Λευκάδα: Έβαλαν χέρι στα βρεγμένα ρούχα
Ο 27χρονος Σεπρί Καλό βρίσκεται δύο μήνες στην Ελλάδα. «Μπήκαμε από τη θάλασσα. Μας βρήκαν κομάντο του λιμενικού, ανέβηκαν, είπαν 'τα κεφάλια κάτω', όποιος το σήκωνε τον χτυπούσαν».
Ο Τζεμά λέει: «Οι Σύροι φοβούνται να μας φιλοξενήσουν, μη συλληφθούν. Δίκιο έχουν, ζούμε με το φόβο της φυλακής. Τουλάχιστον να μας επιστρέψουν τα χρήματα που πήραν οι αστυνομικοί στη Λευκάδα.
«Τα ζητήσατε;» ρωτά η δημοσιογράφος της εφημερίδας. «Βεβαίως. Μας απάντησαν πως πέσανε στη θάλασσα. Να πάμε στο λιμάνι του Πειραιά να τα βρούμε...»
«Ζητάμε να μη μας βάλουν φυλακή. Δεν κυκλοφορούμε στο δρόμο απ' το φόβο.Εδώ για εμάς, είναι χειρότερα από τη Συρία...», λένε οι Σύροι μετανάστες που διασώθηκαν από το ναυάγιο στις ακτές της Αιτωλοακαρνανίας και προσθέτουν: «Τα...
πτώματα βρίσκονται ακόμα στο νοσοκομείο Λευκάδας. Παρακαλούμε τις Έλληνες να διευκολύνουν τη μεταφορά των σορών ώστε να ταφούν στην πατρίδα. Και να αποφυλακιστεί ένας από εμάς που κατηγορείται ως δουλέμπορος και τον κρατούν στον Κορυδαλλό. Ο δουλέμπορος δεν μπήκε στη βάρκα...».
Όπως αναφέρει ρεπορτάζ της εφημερίδας «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», όλοι κατάγονται από το Χαλέπι. «Στη Συρία δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Έφυγα πριν από έξι μήνες με σκοπό να φτάσω στην Αγγλία και να βρω δουλειά», λέει ο 47χρονος Τζεμά Ίμπο, ταξιτζής και πατέρας τεσσάρων παιδιών. «Έμεινα 3,5 μήνες στην Τουρκία, σε ένα κάμπινγκ, χωρίς τροφή. Μπήκα στην Ελλάδα με μία φουσκωτή βάρκα. Σκέφτηκα πως πάτησα Ευρώπη, μου είχε κοστίσει 4.500 ευρώ. Δυόμιση μήνες στην Ελλάδα κοιμόμουν σε γνωστούς κι έψαχνα για δουλειά. Και Σύροι που ζουν εδώ δέκα χρόνια άνεργοι είναι».
Έτσι αποφάσισε να φύγει. Άκουσε ότι κάποιος μπορεί να τον μεταφέρει στην Ιταλία. «Όταν θα φτάναμε εκεί θα δίναμε 2.500 ευρώ ο καθένας. Ήμαστε 27 άτομα. Μας έβαλαν σε λεωφορεία του ΚΤΕΛ, έναν σε κάθε πούλμαν. Φτάσαμε σε μια πόλη που δεν γνωρίζαμε ούτε το όνομά της. Από εκεί μας μετέφεραν με ένα βανάκι, έκαναν 5-6 δρομολόγια. Φτάσαμε σε μία ακτή γεμάτη βράχια. Δεν βλέπαμε οικισμό, δεν είχε κύμα. Μπήκαμε κατ' ευθείαν στην πλαστική βάρκα. Είχε ένα δωματιάκι που γέμισε. Δύο- τρεις προσπαθήσαμε να χωρέσουμε αλλά μείναμε έξω. Η βάρκα ανατράπηκε από το βάρος, δεν ξέραμε κολύμπι...».
Λέει πως προσπαθούσαν να βοηθήσουν ο ένας τον άλλο. Έτσι κατάφεραν να πιαστούν από τα βράχια. «Ήταν σκοτεινά, 5:30 το πρωί. Πέρασαν 5-6 αυτοκίνητα αλλά δεν σταμάτησαν, το επόμενο ήταν περιπολικό. Φωνάζαμε. Να βοηθήσουν τους ανθρώπους που πνίγονται. Είχε περάσει μισή ώρα. Μετά από περίπου μιάμιση ώρα ήρθαν λιμενικοί, αστυνομικοί κι άρχισαν να τους βγάζουν πνιγμένους. Υπήρχε κι άλλος ένας, είπαν ότι δεν βρέθηκε...».
Ο Τζεμά λέει πως στη συνέχεια τους μετέφεραν στο νοσοκομείο. «Μας έκαναν σωματικό έλεγχο. Μπροστά στους γιατρούς πήραν τα χαρτιά, λεφτά, κινητά. Είχα 435 ευρώ, οι άλλοι δύο 200 και 250. Δεν επέστρεψαν τα χρήματα. Κράτησαν κι ένα ακριβό κινητό».
«Μου πήραν 915 ευρώ» λέει στην εφημερίδα ο Σεπχί Γκαλό. Ο 40χρονος πατέρας Αντίπ Σίσο λέει πως είναι πατέρας τριών παιδιών.
