25/8/14

Ναζιστικά βιώματα

Της Μαίρης Τζόρα [ΑΠΕ]





Κεράσοβο Πωγωνίου
Η Κατερίνα Γάστιου

Μοιρολόγια, φωνές. Εικόνες που δεν ξεχνιούνται, δεν φεύγουν από τα παιδικά μάτια. Πάνω στην πέτρα, μπροστά στη Σπηλιά, για χρόνια, είχε μείνει η κοτσίδα από τα μαλλιά της 15χρονης Κλεοπάτρας". Με αυτά τα λόγια η 74χρονη, σήμερα, Κατερίνα Γάστιου - Δρούμπουλαμεταφέρει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων στιγμές από το χρονικό της σφαγής στο Κεράσοβο Πωγωνίου, όπου ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου, το 1944, οι Γερμανοί κατακτητές εκτέλεσαν ομαδικά πολλούς κατοίκους του χωριού.
Η μικρή τότε Κατερίνα - μόλις πεντέμισι χρονών - ήταν το παιδάκι που "γλίτωσε" τους περισσότερους συγχωριανούς της από την εκτέλεση σε μία "Σπηλιά" στο Κεράσοβο, η οποία, έπειτα από πολύχρονους αγώνες, κηρύχθηκε "τόπος ιστορικός", με απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεοτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού."Ζήσαμε ένα δράμα, έχουμε ακόμη εφιάλτες που μας ταράζουν" μας αφηγείται η κυρία Κατερίνα και διηγείται με κάθε λεπτομέρεια το χρονικό του ολοκαυτώματος στο χωριό της, που "έφερε πόνο, στάχτες και αίμα", όπως χαρακτηριστικά λέει."Το χωριό μας ήταν στον στόχο των εξαγριωμένων Γερμανών, γιατί οι αντάρτες, είχαν κάνει σαμποτάζ σε κοντινή περιοχή. Όλοι στο χωριό ήμασταν προσεκτικοί.Μάλιστα, κρυβόμασταν στα χωράφια. Πέρασαν μέρες, ξεθαρρέψαμε και ξαναμαζευτήκαμε. Ήταν παραμονές της Παναγίας, Δεκαπενταύγουστος.Το βράδυ, οι γονείς μου είχαν μείνει στο αλώνι, φύλαγαν το σιτάρι. Εγώ με τη γιαγιά και τα αδέλφια μου ήμουν στο σπίτι μας, στο χωριό. Τα μεσάνυχτα ξύπνησα, αναζήτησα τους γονείς μου και όταν είδα πως δεν είναι στο

