12/10/15

Ο μικρός Γούκος



Μια άγνωστη υπόθεση με υψηλές αποδόσεις, μεταθανάτια sms και τη «βίλα του Πούτιν»
Μια αυτοκτονία έκρυβε τεράστια απάτη με... διαστημικά προγράμματα

«Επενδύσεις» σε διαστημικά προγράμματα, επίκληση ονόματος πρώην υπουργού με «λογαριασμούς» εκατομμυρίων ευρώ σε γερμανική τράπεζα και μεταθανάτια(!) sms «συγχώρεσης» περιλαμβάνει ο φάκελος μιας τεράστιας πολυετούς απάτης που προσεγγίζει τα 15-20 εκατ. ευρώ και ερευνά τις τελευταίες εβδομάδες με απόλυτη μυστικότητα η ΕΛ.ΑΣ. Θύματα φέρονται δεκάδες επιχειρηματίες, στελέχη εργοληπτικών εταιρειών, υπεύθυνοι ασφαλιστικών εταιρειών, δικηγόροι στην Ελλάδα, στην Κύπρο και αλλού.

Η έρευνα ξεκίνησε μετά τον αυτοπυροβολισμό ενός επιχειρηματία τον περασμένο Ιούλιο σε μικρό γραφείο στο κέντρο της Αθήνας, όπου μια φαινομενικά «κοινότοπη» υπόθεση αυτοχειρίας φαίνεται να υπέκρυπτε ένα εντυπωσιακό παρασκήνιο.

Η αρχή του μυστηρίου
Το πρωί της 28ης Ιουλίου 2015 οι αξιωματικοί του Τμήματος Ασφαλείας της Ομόνοιας κλήθηκαν σε μικρό κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών γερμανικής εταιρείας στην οδό Φυλής όπου ένας 63χρονος επιχειρηματίας, συνιδιοκτήτης του καταστήματος, είχε αυτοπυροβοληθεί με ένα Smith Wesson που βρέθηκε στο σημείο.

Οι αστυνομικοί που επελήφθησαν ανακάλυψαν δύο σημειώματα με τα οποία ο αυτόχειρας απευθυνόταν σε συγγενικά του πρόσωπα, ζητούσε «συγγνώμη για την πράξη μου και όλα όσα είχαν προηγηθεί», μιλούσε για ορισμένες «πιέσεις» που είχε δεχθεί και συμπλήρωνε ότι «τα συγγενικά μου πρόσωπα δεν είχαν καμία σχέση με ό,τι είχε συμβεί». Από την αρχική αναζήτηση στοιχείων των αστυνομικών δεν αποσαφηνιζόταν ποιοι ήταν οι λόγοι του απονενοημένου διαβήματος του 63χρονου, ενώ υπήρχαν κάποιες έμμεσες αναφορές για «χρήματα που χάθηκαν στα καζίνα...», που ουσιαστικά έκλειναν τον πρώτο κύκλο των ερευνών και έδιναν ίσως μια πρώτη εξήγηση για το συμβάν.

Λίγες εβδομάδες αργότερα, σε υπηρεσίες της Ασφάλειας Αττικής θα έφτανε σωρεία νέων πληροφοριών και καταγγελιών για τη δραστηριότητα του αυτόχειρα τα τελευταία χρόνια. Ο 63χρονος, σύμφωνα με αυτές τις αναφορές, είχε δημιουργήσει αρχικά τεράστια περιουσία από την πώληση ακινήτων κυρίως στην περιοχή της Πειραϊκής και σε άλλα σημεία της Αττικής. Την τελευταία 15ετία φερόταν ως εκπρόσωπος γερμανικής εταιρείας ηλεκτρονικών που φαινόταν ότι έπαιρνε τεράστια έργα στην Ελλάδα σε δημόσια κτίρια, ξενοδοχεία, ιδιωτικές κλινικές, αθλητικές εγκαταστάσεις κ.ά. Είχε προχωρήσει σε δύο γάμους με μια πρώην δημοτική σύμβουλο στα βόρεια προάστια της Αθήνας και με υψηλόβαθμη υπάλληλο μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας. Στενός συγγενής του ήταν ακόμη στέλεχος μεγάλης ελβετικής τράπεζας.

Ανθρωποι που γνώριζαν τον αυτόχειρα και τους οικείους του ανέφεραν ότι «έκανε επίδειξη πολυτελούς ζωής, κυκλοφορούσε με Maserati, οργάνωνε δεξιώσεις στα βόρεια προάστια με την παρουσία επιχειρηματιών και πολιτικών. Επιπλέον, έκανε διαρκώς εξωτικά ταξίδια και με κάθε ευκαιρία ξόδευε μεγάλα χρηματικά ποσά». Οπως δε συμπλήρωναν, «σε δεξίωση τον Σεπτέμβριο του 2014 στον Αστέρα Βουλιαγμένης επιδείκνυε τις σχέσεις του με γνωστούς πρώην υπουργούς, με ανώτατους δικαστικούς, με ιδιοκτήτες τραπεζών και άλλους που ήταν παρόντες. Πολλές φορές επικαλούνταν αυτές τις γνωριμίες και επεδείκνυε τις σχετικές τηλεφωνικές κλήσεις στο κινητό του, πιθανόν για να παραπλανήσει τους συνομιλητές του».

