«Κάποιος από τους 14 που κτυπούσαν τον Καρέλι φώναξε "σταματήστε θα τον σκοτώσουμε". Ομως κανείς δεν τον άκουσε. Κι αυτός που φώναξε, μετά από λίγο τον κλώτσησε ξανά. Κάποια στιγμή ο διευθυντής άκουσε τις κραυγές του κρατούμενου και μπήκε στο δωμάτιο που τον κτυπούσαν. Μόλις τον είδε κακοποιημένο είπε στους υπαλλήλους "όποιος θέλει να τον βαρέσει να το κάνει και τώρα και να πάρει την ευθύνη(!) .Αν πεθάνει θα χάσουμε τα σπίτια μας". Λίγο μετά σωφρονιστικοί υπάλληλοι φώναξαν έναν κρατούμενο για να καθαρίσει τα αίματα από το δωμάτιο. Δεν ανησυχούσαν όμως τότε γιατί είχαν σχεδιάσει να πάνε την επόμενη μέρα τον κρατούμενο στον γιατρό. Ομως ο υπεύθυνος σωφρονιστικός υπάλληλος ήταν εξαιρετικά ανήσυχος και γι αυτό τον λόγο αμέσως μετά πήγε στην αίθουσα με τις κάμερες των φυλακών και παρατηρούσε τον Καρέλι συνέχεια γιατί φοβόταν ότι θα πεθάνει...».
Απόσπασμα από την κατάθεση αξιωματικού της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων σχετικά με τον φονικό ξυλοδαρμό του 42χρονου Αλβανού κακοποιού Ιλία Καρέλι, πριν από μία εβδομάδα, στις φυλακές Νιγρίτας. Στη δικογραφία περιγράφεται κάθε λεπτό της άγριας κακοποίησης του κρατούμενου από όλους, πλήν ενός, σωφρονιστικούς υπλλήλους και εξωτερικούς φρουρούς που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στη φυλακή. Στη δικογραφία κατονομάζονται όλοι όσοι κτυπούσαν τον 42χρονο Αλβανό, σε όλα τα σημεία του σώματός του. Ομως, προσδιορίζονται δύο που τον κτυπούσαν με μεγαλύτερη μανία . Μάλιστα για τον ένα σημειώνεται ότι ήταν αυτός που τον κτύπησε με τον βραχίονά του στο στέρνο του και του επέφερε το καίριο πλήγμα".
Στην αναλυτική κατάθεση του αξιωματικός της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛΑΣ σημειώνει ότι ο διευθυντής των φυλακών «μόλις μπήκε ο Καρέλι στην φυλακή Νιγρίτας τον λυπήθηκε και αποφάσισε να τον προστατεύσει από τις τυχόν επιθέσεις των σωφρονιστικών». Στη συνέχεια σημειώνεται ότι ένας αρχιφύλακας των φυλακών πήγε να προετοιμάσει το κελί όπου θα έμενε ο Καρέλι ενώ είχε λίγο μετά συνάντηση και με τον διευθυντή των φυλακών που του επέστησε την προσοχή για την ασφάλεια του κρατουμένου. Αμέσως μετά ο αρχιφύλακας μπήκε στην αίθουσα «υποδοχής» που ήδη είχε αρχίσει να ξυλοκοπείται μαζικά ο κρατούμενος. Οπως σημειώνεται στην δικογραφία «αρχικά ο αρχιφύλακας προσπάθησε να τους συγκρατήσει λέγοντάς τους "τι κάνετε , ακόμη δεν έχει φύγει ο διευθυντής". Ομως μετά άρχισε κι αυτός να του ρίχνει χαστούκια. Ενας άλλος κρατούμενος του έριξε κουβά με νερό. Σε κάποια στιγμή ο αρχιφύλακας ζήτησε να του φέρουν μία πετσέτα μήκους 50 εκατοστών με την μορφή πλεξούδας, που είχε κατασχεθεί από άλλον κρατούμενο, και άρχισαν με αυτή να κτυπούν τον κρατούμενο σε όλα τα μέρη του σώματός του. Ενας μόνο φώναξε "μην του κτυπάτε το κεφάλι». Οπως σημειώνεται, τέλος, στη δικογραφία αμέσως μετά τον ξυλοδαρμό ο αρχιφύλακας πήγε στο γραφείο του διευθυντή των φυλακών και του ζήτησε να τον βγάλει από αυτό το πόστο. Ομως εκείνος του είπε ότι «δεν θα το κάνει γιατί είναι καλός υπάλληλος». Και εκεί έκλεισε το θέμα!
Ο δικηγόρος Θεσσαλονίκης κ. Νίκος Ζήνδρος που εκπροσωπεί νομικά έναν από τους κατηγορουμένους σημειώσε ότι « η δικογραφία στηρίζεται σε αφηγηματικές καταθέσεις στελεχών της ΕΛ.ΑΣ με βάση όσα φέρεται να τους εξομολογήθηκαν κάποιοι σωφρονιστικοί υπάλληλοι και όχι σε ένορκες καταθέσεις των σωφρονιστικών υπαλλήλων».