σπίτι, σκέφτηκα να πάω να τους ψάξω στο αλώνι ή σε ένα άλλο χωριό που κρυβόμασταν συνήθως, 7 χιλιόμετρα πιο μακριά, στη Στρατίνιστα. Είχα μία ανησυχία. Άλλες φορές δεν έψαχνα τους γονείς μου. Εκείνο το βράδυ δεν ξέρω τι μου συνέβη. Έφυγα κρυφά, περπάτησα ένα τέταρτο με τα πόδια μέσα στο σκοτάδι και πήγα στο αλώνι. Δεν φοβόμουν. Δεν ξέρω γιατί.Ήταν θεϊκή δύναμη;" αναρωτιέται."Τους βρήκα στο αλώνι. Η μητέρα μου τρόμαξε, όταν με είδε. Μου είπε να κοιμηθώ, όμως δεν μπορούσα. Είχε ξαστεριά ο ουρανός και κοίταζα τα αστέρια. Κάτω από το αλώνι μας, ήταν ο δρόμος. Ξαφνικά, ύστερα από μία ώρα, ακούγεται φασαρία.Σηκώθηκε η μητέρα μου να δει τι γίνεται. Ο δρόμος είχε 'μαυρίσει' από Γερμανούς. Είχαν φτάσει στην άκρη του χωριού. Γρήγορα ξυπνήσαμε τον πατέρα μου, σηκωθήκαμε πήραμε τα ζώα και λίγο σιτάρι, αρχίσαμε από το μονοπάτι να ανεβαίνουμε στο χωριό" θυμάται η κυρία Κατερίνα και συγκινείται.Με σπασμένη φωνή, μας αφηγείται την αναστάτωση του πατέρα τηςΒασίλη Γάτσιου: "Ακόμη έχω στα αυτιά μου τις φωνές του πατέρα μου. Ήταν δραματική η φωνή του."Ξυπνήστε χωριανοί. Ξυπνήστε, έρχονται Γερμανοί".
Όσοι άκουσα τον Βασίλη Γάτσιου έφυγαν τρέχοντας για το βουνό, λέει η κυρία Κατερίνα και συνεχίζει την αφήγηση: "Μαζί με τη μητέρα μου, πήγαμε σπίτι να ξυπνήσουμε τα αδέλφια μου και να φύγουμε. Στην είσοδο, είχαν φτάσει οι Γερμανοί. Διαφύγαμε από την πίσω πόρτα, μέσα από έναν μικρό κήπο. Πήραμε το ρέμα και ανεβήκαμε στο βουνό, αφού περπατήσαμε όλη τη νύχτα. Πήραμε μαζί μας και κάποια κορίτσια που συναντήσαμε στην πλαγιά, όπου φύλαγαν τα ζώα τους. Όσοι δεν πρόλαβαν να εγκαταλείψουν το χωριό - 20 συγχωριανοί μας έμειναν πίσω - συνελήφθησαν από τους Γερμανούς, οι οποίοι τους έκλεισαν μέσα στην εκκλησία.Στις 15 Αυγούστου, τους μετέφεραν στη Σπηλιά, όπου ο κόσμος είχε κρύψει σιτάρι, αλεύρι, τρόφιμα και ρούχα. Αφού έβαλαν φωτιά μέσα στο χώρο, τους διέταζαν να μπουν στην κόλαση. Εκείνοι, αρνιόνταν και αντιστέκονταν κι έτσι τους εκτέλεσαν".Η κυρία Κατερίνα θυμάται με πίκρα, όπως λέει, μια οικογένεια με δύο κορίτσια, την οικογένεια Κολιμάντζου. "Το μικρότερο κορίτσι, ηΒασιλική, που ήταν στην ηλικία μου, το γύρισαν πίσω οι Γερμανοί, όμως εκείνη ήθελε να ακολουθήσει τη μοίρα της οικογένειας της και την εκτέλεσαν. Μετά έβαλαν φωτιά σε όλα τα σπίτια του χωριού. Κάηκαν 99 σπίτια. Εμείς, από ψηλά, από τον Προφήτη Ηλία, βλέπαμε τα σπίτια μας λαμπαδιασμένα. Το χωριό καιγόταν. Η μητέρα μου έκλαιγε κι εγώ στεναχωριόμουν που την έβλεπα να κλαίει. Μείναμε μέρες στο βουνό. Δεν είχαμε τι να φάμε. Λίγα άγρια φουντούκια βρίσκαμε. Μετά έφυγαν οι Γερμανοί και κατεβήκαμε στο χωριό. Ήταν όλα στάχτη. Μάζεψαν οι μεγαλύτεροι τους νεκρούς. Η μυρωδιά του καμένου ήταν διάχυτη. Μοιρολόγια, φωνές. Εικόνες που δεν ξεχνιόνται, δεν φεύγουν από τα παιδικά μάτια" μας λέει.
Αλλά και η περίοδος που ακολούθησε κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν. Μετά τη φωτιά και τις εκτελέσεις, ήρθαν η πείνα και οι αρρώστιες. Είκοσι συγχωριανοί της κυρίας Κατερίνας πέθαναν από ελονοσία.Ο σύζυγος της κυρίας Κατερίνας, Ηλίας Δρούμπουλας, ήταν τότε 15 ετών. Οι κουβέντες του είναι χαρακτηριστικές: "Θυμάμαι το δράμα. Ήταν κόλαση το χωριό.Ακούω ακόμη στον ύπνο μου την φωνή του Βασίλη Γάτσιου και τον εφιαλτικό ήχο της γερμανικής μπότας. Δεν μπορώ με λόγια να το περιγράψω".Το Κεράσοβο Πωγωνίου, είναι ένα μικρό χωριό που απλώνεται στα Β.Δ. του Νομού Ιωαννίνων, σε απόσταση 20 χιλιόμετρων από το Καλπάκι.Πάνω από τη Σπηλιά, στην κορυφή του λόφου, οι Κερασοβίτες έστησαν έναν μεγάλο λευκό σταυρό για να τιμήσουν τους νεκρούς τους. Ο Δεκαπενταύγουστος, για τον Δήμο Πωγωνίου είναι ημέρα μνήμης.