Η «μέγιστη» απόδοση
Σύμφωνα με στοιχεία και καταγγελίες που συγκέντρωσε η ΕΛ.ΑΣ. «από το 2006 ο εν λόγω επιχειρηματίας άρχισε να διαφημίζει επένδυση "μέγιστης απόδοσης" σε ομόλογο που φέρεται να είχε εκδοθεί για τους εργαζομένους της γερμανικής εταιρείας ηλεκτρονικών στο οποίο είχε πρόσβαση λόγω του ότι ήταν αντιπρόσωπός της στην Ελλάδα. Μέσω του ομολόγου υποτίθεται θα υπήρχαν τεράστια κέρδη από επενδύσεις σε συγχρηματοδοτούμενα διαστημικά και δορυφορικά προγράμματα».

Κατά τις ίδιες αναφορές, «για να διαφημίσει τη "βέβαιη επιτυχία" της επένδυσης, που διεκπεραιωνόταν μέσω γερμανικής τράπεζας, επικαλείτο την έρευνα την οποία πραγματοποίησε ο στενός συγγενής του στην ελβετική τράπεζα που φερόταν, εκτός των άλλων, να χειρίζεται μεγάλα κεφάλαια του Ρόμαν Αμπράμοβιτς». Ειδικό ενδιαφέρον φέρεται να έχει έγγραφο που παρουσίαζε, σύμφωνα με το οποίο στο γερμανικό ομόλογο είχε επενδύσει 1.450.000 ευρώ (άγνωστης προέλευσης) ένας πρώην υπουργός με τον οποίο διατηρούσε παλαιότερη φιλία. «Το Βήμα» επικοινώνησε με τον πολιτικό, ο οποίος ανέφερε ότι «γνώριζα παλαιότερα τον 63χρονο, δεν είχα οποιαδήποτε συναλλαγή μαζί του και έγινε απατηλή χρήση του ονόματός μου χωρίς ο ίδιος να έχω ιδέα».

Ο 63χρονος επικαλείτο εκτός των άλλων - για να διαφημίζει την άριστη οικονομική κατάστασή του - τη γενική επίβλεψη βίλας που φερόταν ότι κατασκεύαζε ο Βλαντίμιρ Πούτιν στο Πόρτο Χέλι. Ετσι, την περίοδο 2006-2012 ο αυτόχειρας άρχισε να προσελκύει στην απατηλή επένδυση δεκάδες επιχειρηματίες σε Ελλάδα και Κύπρο, υπευθύνους μεγάλης κατασκευαστικής εταιρείας με την οποία συνεργαζόταν σε κατασκευή ιδρύματος στα νότια προάστια, στελέχη ασφαλιστικών εταιρειών, δικηγόρους και άλλους που παρασύρθηκαν από το σύστημα διαβεβαιώσεων και τα έγγραφα συναλλαγών που τους παρουσίαζε.



Πώς «στράβωσε» το κόλπο
Μετά θάνατον «συγγνώμη» για τα εκατομμύρια ευρώ που χάθηκαν

Τα τελευταία χρόνια άρχισε η δυστοκία στη ροή των χρημάτων. Οπως αναφέρουν θύματά του, «στην αρχή μάς έλεγε να μη ζητάμε τις αποδόσεις επειδή θα έχουμε μεγαλύτερα μπόνους. Μετά μας είπε ότι θα βγάλουμε μία χρυσή κάρτα συναλλαγών για να παίρνουμε κατευθείαν τα λεφτά. Ωστόσο μετά αντέτεινε ότι αυτό θα καθυστερήσει γιατί χτύπησαν χάκερ τα συστήματα της τράπεζας. Στη συνέχεια επικαλέστηκε ότι τα λεφτά θα μας επιστραφούν μέσω offshore κυπριακής εταιρείας ή μέσω ναυτιλιακής εταιρείας στην Ακτή Μιαούλη. Μάταια περιμέναμε λίγο καιρό πριν από την αυτοκτονία του έξω από την εταιρεία να πληρωθούμε».

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι πιέσεις είχαν πολλαπλασιασθεί τελευταία, με τον ίδιο να δηλώνει αδυναμία να επιστρέψει τα χρήματα. Δεν μπορούσε ωστόσο να εξηγήσει πού εξαϋλώθηκαν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.

Το εντυπωσιακό είναι ότι ένα ή δύο εικοσιτετράωρα μετά το απονενοημένο διάβημα του 63χρονου διάφορα θύματά του έλαβαν ειδικά προγραμματισμένο, μεταχρονολογημένο μακάβριο SMS από το κινητό του με το οποίο ζητούσε «συγγνώμη» και ότι «δεν φταίει κανείς άλλος για ό,τι συνέβη».