3/8/11

Περί μιμητισμού και λιθοβολισμού

Διαβάστε όλη την ομιλία του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Χρήστου Παπουτσή, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για τα φαινόμενα βίας. Ο υπουργός προαναγγέλει ότι εξετάζεται στις διαδηλώσεις η χρήση πλαστικών σφαιρών ή η ρήψη νερού, μιλώντας για τις κατασταλτικές δυνάμεις που "λιθοβολούνται" και επιτίθεται στις τηλεοράσεις που προκαλούν τον "μιμητισμό". Μάλιστα δίνοντας μαθήματα "αντιεξουσιασμού"  ο κ. Παπουτσής μιλά για "εθισμό που προκαλεί την κρατική βία".
Η δημοκρατία δοκιμάζεται σε εποχές κρίσης και όχι σε εποχές ευημερίας και κοινωνικής ειρήνης. Πιστεύω βαθύτατα ότι αν συρρικνώσουμε τις αρχές του πολιτεύματός μας εν ονόματι της αντιμετώπισης των βίαιων κοινωνικών και πολιτικών αντιδράσεων που προκαλούνται κάθε φορά, ιδιαίτερα τώρα που έχουμε την τρέχουσα οικονομική κρίση, τότε η οικονομική ανάκαμψη μπορεί να έλθει, αλλά θα έλθει σε μια αστυνομοκρατούμενη κοινωνία.
Και αυτό δεν ξέρω αν είναι κάτι το οποίο επιδιώκουν οι πολιτικές δυνάμεις αλλά και οι υγιείς δυνάμεις της κοινωνίας μας. Εγώ πάντως, δεν συμφωνώ και δεν έχω καμία πρόθεση να υπηρετήσω ένα τέτοιο πλαίσιο αστυνομοκρατούμενης κοινωνίας ή αστυνομικού κράτους. Το έχω δηλώσει επανειλημμένα σε όλες τις κατευθύνσεις, σε όλους τους τόνους.
Πιστεύω επίσης βαθειά ότι η δημοκρατία αναπτύσσεται μέσα από το διάλογο και τη συναίνεση.
Αν χάσουμε τη ψυχραιμία μας λόγω των αντιξοοτήτων, θα υπονομεύσουμε κάθε πιθανότητα ανάκτησης της κοινωνικής ειρήνης.
Η έξαρση της βίας στο δημόσιο χώρο δεν παρατηρείται μόνο στη δική μας χώρα, αλλά σχεδόν σε όλα τα δυτικά κράτη. Τα αίτια αυτού του γενικευμένου φαινομένου είναι γνωστά σε όλους μας. Συζητούνται δημοσίως και προβληματίζουν όλες τις πολιτικές ηγεσίες και όλες τις κοινωνικές δυνάμεις σε όλα τα κράτη του πολιτισμένου κόσμου.
Προβάλλεται από τη μία πλευρά η ραγδαία άνοδος της ανεργίας, η αποδυνάμωση του κράτους πρόνοιας και η συρρίκνωση κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων, λόγω της παγκοσμιοποίησης αλλά και της εξάπλωσης του νεοφιλελευθερισμού. Υπονομεύουν καθημερινά τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων βυθίζοντάς τους στην ανέχεια ή καθηλώνοντάς τους σε ένα καθεστώς οικονομικής, κοινωνικής και σε τελευταία ανάλυση υπαρξιακής ανασφάλειας.
Αυτή η διαπίστωση γίνεται αποδεκτή πλέον όχι μόνο από αριστερούς διανοητές, αλλά κυρίως από αναλυτές προερχόμενους από τη νεοφιλελεύθερη παράταξη σε ολόκληρο τον κόσμο. Το λέω αυτό, σε συνδυασμό με τις προσεγγίσεις, ότι - όπου ακόμα και οι πιο θερμοί υποστηρικτές της έννοιας της απελευθέρωσης των αγορών, ζητούν περισσότερους κανόνες, πλέον. Ζητούν και αναγνωρίζουν ότι δεν μπορεί να οδηγηθούμε σε απελευθέρωση χωρίς συγκεκριμένους κανόνες στην αγορά. Είναι εκείνοι δε, -εκείνοι οι οποίοι στο παρελθόν υποστήριξαν το πολύ λιγότερο κράτος- αυτοί οι οποίοι τώρα έρχονται και απαιτούν υπερεθνικές παρεμβάσεις και όχι μόνο ενίσχυση των κρατικών παρεμβάσεων και του δημόσιου τομέα, αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή άλλων οργανισμών για τη ρύθμιση στο παγκόσμιο επίπεδο.
