Απάντηση του Υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη Μανώλη Όθωνα στην υπ’ αριθμόν 1127/ 26-7-2011 επίκαιρη ερώτηση της βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Φωτεινής Πιπιλή, σχετικά με την σύλληψη μεταναστών στον Αερολιμένα Αθηνών:
«Πράγματι, στις 19 Ιουλίου συνελήφθησαν στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» τέσσερις μαροκινής υπηκοότητας αλλοδαποί με κατοχή κλοπιμαίων, κυρίως laptops και κινητών τηλεφώνων. Πήγαν στη Εισαγγελία, έγινε η δίκη, υπήρξε συγκεκριμένη απόφαση.
Προφανώς, κινήθηκαν αμέσως, οι διαδικασίες άρσης της απόφασης αναβολής-απομάκρυνσης, που τους είχε χορηγηθεί βάσει του άρθρου 24 του ν. 3907∕2011. Ήδη, δηλαδή, από τις 25∕7 έχει γίνει και η διοικητική, εκτός από τη δικαστική, πράξη που άρει την ευεργετική αυτή απόφαση αναβολής-απομάκρυνσης και της οποίας η υλοποίηση επίκειται τις αμέσως επόμενες ημέρες.
Προφανώς, θα συμμεριστώ τη διαπίστωση της συναδέλφου ότι οι συγκεκριμένοι –και θα επιμείνω στο «συγκεκριμένοι»- απέδειξαν ότι δεν άξιζαν της μεταχείρισης που η συντεταγμένη ελληνική πολιτεία επεφύλαξε απέναντί τους.
Επίσης, θα πρέπει η στάση τους να προβληματίσει όλους εκείνους, οι οποίοι έσπευδαν να ηρωοποιήσουν το σύνολο των μεταναστών οι οποίοι είχαν προβεί στις συγκεκριμένες ενέργειες με την κατάληψη της Νομικής και, στη συνεχεία, την απεργία πείνας στην Υπατία.
Όμως, επίσης, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο ότι δεν μπορεί η εξατομικευμένη ευθύνη, στάση, συμπεριφορά, οι δικαστικές και διοικητικές συνέπειες που αφορούν τα συγκεκριμένα πρόσωπα να γενικευθεί στο σύνολο των μεταναστών, που είχαν εκείνη την περίοδο διατυπώσει τα συγκεκριμένα αιτήματα και είχαν προβεί σε μία διεκδίκηση κάποιων πραγμάτων.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, απλά θέλω να υπενθυμίσω ότι από τις 26 Απρίλιου, έχουν κατατεθεί στη Βουλή και είναι στη διάθεση της Εθνικής Αντιπροσωπείας συγκεντρωτικός πίνακας με τα βασικά στοιχεία και των διακοσίων τριάντα έξι αλλοδαπών. Όσων δηλαδή συμμετείχαν στη συγκεκριμένη κινητοποίηση, όπως, επίσης, και αντίγραφα των αποφάσεων επιστροφής, αλλά και των ισάριθμων αποφάσεων αναβολής-απομάκρυνσης, που εκδόθηκαν στη συνέχεια.»
Δευτερολογία:
Επειδή η κυρία συνάδελφος διατύπωσε μία επιφύλαξη σε σχέση με την κατάθεση των στοιχείων την οποία επικαλέστηκα στην πρωτολογία μου, θέλω να επαναλάβω ότι σε ερώτηση συναδέλφων άλλου κοινοβουλευτικού Κόμματος στις 26 Απριλίου κατατέθηκε στα Πρακτικά της Βουλής, όπως προείπα, συγκεντρωτικός πίνακας που περιλαμβάνει τα κύρια στοιχεία των εν λόγω αλλοδαπών, καθώς και τις διακόσιες τριάντα έξι αποφάσεις αναβολής απομάκρυνσης που εκδόθηκαν από τη Διεύθυνση Αλλοδαπών Αττικής. Έχω εδώ και το σχετικό έγγραφο με την υπογραφή του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, του κ. Παπουτσή και επαναλαμβάνω ότι αφού έχουν κατατεθεί τα συγκεκριμένα στοιχεία στη Βουλή, αυτά είναι στη διάθεση του καθενός. Επομένως, θα ήθελα αυτό το θέμα να το θεωρήσουμε λήξαν.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα που θέσατε σχετικά με το πώς γίνεται η εφαρμογή των συγκεκριμένων αποφάσεων αναβολής απομάκρυνσης, θέλω να υπενθυμίσω ότι επιμείναμε ως Κυβέρνηση να βγουν ατομικές αποφάσεις και όχι μία γενική απόφαση που θα περιλαμβάνει όλους εκείνους τους οποίους αφορούσε το μέτρο.
Και αυτή η επιλογή δεν ήταν τυχαία. Ήταν ακριβώς για να εξυπηρετήσει την αναγκαιότητα, που δυστυχώς επιβεβαιώνεται, να κρίνεται κάθε μία από αυτές τις αποφάσεις ατομικά, με βάση και τη συμπεριφορά που επιδεικνύουν στη συνέχεια. Αλλά και με το χρονοδιάγραμμα λήξης τους να μπορεί κάθε μία να επανεξεταστεί ατομικά και αυτό θα γίνει. Και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι θα γίνει με πάρα πολύ αυστηρό τρόπο.
Νομίζω ότι το κοινό μήνυμα που εκπέμπουμε συνολικά ως Κυβέρνηση αλλά και με μία μεγάλη συναίνεση πια από τον πολιτικό κόσμο είναι ότι τα περιθώρια παραμονής μεταναστών που έχουν εισέλθει παράνομα στη χώρα και διαμένουν παράνομα έχουν εξαντληθεί και θα υπάρξει και υπάρχει ήδη αυστηρή εφαρμογή του νομοθετικού πλαισίου για την απομάκρυνσή τους.
Επίσης όμως γνωρίζετε πολύ καλά ότι υπάρχουν συγκεκριμένες διαδικασίες τις οποίες ένα κράτος δικαίου -και εμείς θέλουμε να είμαστε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος δικαίου- δεν μπορεί να αγνοήσει κι ούτε μπορούμε να μην τις εφαρμόσουμε.
Σε ό,τι αφορά το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και τις αστυνομικές αρχές, η εφαρμογή των νόμων είναι το καθήκον τους, η πιστή εφαρμογή των νόμων που διέπουν και τις συγκεκριμένες περιπτώσεις κι αυτό πράττουν και γενικά και στη συγκεκριμένη περίπτωση.