Οι απαγωγές του εφοπλιστή κ. Περικλή Παναγόπουλου και της 73χρονης Ευανθίας Φραγκογιώργη, το 2009, αλλά και η ομήρεια τον Σεπτέμβριο του 1995 του 11χρονου τότεΚώστα Δαλάκα, θεωρούνται από τους έμπειρους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ «οι πιο δύσκολες και επικίνδυνες υποθέσεις ομηρίας που έχουν χειρισθεί ποτέ». Τα στελέχη των διωκτικών αρχών με αφορμή την πρόσφατη απαγωγή από την Κυψέλη και τη 10ημερη ομήρεια της 27χρονης φοιτήτριας, θυμούνται τις απαγωγές-θρίλερ που είχαν εξαιρετικά δύσκολη εξέλιξη, αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις και στις οποίες υπήρξε μεγάλος κίνδυνος για την ζωή των ομήρων. Τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ θεωρούν την απαγωγή της 27χρονης φοιτήτριας μία συγκριτικά «ανώδυνη» και «απλή» υπόθεση «αιχμαλωσίας» ιδιώτη, από τις περίπου 30 που έχουν αντιμετωπίσει. Και δίνουν λεπτομέρειες για τις υποθέσεις στις οποίες συνάντησαν σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1995 απήχθη ένας 11χρονος, ενώ επέστρεφε από το σχολείο στο σπίτι του, στην περιοχή της Αναβύσσου. Ο πατέρας του εργαζόταν ως ναυπηγός ενώ μία συγγενής της οικογενείας είχε κερδίσει 130 εκατομμύρια δρχαχμές στο λαχείο και για αυτό φαίνεται ότι έγινε στόχος των απαγωγέων. Τελικά πήραν ως λύτρα 41 εκατομμύρια δραχμές και τέσσερις ημέρες μετά απελευθέρωσαν τον μικρό.
Όπως αναφέρουν στελέχη της ΕΛ.ΑΣ «τότε οι συνεννοήσεις για την απελευθέρωση του 11χρονου ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Επρόκειτο ουσιαστικά για την πρώτη υπόθεση απαγωγής μετά από πολλά χρόνια που είχαμε να αντιμετωπίσουμε, δεν είχαμε καμία σχετική εμπειρία, δεν υπήρχε καμία ομάδα διαπραγματευτών και ούτε σχετική εκπαίδευση για την διαχείριση ομηρειών. Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθεί ότι οι δράστες ήταν άνθρωποι της οικογένειας και είχαν πληροφόρηση για τις κινήσεις της. Ακόμη τότε είχαν στείλει επιστολή όπου ανάμεσα στα άλλα ανέφεραν ότι είναι φορείς του AIDS, έχουν μόνο έναν χρόνο ζωής τον οποίο και θέλουν να τον περάσουν όσο το δυνατόν… καλύτερα. Επιπλέον, εκ των υστέρων διαπιστώθηκε ότι ορισμένοι από τους δράστες της απαγωγής είχαν σκοτώσει μία γυναίκα, το 1991, σε σπίτι κοσμηματοπώλη σε μια αποτυχημένη προσπάθεια απαγωγής. Ζήσαμε τότε τέσσερις μέρες τρόμου».
Η εξιχνίαση της υπόθεσης και η σύλληψη των απαγωγέων -οργανώτρια ήταν η θεία του μαθητή- προέκυψαν όχι μόνο από την κατάθεση του 11χρονου, ο οποίος περιέγραψε λεπτομερώς στοιχεία για το κρησφύγετο των δραστών, αλλά και από το ότι οι δράστες τού έκαναν διαρκώς επίδειξη των γνώσεών τους για τα τεκταινόμενα μέσα στην οικογένειά του.