Η αλήθεια, είναι ότι η οξύτητα της οικονομικής κρίσης επέφερε, σχεδόν νομοτελειακά, μια εντονότερη αύξηση της βίας.
Η βία που ταλανίζει πλέον την κοινωνία μας πρέπει επομένως να νοηθεί ως αναπόσπαστο τμήμα ενός ευρύτερου πλαισίου ανασφάλειας και αδιεξόδων που θίγουν το σύνολο του πληθυσμού. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι εκδηλώνεται με πολλές μορφές, από την πρόκληση επεισοδίων στις διαδηλώσεις ως τη ρατσιστική βία ή τους προπηλακισμούς πολιτικών. Σε κάθε περίπτωση, οι δράστες και οι αποδέκτες είναι διαφορετικοί – το σύνολο όμως των περιπτώσεων δηλώνει σαφώς μια διάχυτη αγωνία και ταυτόχρονα μια αδυναμία αντίδρασης με εκλογικευμένους τρόπους.
Αυτή η διαπίστωση δεν σημαίνει βέβαια σε καμία περίπτωση ότι η βία αυτή είναι αποδεκτή. Δεν υπάρχει καμία ανοχή στη βία. Υπάρχει αντίθετα μηδενική ανοχή στη βία. Έχω επανειλημμένως καταδικάσει απερίφραστα τόσο τη βίαιη συμπεριφορά εκ μέρους των πολιτών όσο και από την άλλη πλευρά το φαινόμενο της αστυνομικής αυθαιρεσίας.
Ταυτόχρονα όμως οφείλω να επισημάνω ότι η συστηματικά συγκρουσιακή διεκδίκηση ορισμένων πολιτικών και κοινωνικών αιτημάτων μπορεί ενδεχομένως να προσφέρει προσωρινές διεξόδους σε βαθύτερα πολιτικά και ορισμένες φορές , δυστυχώς, και προσωπικά αδιέξοδα, μπορεί ακόμα και να εξασφαλίζει βραχυπρόθεσμα πολιτικά οφέλη σε κάποιους χώρους που κάνουν αυτές τις επιλογές, της βίαιης δηλαδή διεκδίκησης αλλά ένα είναι βέβαιο ότι παράλληλα βυθίζει όλη την κοινωνία σε ένα φαύλο κύκλο αέναα κλιμακούμενης βίας.
Μια πρώτη συνέπεια είναι ο εθισμός στη βία ως μέσο επέμβασης στον πολιτικό βίο. Θα ήμουν ο τελευταίος που θα ζητούσε ποτέ νέκρωση των κοινωνικών αγώνων και νέκρωση της κοινωνίας των πολιτών.
Τονίζω, όμως, ότι η χρήση βίας στις περιπτώσεις αυτές υπονομεύει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα γιατί απομακρύνει ένα μεγάλο μέρος πολιτών που θα ήθελαν να συμμετάσχουν ή έστω να υποστηρίξουν τους αγώνες αυτούς.
Επιπλέον, όπως όλοι γνωρίζουμε, η χρήση βίας προκαλεί συχνά το αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, γιατί νομιμοποιεί, για να μην πω προκαλεί, τη χρήση κρατικής βίας και οδηγεί νομοτελειακά στην ενίσχυση του κατασταλτικού μηχανισμού, τον οποίο κατά τα άλλα αντιπαλεύουμε ή κατακρίνουμε.
Μια δεύτερη συνέπεια του φαύλου κύκλου είναι η κλιμάκωση της βίας. Επομένως έχουμε την εμφάνιση νέων βίαιων τακτικών εκ μέρους των διαδηλωτών, όπως είναι ο λιθοβολισμός ή η ρίψη μαρμάρων εναντίον των Σωμάτων Ασφαλείας, αλλά και την αντίστοιχη εκτεταμένη χρήση χημικών, παραδείγματος χάρη, εκ μέρους της Αστυνομίας.
