Σοκ. Φρίκη. Αποτροπιασμός
Όποια
λέξη και να χρησιμοποιήσει κανείς, για να περιγράψει τη στυγερή δολοφονία της
37χρονης Ανθής Λινάρδου, αυτή θα ωχριά μπροστά στην ανατριχιαστική αποκάλυψη
ότι ο ίδιος της ο σύζυγος, Τάσος Τσιουχάρας, τη στραγγάλισε, αφήνοντας ορφανά
από μητέρα τρία ανήλικα παιδιά (ένα οκτάχρονο αγόρι και δύο δίδυμα εξάχρονα
κορίτσια). Οι εξελίξεις γύρω από την τραγική υπόθεση της αναζήτησης της
37χρονης, η οποία αγνοείτο από το βράδυ του περασμένου Σαββάτου (9 Ιανουρίου)
από τον Βελβεντό Κοζάνης, έχουν συγκλονίσει το πανελλήνιο.
Ο 40χρονος δράστης μέχρι και την τελευταία στιγμή προσπαθούσε να αποπροσανατολίσει τις Αρχές, υποκρινόμενος ότι ανησυχεί για την τύχη της γυναίκας του. Μπροστά σε συγγενείς, φίλους και συγχωριανούς, όταν του έλεγαν να κάνει κουράγιο και να μείνει δυνατός για τα τρία τους παιδιά, βούρκωνε και τους παρακαλούσε να τον βοηθήσουν στις έρευνες.
Ο 40χρονος δράστης μέχρι και την τελευταία στιγμή προσπαθούσε να αποπροσανατολίσει τις Αρχές, υποκρινόμενος ότι ανησυχεί για την τύχη της γυναίκας του. Μπροστά σε συγγενείς, φίλους και συγχωριανούς, όταν του έλεγαν να κάνει κουράγιο και να μείνει δυνατός για τα τρία τους παιδιά, βούρκωνε και τους παρακαλούσε να τον βοηθήσουν στις έρευνες.
Από τις πέντε το απόγευμα της περασμένης Τρίτης μέχρι και τις 12 το μεσημέρι της επόμενης ημέρας κατέθετε εκ νέου στην αστυνομία. Για 19 ώρες οι αστυνομικοί μέσα από συνεχείς κι επαναλαμβανόμενες ερωτήσεις προσπαθούσαν να τον κάνουν να ομολογήσει, καθώς οι αντιφάσεις στις οποίες έπεφτε διαρκώς σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία που είχαν συλλέξει, συνηγορούσαν στο ότι η άτυχη γυναίκα είχε πέσει θύμα του ίδιου της του συζύγου. Κι όμως, ο 40χρονος δεν «έσπασε». Μέχρι και την ύστατη ώρα, έκρυβε τη σοκαριστική αλήθεια, συμμετέχοντας στις έρευνες και παριστάνοντας τον θλιμμένο και σε απόγνωση σύζυγο.
Ένα χωράφι ιδιοκτησίας του λίγο πιο έξω από το κέντρο του Βελβεντού είχε κινήσει εξ’ αρχής τις υποψίες των αστυνομικών αρχών, καθώς είχε οργωθεί προσφάτως. Μάλιστα, εκείνο που παραξένεψε τους άνδρες της αστυνομίας ήταν το γεγονός ότι το χωράφι δεν είχε οργωθεί ολόκληρο, αλλά μόνο σε ένα του τμήμα. Σε αυτή την έκταση καλλιεργήσιμης γης έλαβε τέλος το πολυήμερο θρίλερ με το πανελλήνιο να «παγώνει» μπροστά στις καταιγιστικές και σοκαριστικές εξελίξεις.
Υπάρχει ακόμα ένα στοιχείο που έχει προβληματίσει πολύ την αστυνομία. Πριν ακόμα γίνει το έγκλημα, ένας τεράστιος βράχος είχε αφαιρεθεί από το χωράφι, δημιουργώντς μία μεγάλη κοιλότητα. Αυτό το στοιχείο κάνει τους ερευνητές να ψάχνουν μήπως το έγκλημα ήταν προσχεδιασμένο...
Καθώς οι έρευνες συνεχίζονταν παρουσία του συζυγοκτόνου, λίγο μετά τις 14:00 της Τετάρτης, ο εκσκαφέας έφερε στην επιφάνεια ένα μακάβριο εύρημα. Ήταν το χέρι της άτυχης Ανθής. Ο αστυνομικός που βρισκόταν στο σημείο φώναξε αμέσως στους συναδέλφους του να συλλάβουν τον συζυγοκτόνο. Εκείνος προσπάθησε να ξεφύγει κι άρχισε να τρέχει. Παρά την αντίσταση που προέβαλε, οι αστυνομικοί του πέρασαν χειροπέδες με τον ίδιο στη συνέχεια να ομολογεί την ειδεχθή του πράξη, λέγοντας τους χαρακτηριστικά «την έπνιξα». Φως στα ακριβή αίτια του θανάτου, ωστόσο, θα ρίξει η νεκροψία-νεκροτομή, που αναμένεται να πραγματοποιηθεί σήμερα το πρωί. Ο συζυγοκτόνος σήμερα θα οδηγηθεί στον εισαγγελέα, ενώ στις 12 το μεσημέρι θα γίνουν ανακοινώσεις για το αποτρόπαιο έγκλημα από την αστυνομία.