Η υπόθεση απαγωγής που θεωρήθηκε ότι είχε την πιο αγωνιώδη εξέλιξη και έκβαση, και η οποία ακόμη και σήμερα έχει πολλά σκοτεινά σημεία ήταν αυτή της απαγωγής του 79 χρόνου εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου. Η απαγωγή του κ. Παναγόπουλου σημειώθηκε το πρωί της 12ης Ιανουαρίου 2009, στο Καβούρι. Ο εφοπλιστής αφέθηκε ελεύθερος έπειτα από 13 ημέρες, ύστερα από καταβολή 30 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ οι αρχικές απαιτήσεις τους ήταν για 50 εκατ. ευρώ. Μερικούς μήνες αργότερα η Ασφάλεια Αττικής εξιχνίασε την απαγωγή του επιχειρηματία, με αποτέλεσμα την άσκηση ποινικών διώξεων εναντίον 18 ποινικών· αναφέρθηκαν στα ΜΜΕ ως «συνδικάτο του εγκλήματος», οι περισσότεροι από τους οποίους καταδικάστηκαν, στα τέλη του 2012, σε πολυετείς καθείρξεις.
Όπως λένε τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ «ήταν ασφαλώς η πιο δύσκολη απαγωγή. Είχαμε να κάνουμε με την πιο «τελειοποιημένη», ίσως, απαγωγή από το οργανωμένο έγκλημα μέσα και έξω από τις φυλακές. Μας πίεζαν αφόρητα στις διαπραγματεύσεις, το ποσό που ζητούσαν ήταν τεράστιο και ήταν ανυποχώρητοι, ενώ μεγάλο πρόβλημα ήταν και η ηλικία και η κατάσταση της υγείας του ομήρου. Είχαμε καταλάβει από την πρώτη στιγμή ότι είχαμε να κάνουμε με αδίστακτους, εξαιρετικά μεθοδικούς ποινικούς που έκαναν ελάχιστα λάθη με την χρήση κινητών αλλά και προκειμένου να μην αφήνουν ίχνη πίσω τους. Η απαγωγή αυτή εξιχνιάσθηκε μόνο εν μέρει μετά από έξι μήνες, δεν γνωρίζουμε ακόμη τον ρόλο πολλών εκ των εμπλεκομένων ενώ δεν έχουμε βρει ούτε το κρησφύγετο των δραστών όπου κρατείτο ο κ. Παναγόπουλος αλλά και ένα ελάχιστο τμήμα από το πρωτοφανές ποσό των λύτρων. Και είναι ακόμη χαρακτηριστικό ότι πολλές ημέρες ήμασταν στο σκοτάδι για την ταυτότητα των δραστών…».
Η τρίτη απαγωγή που, σύμφωνα με τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ, είχε εξαιρετικά δύσκολο χειρισμό και ήταν «υψηλού ρίσκου» ήταν αυτή της 74χρονης Ευανθίας Φραγκογιώργη, συζύγου εφοπλιστή, η οποία είχε απαχθεί στις 19 Ιουνίου 2009, στο Παλαιό Φάληρο. Οι δράστες την απελευθέρωσαν μετά από έξι ημέρες αφού ο σύζυγός της κατέβαλε ποσό της τάξης του 1,8 εκατ. ευρώ, έναντι πέντε εκατομμυρίων που ζητούσαν αρχικά.
Όπως σημειώνουν τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ «η ιδιαίτερα κλονισμένη υγεία της 74χρονης -απεβίωσε μερικούς μήνες αργότερα- η φαρμακευτική αγωγή που χρειαζόταν να παίρνει αλλά και το γεγονός ότι η απαγωγή αυτή συνέπιπτε χρονικά με την έρευνα για την απαγωγή του κ. Παναγόπουλου, την καθιστούσε ιδιαίτερα δύσκολη και μας δημιουργούσε σχετική σύγχυση. Όλα κρέμονταν σε μια κλωστή. Κι όλα αυτά με το δεδομένο ότι οργανωτής της απαγωγής κατηγορήθηκε ότι ήταν ένας αλλοδαπός καπετάνιος, στενός συνεργάτης του εφοπλιστή. Κι έτσι είχε ροή κρίσιμων πληροφοριών». Δράστες της απαγωγής αποδείχθηκε ότι ήταν ακόμη τρεις αλλοδαποί από την Αλβανία και την Αίγυπτο.