Η κλιμάκωση, με τη σειρά της, προκαλεί φόβο οδηγώντας στη δημιουργία ενός τεχνητού διηνεκούς ανασφάλειας και σε περαιτέρω κλιμάκωση των μέτρων καταστολής, κοκ. Κι έτσι συνεχίζεται ο κύκλος. Προφανώς, βεβαίως πιστεύω ότι όλοι είμαστε ενάντια και στη μια και την άλλη πλευρά, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αριστερή και δεξιά βία. Υπάρχει βία, η οποία στρέφεται ενάντια στην κοινωνική ειρήνη και βεβαίως είμαστε αντίθετοι σε οποιαδήποτε μορφή ανακύκλωσης της βίας.
Μια τρίτη συνέπεια του φαύλου κύκλου είναι η δημιουργία προσωποπαγών σχέσεων αντιπαλότητας μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών. Το πέρασμα από τη λογική της αφηρημένης ιδεολογικής αντιπαράθεσης και της αντίστοιχα αφηρημένης θεσμικής απάντησης στη λογική της συγκεκριμένης, ατομικής σύγκρουσης φέρνει στο προσκήνιο το συναίσθημα. Η σύγκρουση παίρνει πλέον διαστάσεις συναισθηματικά φορτισμένης προσωπικής πρόκλησης, με αποτέλεσμα τον κίνδυνο απώλειας ελέγχου και από τις δύο πλευρές όσον αφορά τις πράξεις και των δύο πλευρών. Και έτσι φθάσαμε στο θέαμα ορισμένων ενστόλων που επέστρεφαν τις πέτρες που είχαν δεχθεί από τους διαδηλωτές στις διαδηλώσεις της 28ης και 29ης Ιουνίου. Γεγονός, απολύτως, απαράδεκτό.
Μια τέταρτη συνέπεια του φαύλου κύκλου είναι η κόπωση των εμπλεκόμενων μονάδων των Σωμάτων Ασφαλείας. Η κόπωση αυτή που, εν τοις πράγμασι, αναιρεί ένα μέρος του αυτοελέγχου των ενστόλων, οφείλεται τόσο στις αντίξοες συνθήκες όσο και στον υπερβολικό φόρτο εργασίας τους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα μέλη της Υ.Α. Τ που αστυνόμευσαν τις τελευταίες μεγάλες διαδηλώσεις στην Αθήνα είχαν ήδη στο ενεργητικό τους ή στο παθητικό τους – όπως το δει κανείς- την πολύμηνη κρίση της Κερατέας και σωρεία διαδηλώσεων στο κέντρο της Αθήνας. Δεν προβάλλω βέβαια, σε καμία περίπτωση την κόπωση ως δικαιολογία για να καταστήσω έμμεσα αποδεκτά τα περιστατικά αυθαιρεσίας που διαπράχθησαν τον τελευταίο καιρό. Περιλαμβάνω όμως την ανθρώπινη παράμετρο της κόπωσης και της ψυχολογίας των νέων ανθρώπων στους παράγοντες εκείνους που πρέπει να ληφθούν υπόψη διότι επιδεινώνουν ένα ήδη βεβαρυμμένο κλίμα βίας.
Η τελευταία συνέπεια του φαύλου κύκλου είναι η μοιρολατρική αποδοχή της βίας εκ μέρους όλων των κατοίκων της χώρας, όλων των πολιτών, ως ένα μόνιμο στοιχείο του δημόσιου βίου. Πέραν της απαξίωσης του πολιτικού κόσμου, αυτό συνεπάγεται και την ουσιώδη απαξίωση της διαβίωσης των πολιτών στη συγκεκριμένη κατάσταση.
Αν προσθέσει κανείς σε αυτή την κατάσταση και τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης που αναπαράγουν, τον μιμητισμό και προβάλλουν ως ήρωες τους πρωταγωνιστές παραβατικών συμπεριφορών και έκνομων πράξεων, τότε κατανοεί κανείς τις διαστάσεις του φαινομένου.
Είναι προφανές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι πρέπει να αφήσουμε πίσω μας όλες τις αντιλήψεις και πρακτικές που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του νέου πολιτικού και οικονομικού περιβάλλοντος το οποίο διαμορφώνεται και να προχωρήσουμε σε μία εκ θεμελίων αναθεώρησή τους.
Προσοχή όμως: μιλώ, επιμένω και προτείνω την αναθεώρηση αντιλήψεων και πρακτικών και όχι για εκθεμελίωση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που απολαμβάνουν οι πολίτες από το Σύνταγμα της χώρας μας.