«Είχα μαγαζί με ηλεκτρικά είδη. Ζούσα καλά. Η αγορά κατέρρευσε. Περπατούσα κι έβλεπα πτώματα, βομβαρδισμένα σπίτια. Ήθελα να φτάσω στη Σουηδία που εφαρμόζει την οικογενειακή επανένωση, να φέρω τα παιδιά». Τώρα λέει πως θέλει να επιστρέψει στη Συρία. «Στην Ευρώπη είναι χειρότερα για μας. Μπες στη βάρκα, να καταλάβεις. προτιμώ να πεθάνω δίπλα στα παιδιά μου. Περιμένω να βγει ο Χαλίλ από τη φυλακή, μαζί θα επιστρέψουμε. θυμάται πως «φτάνοντας στη Μυτιλήνη έμεινα τρεις μέρες νηστικός, μας έβαλαν σε σκηνές. Μια γυναίκα έφερε φαγητό, το μοιράστηκαν μεταξύ τους οι αστυνομικοί. Είχα χρήματα και κοιμόμουν στο δρόμο, δεν με δέχθηκαν σε ξενοδοεία. Έτσι αποφάσισα να μπω στη βάρκα....».πτώματα βρίσκονται ακόμα στο νοσοκομείο Λευκάδας. Παρακαλούμε τις Έλληνες να διευκολύνουν τη μεταφορά των σορών ώστε να ταφούν στην πατρίδα. Και να αποφυλακιστεί ένας από εμάς που κατηγορείται ως δουλέμπορος και τον κρατούν στον Κορυδαλλό. Ο δουλέμπορος δεν μπήκε στη βάρκα...».
Όπως αναφέρει ρεπορτάζ της εφημερίδας «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», όλοι κατάγονται από το Χαλέπι. «Στη Συρία δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Έφυγα πριν από έξι μήνες με σκοπό να φτάσω στην Αγγλία και να βρω δουλειά», λέει ο 47χρονος Τζεμά Ίμπο, ταξιτζής και πατέρας τεσσάρων παιδιών. «Έμεινα 3,5 μήνες στην Τουρκία, σε ένα κάμπινγκ, χωρίς τροφή. Μπήκα στην Ελλάδα με μία φουσκωτή βάρκα. Σκέφτηκα πως πάτησα Ευρώπη, μου είχε κοστίσει 4.500 ευρώ. Δυόμιση μήνες στην Ελλάδα κοιμόμουν σε γνωστούς κι έψαχνα για δουλειά. Και Σύροι που ζουν εδώ δέκα χρόνια άνεργοι είναι».
Έτσι αποφάσισε να φύγει. Άκουσε ότι κάποιος μπορεί να τον μεταφέρει στην Ιταλία. «Όταν θα φτάναμε εκεί θα δίναμε 2.500 ευρώ ο καθένας. Ήμαστε 27 άτομα. Μας έβαλαν σε λεωφορεία του ΚΤΕΛ, έναν σε κάθε πούλμαν. Φτάσαμε σε μια πόλη που δεν γνωρίζαμε ούτε το όνομά της. Από εκεί μας μετέφεραν με ένα βανάκι, έκαναν 5-6 δρομολόγια. Φτάσαμε σε μία ακτή γεμάτη βράχια. Δεν βλέπαμε οικισμό, δεν είχε κύμα. Μπήκαμε κατ' ευθείαν στην πλαστική βάρκα. Είχε ένα δωματιάκι που γέμισε. Δύο- τρεις προσπαθήσαμε να χωρέσουμε αλλά μείναμε έξω. Η βάρκα ανατράπηκε από το βάρος, δεν ξέραμε κολύμπι...».
Λέει πως προσπαθούσαν να βοηθήσουν ο ένας τον άλλο. Έτσι κατάφεραν να πιαστούν από τα βράχια. «Ήταν σκοτεινά, 5:30 το πρωί. Πέρασαν 5-6 αυτοκίνητα αλλά δεν σταμάτησαν, το επόμενο ήταν περιπολικό. Φωνάζαμε. Να βοηθήσουν τους ανθρώπους που πνίγονται. Είχε περάσει μισή ώρα. Μετά από περίπου μιάμιση ώρα ήρθαν λιμενικοί, αστυνομικοί κι άρχισαν να τους βγάζουν πνιγμένους. Υπήρχε κι άλλος ένας, είπαν ότι δεν βρέθηκε...».
Ο Τζεμά λέει πως στη συνέχεια τους μετέφεραν στο νοσοκομείο. «Μας έκαναν σωματικό έλεγχο. Μπροστά στους γιατρούς πήραν τα χαρτιά, λεφτά, κινητά. Είχα 435 ευρώ, οι άλλοι δύο 200 και 250. Δεν επέστρεψαν τα χρήματα. Κράτησαν κι ένα ακριβό κινητό».
«Μου πήραν 915 ευρώ» λέει στην εφημερίδα ο Σεπχί Γκαλό. Ο 40χρονος πατέρας Αντίπ Σίσο λέει πως είναι πατέρας τριών παιδιών.
Ο 27χρονος Σεπρί Καλό βρίσκεται δύο μήνες στην Ελλάδα. «Μπήκαμε από τη θάλασσα. Μας βρήκαν κομάντο του λιμενικού, ανέβηκαν, είπαν 'τα κεφάλια κάτω', όποιος το σήκωνε τον χτυπούσαν».
Ο Τζεμά λέει: «Οι Σύροι φοβούνται να μας φιλοξενήσουν, μη συλληφθούν. Δίκιο έχουν, ζούμε με το φόβο της φυλακής. Τουλάχιστον να μας επιστρέψουν τα χρήματα που πήραν οι αστυνομικοί στη Λευκάδα.
«Τα ζητήσατε;» ρωτά η δημοσιογράφος της εφημερίδας. «Βεβαίως. Μας απάντησαν πως πέσανε στη θάλασσα. Να πάμε στο λιμάνι του Πειραιά να τα βρούμε...»