Την στραγγάλισε από ζήλια; – Πώς έγινε το φονικό
Μόλις την
Πέμπτη (7 Ιανουαρίου) η οικογένεια είχε επιστρέψει από τον Πειραιά, όπου είχαν
πάει για να περάσουν τις γιορτές με τους οικείους της 37χρονης σε μία
προσπάθεια να έρθουν και πάλι πιο κοντά ο ένας στον άλλο. Σύμφωνα με άτομα από
τον πολύ στενό κύκλο θύματος και δράστη τους τελευταίους μήνες ο γάμος τους δεν
πήγαινε καθόλου καλά. Η Ανθή αισθανόταν εγκλωβισμένη κι έλεγε στους δικούς της
ανθρώπους ότι θέλει να χωρίσει και να επιστρέψει μαζί με τα παιδιά της στην
Αττική.
Δυστυχώς, η 37χρονη δεν πρόλαβε να κάνει πράξη τα σχέδιά της. Το νήμα της ζωής της κόπηκε αιφνιδίως και με τον πιο βασανιστικό τρόπο το βράδυ της 9ης Ιανουαρίου. Η ώρα είναι περασμένη και τα τρία παιδιά του ζευγαριού βρίσκονται στα δωμάτιά τους και κοιμούνται. Η Ανθή με τον Τάσο Τσιουχάρα είναι στην κρεβατοκάμαρά τους και για ακόμη μία φορά λογομαχούν. Με βάση ασφαλείς πληροφορίες, κάποια μηνύματα που έλαβε η 37χρονη στο κινητό της τηλέφωνο από έναν πρώην σύντροφό της «τύφλωσαν» από ζήλια τον 40χρονο, ο οποίος όταν τα ανακάλυψε άρχισε να της επιτίθεται λεκτικά και σωματικά μέχρι που την έπνιξε με τα ίδια του τα χέρια.
Χωρίς να χάσει χρόνο και συνειδητοποιώντας τι είχε κάνει μετέφερε το πτώμα της Ανθής από την εσωτερική σκάλα του σπιτιού τους στο γκαράζ. Από εκεί με το αυτοκίνητό του κατευθύνθηκε προς το χωράφι, όπου την έθαψε. Η ψυχραιμία που έδειξε ο δολοφόνος της επί δεκαετίας συζύγου του προκαλεί ανατριχίλα. Την επομένη του εγκλήματος τα παιδιά ζητούσαν τη μητέρα τους κι εκείνος ανακοίνωσε σε όλους ότι το προηγούμενο βράδυ του είχε πει ότι θα βγει για ποτό, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ. Μάλιστα, αφήνοντας τις ώρες να περάσουν και σκεπτόμενος πώς να κρύψει τα ίχνη του, προτού να αναλάβει δράση η αστυνομία, νωρίς το πρωί της Δευτέρας όργωσε το χωράφι του, ώστε τίποτα να μην προδώσει το μυστικό του.
Δυστυχώς, η 37χρονη δεν πρόλαβε να κάνει πράξη τα σχέδιά της. Το νήμα της ζωής της κόπηκε αιφνιδίως και με τον πιο βασανιστικό τρόπο το βράδυ της 9ης Ιανουαρίου. Η ώρα είναι περασμένη και τα τρία παιδιά του ζευγαριού βρίσκονται στα δωμάτιά τους και κοιμούνται. Η Ανθή με τον Τάσο Τσιουχάρα είναι στην κρεβατοκάμαρά τους και για ακόμη μία φορά λογομαχούν. Με βάση ασφαλείς πληροφορίες, κάποια μηνύματα που έλαβε η 37χρονη στο κινητό της τηλέφωνο από έναν πρώην σύντροφό της «τύφλωσαν» από ζήλια τον 40χρονο, ο οποίος όταν τα ανακάλυψε άρχισε να της επιτίθεται λεκτικά και σωματικά μέχρι που την έπνιξε με τα ίδια του τα χέρια.
Χωρίς να χάσει χρόνο και συνειδητοποιώντας τι είχε κάνει μετέφερε το πτώμα της Ανθής από την εσωτερική σκάλα του σπιτιού τους στο γκαράζ. Από εκεί με το αυτοκίνητό του κατευθύνθηκε προς το χωράφι, όπου την έθαψε. Η ψυχραιμία που έδειξε ο δολοφόνος της επί δεκαετίας συζύγου του προκαλεί ανατριχίλα. Την επομένη του εγκλήματος τα παιδιά ζητούσαν τη μητέρα τους κι εκείνος ανακοίνωσε σε όλους ότι το προηγούμενο βράδυ του είχε πει ότι θα βγει για ποτό, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ. Μάλιστα, αφήνοντας τις ώρες να περάσουν και σκεπτόμενος πώς να κρύψει τα ίχνη του, προτού να αναλάβει δράση η αστυνομία, νωρίς το πρωί της Δευτέρας όργωσε το χωράφι του, ώστε τίποτα να μην προδώσει το μυστικό του.