Προκειμένου να απεγκλωβιστεί η κοινωνία μας από αυτόν το φαύλο κύκλο, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη επιχειρεί να αντιμετωπίσει σφαιρικά το πρόβλημα υιοθετώντας μια σειρά καινοτόμων μέτρων. Τα μέτρα αυτά αποβλέπουν στην αποτελεσματική προστασία της ασφάλειας των κατοίκων της χώρας μας χάρη στην αυστηρή τήρηση των κανόνων του Κράτους Δικαίου. Διότι, αντίθετα από ό,τι συνήθως προβάλλεται από ορισμένους πολιτικούς και δημοσιογραφικούς χώρους, η μέγιστη επίδειξη δύναμης αυτών που έχουν την εξουσία είναι η αυτοσυγκράτηση, είναι η ελεγχόμενη άσκηση της δύναμής τους.
Θεωρώντας ότι ο έλεγχος των οργάνων και θεσμών της Πολιτείας είναι συστατικό στοιχείο του δημοκρατικού πολιτεύματος, έχω ήδη συστήσει το Γραφείο Καταγγελίας Περιστατικών Αυθαιρεσίας, στα Σώματα Ασφαλείας το οποίο θα τεθεί σύντομα σε λειτουργία μετά την ολοκλήρωση της επεξεργασίας του εφαρμοστικού Π.Δ. από το Συμβούλιο της Επικρατείας, ελπίζω τις επόμενες εβδομάδες.
Πέραν αυτού, θα ληφθούν νέα μέτρα κατά την αστυνόμευση των διαδηλώσεων και τη συνήθη άσκηση των καθηκόντων του προσωπικού της ΕΛ.ΑΣ, καθώς και ορισμένα μέτρα για την καταπολέμηση της ρατσιστικής βίας.
Είναι πολλοί εκείνοι που διατυπώνουν το αίτημα της αλλαγής του θεσμικού πλαισίου που κατοχυρώνει την ελευθερία των συναθροίσεων, επιθυμώντας να μην τίθεται εμπόδιο στην ομαλή οικονομική και κοινωνική λειτουργία των πόλεων, ιδιαίτερα εδώ στην Αθήνα, ιδίως από τις μικρές διαδηλώσεις. Όπως γνωρίζετε, το θέμα της περιχαράκωσης της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας του συνέρχεσθαι δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Θα ήθελα ωστόσο να σχολιάσω αυτό το αίτημα.
Πρώτον, είναι αδιανόητο να θεωρήσουμε ότι μπορεί να διεξαχθεί διαδήλωση χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στον κοινωνικό και οικονομικό βίο μιας πόλης. Οι διαδηλώσεις, όπως και οι εξίσου συνταγματικά κατοχυρωμένες απεργίες, θίγουν εξ ορισμού τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα ενός μέρους του πληθυσμού, κάποιων πολιτών, κάποιων κοινωνικών ομάδων, κάποιων επαγγελματικών τάξεων.
Ο συνταγματικός νομοθέτης αποδέχεται αυτό το κόστος, γιατί το θεωρεί υποδεέστερο του δικαιώματος διεκδίκησης πολιτικών και κοινωνικών αιτημάτων εκ μέρους του ελληνικού λαού. Και αυτό ανταποκρίνεται, καταγράφεται, αποτυπώνεται στις συνταγματικές αρχές τις οποίες υπηρετούμε.
Ωστόσο, είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη να εκσυγχρονιστεί το πλαίσιο που εξειδικεύει την άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι. Πιστεύω ότι στο θέμα αυτό υπάρχει κατά το μάλλον ή ήττον συμπόρευση των πολιτικών δυνάμεων, καθώς οι περισσότερες τουλάχιστον συμφωνούν στην θέσπιση κανόνων που θα έχουν διττό στόχο: Αφ’ ενός μεν να συνεχίσει να ασκείται ελεύθερα όπως μέχρι τώρα το δικαίωμα αυτό, από την άλλη όμως να μην παραλύει το κέντρο της Αθήνας από μικρές ή πολύ μικρές πορείες και συγκεντρώσεις.
