαιτώντας να τους καταβληθούν πολύ μεγάλα ποσά για να αποφυλακίσουν τον Γιασίρ, λέγοντας παράλληλα στην οικογένεια ότι τον υποβάλουν σε βασανιστήρια. Η Ουμ τους είπε ότι θα πλήρωνε αλλά εκείνοι ζητούσαν συνέχεια περισσότερα χρήματα.

Στην αρχή ήταν ένα εκατομμύριο ιρακινά δηνάρια (περίπου 700 ευρώ), μετά δύο εκατομμύρια και πέντε εκατομμύρια. «Eπρεπε να στείλουμε στους φρουρούς τηλεκάρτες για να μας παίρνουν τηλέφωνο. Είπαν: "Βασανίζουμε τον γιο σου - θα πεθάνει αν δεν πληρώσεις". Και έτσι πληρώναμε και πληρώναμε. Τί μπορούσα να κάνω; Είναι ο μόνος γιος που μου έχει απομείνει. Είπα ότι θα εκδιδόμουν, φθάνει να γυρνούσε σε εμένα». Το τελευταίο τηλεφώνημα έγινε τον Δεκέμβριο:οι αξιωματικοί απαιτούσαν μία τελική πληρωμή προκειμένου να αφήσουν τον Γιασίρ ελεύθερο. Μέχρι τότε η οικογένεια τους είχε δώσει εννέα εκατομμύρια ιρακινά δηνάρια (6.000 ευρώ). «Μου ζήτησαν 60 χαρτονομίσματα των 100 δολαρίων. Μετά είπαν 30. Τους είπα ότι δεν τα έχω και συμφώνησαν στα 20» είπε η Ουμ. Ο Γιασίρ αφέθηκε ελεύθερος δύο ημέρες μετά την καταβολή των χρημάτων.