4/6/15

Δίωξη εναντίον επιχειρηματία για την απαγωγή της 27χρονης




Ποινική δίωξη εναντίον επιχειρηματία για την απαγωγή της 27χρονης στην Κυψέλη

Νέα δεδομένα στην υπόθεση απαγωγής της 27χρονης φοιτήτριας, συγγενούς ποδοσφαιρικού παράγοντα επαρχιακής ΠΑΕ, τον περασμένο Νοέμβριο με την παραγγελία του δικαστικού συμβουλίου για άσκηση ποινικής δίωξης σε έναν επιχειρηματία αλλά και με την επίσημη αναζήτηση ενός Αλβανού ο οποίος φέρεται να συμμετείχε στη συγκεκριμένη εγκληματική πράξη. Ο επιχειρηματίας ήταν στενός φίλος του πατέρα της φοιτήτριας αλλά και εργοδότης ενός εκ των συλληφθέντων απαγωγέων. Ο αλλοδαπός με το όνομα Αλέκος Ντ., ηλικίας 40-45 ετών και με καταγωγή από την Κορυτσά, εργαζόταν στην επιχείρηση του δευτέρου συλληφθέντος και στην απόφαση 2024/2015 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών ζητείται από την ΕΛ.ΑΣ. ο εντοπισμός του.

Η φοιτήτρια έπεσε θύμα αρπαγής στις 31 Οκτωβρίου 2014 στην Κυψέλη και αφέθηκε ελεύθερη ύστερα από δέκα ημέρες ομηρίας σε κατοικία στη Λούτσα. Ήταν ανιψιά συνιδιοκτήτη ΠΑΕ της επαρχίας, ενώ και ο πατέρας της είχε απασχοληθεί στο ποδοσφαιρικό τμήμα της ίδιας ομάδας. Οι συγγενείς της κατέβαλαν τελικώς 82.500 ευρώ ενώ οι αρχικές απαιτήσεις των δραστών ήταν της τάξης των 10 εκατ. ευρώ.

Ως δράστες συνελήφθησαν δύο άτομα, 48 και 53 ετών. Ο πρώτος ήταν εργαζόμενος σε μεταφορική εταιρεία την οποία επισκεπτόταν ο πατέρας της νεαρής. Και αυτό διότι γνώριζε τον ιδιοκτήτη της μεταφορικής εταιρείας μέσω της επαρχιακής ΠΑΕ, όπου αγωνιζόταν παλιότερα και ο γιος του.

Για την αρπαγή της φοιτήτριας είχε κατηγορηθεί και ο 53χρονος που διατηρούσε μάντρα αυτοκινήτων στο Μενίδι, όπου είχε γνωρίσει προ δεκαετίας τον 48χρονο και συνεργάστηκαν στην αρχική φάση της απαγωγής. Στην απαγωγή φέρεται να είχε εμπλακεί και ένας Αλβανός που εμφανιζόταν να δούλευε στον ιδιοκτήτη της εταιρείας μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και η ταυτότητα του οποίου δεν είχε γίνει γνωστή μέχρι σήμερα.

Στην πρώτη φάση της αστυνομικής και της δικαστικής έρευνας και στο πρώτο στάδιο της ανάκρισης οι δύο κατηγορούμενοι παραδέχθηκαν την οργάνωση και τη διάπραξη της απαγωγής χωρίς να εμπλέξουν οποιοδήποτε άλλο άτομο. Ωστόσο ο 48χρονος σε νεότερα απολογητικά υπομνήματα ανέφερε: «Ο εργοδότης μου ήταν αυτός που είχε την ιδέα για την οργάνωση της απαγωγής της 27χρονης φοιτήτριας και είχε τελικώς συμφωνήσει να πάρει το 15% των λύτρων. Αυτός επέλεξε τον στόχο και μας υπέδειξε το σπίτι της φοιτήτριας στην Κυψέλη. Αρχικά ήθελε να απαγάγουμε ένα από τα παιδιά του ίδιου του συνιδιοκτήτη της επαρχιακής ΠΑΕ αφού είχε επαφή και με τη γυναίκα του μέσω facebook. Ο εργοδότης μου ήταν αυτός που μας έχει ενημερώσει ότι ο συνιδιοκτήτης της επαρχιακής ΠΑΕ ήταν πολύ σκληρός άνθρωπος και δεν εκβιαζόταν εύκολα. Ήταν αυτός που μας υπέδειξε τον στόχο μας, έδωσε πληροφορίες για την κοπέλα, για το πού δουλεύει, τι συνήθειες έχει, τη διαδρομή που ακολουθεί και αργότερα μας είπε ότι είχε αλλάξει δουλειά και είχε πάει σε άλλο μαγαζί. Είχαμε σειρά συναντήσεων μαζί του σε καφετέρια στο Μενίδι όπου κανονίσαμε για την αρπαγή αλλά και τον ενημερώναμε για την εξέλιξη της απαγωγής. Μόλις μάλιστα είχε πληροφορηθεί ότι οι συγγενείς της ήταν ανυποχώρητοι για το θέμα των λύτρων, μας είχε ζητήσει μάλιστα να ασκήσουμε βία στην κοπέλα, ακόμη και να της κόψουμε κάποιο δάχτυλο».

Για την τυχόν εμπλοκή του ιδιοκτήτη της μεταφορικής εταιρείας στην απαγωγή κλήθηκε ο συγκατηγορούμενος του συντάκτη του προηγούμενου υπομνήματος, ο οποίος ωστόσο δήλωσε πως «αγνοεί ότι είχε οποιαδήποτε ανάμειξη στην αρπαγή της φοιτήτριας». Όπως δήλωσε στο «Βήμα» ο δικηγόρος του κ Ιωάννης Λάγγας, «ο εντολέας μου δήλωσε στην ανάκριση ό,τι γνώριζε για την υπόθεση. Αγνοούσε πλήρως τον ρόλο του ιδιοκτήτη της μεταφορικής εταιρείας, αν τέτοιος ρόλος υπήρξε, ή τις τυχόν σχέσεις και συμφωνίες μεταξύ αυτού και του άλλου κατηγορούμενου και υπαλλήλου του. Άλλωστε, η συμμετοχή του, για την οποία εξ αρχής είχε μετανιώσει, ήταν καθαρά υποβοηθητική, αφού ανέλαβε μόνο να οδηγήσει το αυτοκίνητο που χρησιμοποιήθηκε και δεν είχε κανένα λόγο να γνωρίζει περαιτέρω λεπτομέρειες».

Ωστόσο με την πρόσφατη απόφασή του το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ζητά «να απαγγελθεί κατηγορία για το αδίκημα της απλής συνέργειας στην πράξη αρπαγής κατά συναυτουργία που τελέσθηκε με σκοπό εξαναγκασμό άλλου σε πράξη για την οποία δεν υπάρχει υποχρέωσή του».