Είναι προφανές ότι θα πρέπει να επικρατήσει πνεύμα πολιτικής ωριμότητας και ως προς την περιφρούρηση των διαδηλώσεων, η αποτελεσματικότητα της οποίας είναι όντως καθοριστική για την τήρηση της δημόσιας τάξης. Δεν κρίνω όμως σκόπιμη τη θέσπιση νομικής υποχρέωσης περιφρούρησης της διαδήλωσης, με ενδεχόμενη αστική ευθύνη των οργανωτών. Αυτό θα συνιστούσε έμμεση μετακύλιση της ευθύνης της Αστυνομίας προς τους πολίτες που, στην πράξη, θα επέφερε περιορισμό της ελευθερίας του συνέρχεσθαι ιδίως στις περιπτώσεις των άπειρων, μη κομματικά ή συνδικαλιστικά οργανωμένων διαδηλωτών.
Όσον αφορά, τέλος, στους κανόνες εμπλοκής της Αστυνομίας, διευκρινίζω ότι αυτοί καθορίζονται σαφώς στον Κανονισμό Οργάνωσης και Τακτικής Αστυνομικών Επιχειρήσεων. Ο Κανονισμός αυτός αναθεωρείται συχνά από την ΕΛ.ΑΣ.. Βεβαίως έχουν περάσει αρκετά χρόνια από την τελευταία αναθεώρηση η οποία είχε γίνει το 2003 και έχω ζητήσει ήδη από τον αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ., εάν το επιτελείο κρίνει ότι χρήζει νέας αναθεώρησης, αυτό το ζήτημα πρέπει να ρυθμιστεί ενδοϋπηρεσιακά.
Προκειμένου να αποκλιμακωθεί η βία κατά την αστυνόμευση των διαδηλώσεων, έχω ζητήσει από τον Αρχηγό και τους Στρατηγούς Επιτελείς της Ελληνικής Αστυνομίας να επανεξετάσουν τις
Τακτικές ανάπτυξης των μονάδων που επιχειρούν – με σκοπό την άμβλυνση της συγκρουσιακής λογικής, καθώς και την αποτελεσματική και σύννομη αποκατάσταση της τάξης. Στο πλαίσιο αυτό θα επανασχεδιασθεί ο τρόπος, η μέθοδος και τα σχέδια επιχειρήσεων της ΥΜΕΤ, της ΥΑΤ, της ΔΙΑΣ και της ΔΕΛΤΑ.
Αποκλείονται οι μαζικές προληπτικές προσαγωγές, διατηρώντας όμως τις επιλεκτικές προληπτικές προσαγωγές υπόπτων με προφανείς ενδείξεις.
Ως προς τα μέσα ελέγχου της βίας κατά τις διαδηλώσεις μελετώνται ειδικά προγράμματα εκπαίδευσης των επιχειρησιακών δυνάμεων.
Η Διεθνής εμπειρία υποχρεώνει το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας να εξετάσει όλες τις υπάρχουσες εναλλακτικές λύσεις για την χρησιμοποίηση των καταλληλότερων μέσων ελέγχου της βίας με τους λιγότερους κινδύνους για την ακεραιότητα των πολιτών. Και σε αυτό το πλαίσιο θα εξεταστούν όλες οι ιδέες που έχουν διατυπωθεί στο δημόσιο διάλογο, αλλά και στο πλαίσιο της Επιτροπής κατά τις προηγούμενες συνεδριάσεις, αυτές οι οποίες αφορούσαν στον προβληματισμό των συναδέλφων βουλευτών σχετικά με τη χρήση των δακρυγόνων, του νερού, των πλαστικών σφαιρών, ή οποιωνδήποτε άλλων μέσων.
Μελετούμε τη δημιουργία ενός μηχανισμού ψυχολογικής στήριξης των ενστόλων. Εκείνων των ενστόλων που είναι συχνά εκτεθειμένοι σε άσκηση βίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή εμπλέκονται σε ιδιαίτερα βίαιες συγκρούσεις με πολίτες, ή κάνουν χρήση πυροβόλου όπλου.
Σχεδιάζουμε την τοποθέτηση καμερών σε περιπολικά οχήματα και μηχανές της ΕΛ.ΑΣ για βιντεοσκόπηση αστυνομικών επεμβάσεων. Αυτό το μέτρο αποβλέπει έχει στόχο α) την προστασία της ΕΛ.ΑΣ από κακοπροαίρετες κατηγορίες, με την προσκόμιση αδιάσειστων αποδείξεων σε περίπτωση δίκης και β) στον έλεγχο ενδεχόμενων αστυνομικών αυθαιρεσιών.
Όσον αφορά ειδικότερα στην καταπολέμηση της ρατσιστικής βίας, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές προτάσεις της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου αλλά και των υπηρεσιών της ΕΛ.ΑΣ και του Λ.Σ – ΕΛ.ΑΚΤ., θα ληφθούν τα ακόλουθα μέτρα :
Πρώτα απ’ όλα έχουμε ήδη προχωρήσει στην ενσωμάτωση των κριτηρίων διερεύνησης ρατσιστικού κινήτρου της εγκυκλίου 7100/4/3 (24.5.2006) στον Κώδικα Δεοντολογίας του Αστυνομικού και του Λιμενικού.
Επομένως, έχει καταστεί υποχρεωτική η εισαγωγή ερώτησης σχετικά με την ύπαρξη ρατσιστικού κινήτρου σε κάθε καταγγελία αξιόποινης πράξης.
Έχει καταστεί υποχρεωτική η καταγραφή των ρατσιστικών περιστατικών από την αστυνομία και από το λιμενικό, ανεξαρτήτως από την ενδεχόμενη άσκηση δίωξης, βάσει ειδικής φόρμας, η οποία θα περιλαμβάνει στοιχεία για τους εμπλεκόμενους και τη φύση του περιστατικού.
Έχουμε ζητήσει σε όλους την ανάπτυξη σταθερής συνεργασίας μεταξύ των διοικητών των βασικών Αστυνομικών Τμημάτων στις περιοχές που κατοικούν πάρα πολλοί μετανάστες και εκπροσώπων των αλλοδαπών κοινοτήτων.
Προχωρούμε επίσης στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του εκπαιδευτικού προγράμματος των Σχολών Αστυνομίας, πέραν από την επιστημονική προσέγγιση για την αντιμετώπιση του εγκλήματος, της τρομοκρατίας, των έκνομων πράξεων, και περιλαμβάνουμε και την ένταξη μαθημάτων και επέκταση των υπαρχόντων σεμιναρίων, σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, σχετικά με τη μετανάστευση και τον ρατσισμό.
Σύμφωνα δε με τις αναγνωρισμένες ως βέλτιστες πρακτικές από την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, έχει ήδη διανεμηθεί στο προσωπικό εγχειρίδιο με τις βασικές αρχές του Ισλάμ, ούτως ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα ακούσιας προσβολής των θρησκευτικών ηθών και αρχών του μουσουλμάνων για όσο διάστημα βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία των Αστυνομικών και Λιμενικών Αρχών.
Επίσης θα εντατικοποιηθούν οι υφιστάμενες συνεργασίες με ΜΚΟ και όλους τους φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα διαφύλαξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδιαίτερα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, έτσι ώστε να εκμηδενιστούν οι πιθανότητες ατιμωρησίας ρατσιστικών συμπεριφορών κατά την εκπαίδευση των στελεχών της Αστυνομίας και του Λ.Σ-ΕΛ.ΑΚΤ. Θα δοθεί ιδιαίτερο βάρος στον τομέα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στο σχετικό διεθνές και ελληνικό νομικό πλαίσιο.
Εν κατακλείδι κύριε Πρόεδρε, θεωρώ ότι η οξύτατη κρίση που ταλανίζει τη χώρα μας δεν πρέπει να καθηλώσει τις πολιτικές δυνάμεις και την κοινωνία μας. Ούτε πρέπει να μας οδηγήσει σε αναδίπλωση, θέτοντας σε κίνδυνο τα δημοκρατικά κεκτημένα του ελληνικού λαού. Μια περίοδος κρίσης είναι ευεργετική αν εκληφθεί ως αφορμή αναστοχασμού, επαναπροσδιορισμού στόχων και μέσων προς την επίτευξή τους. Η τωρινή κρίση και η αγωνία που προκαλεί μπορεί επομένως να γίνει μάθημα δημοκρατίας τόσο για τους πολίτες όσο και για την κυβέρνηση. Για τους πολίτες, μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα αναζήτησης νέων, μη βίαιων, τρόπων άσκησης του δικαιώματος συμμετοχής στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Η πρόκληση που εγείρεται μπροστά μας, ως Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, έγκειται στο πώς μπορούμε να ανοίξουμε νέους δρόμους ούτως ώστε τα σώματα ασφαλείας να σταθούν στο πλευρό των πολιτών της χώρας, προστατεύοντας τόσο τις ζωές και περιουσίες τους όσο και τις θεμελιώδεις αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματος